Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Μαΐου 2025
Και ούτω πηγαίνοντας εις το βασιλόπουλο εκεί που ήτον άρρωστος, το εξέταζα με εύμορφον τρόπον και επιτήδειον, διά να μου φανερώση το αίτιον της αρρώστιας του. Αυτό έχοντας όλον το θάρρος εις εμένα, δεν άργησε να φανερώση το πάθος του και το ενύπνιον που είχεν ιδή διά λόγου σου, καθώς σου το εδιηγήθηκα, και πως θα απέθνησκεν, αν δεν σε ήθελεν εύρει διά να σε στεφανωθή.
Την άλλην ημέραν, ήτις ήτον η παραμονή του γάμου, ο γαμβρός υπέμνησε και πάλιν την απαίτησιν. Τότε ο Στάθης είπεν ότι δεν έχει πλέον χρήματα, επειδή όσα είχεν εις χείρας επήγαν όλα για έξοδα, και ας δώση τα χρήματα ο Θανάσης, αν θέλη. Αυτά είπεν εις τον γαμβρόν. Εις δε τον Θανάσην είπεν· — Αυτά να του τα δώσουμε για πανωπροίκι, να στεφανωθή, κ' ύστερα, τι λες κ' εσύ;
Ο Κώστας όμως, ως άνδρας, τάλλα παιδιά είνε κορίτσια, δεικνύει ζωηράς τάσεις αποσκιρτήσεως, και ενώ η οικογένειά του επιμένει να τον νυμφεύση με μίαν Ρωσσίδα πριγκήπισαν, της οποίας η προίκα θα τους έσωζεν, εκείνος δεν διστάζει να στεφανωθή κρυφά την Μαρίαν Μύρτου, που προς στιγμήν ενόμισεν ότι την αγαπά αληθινά.
Κι αυτόν τον γαμβρόν, με μυρίους κόπους, με ανεκδιήγητα βάσανα, μόλις, μετά πολύν καιρόν, να τον πείθη τις να στεφανωθή επιτέλους. Κ' η νύφη να καμαρώνη, φέρουσα στολισμόν πολυτελή, καρπόν πολλής νηστείας και οικονομίας, κ' η νύφη να μην έχη πλέον μέσην, διά ν' αναδεικνύεται το πάλαι λιγυρόν ανάστημά της.
Ήδη επλησίαζεν η ημέρα του γάμου και ο γέρων δεν είχε το χρηματικόν ποσόν το οποίον υπεσχέθη εις τον γαμβρόν, οι συγγενείς δε του νέου εδήλωσαν ότι δεν θ' άφινον αυτόν να στεφανωθή την κόρην, αν δεν του εμετρείτο τούτο πρώτον μέχρι λεπτού.
Τον αγαπάει αλλοιώτικα, με μια φωτιά πιο άγρια που της πίνει όλη τη δροσιά- Ήτον τεχνίτης ξυλογλύπτης ο Νίκος κ’ έβγαζε ταχτικά ίσαμ’ οχτώ δραχμές την ημέρα. Είχε πάρει μια δουλειά αποκοπή για δυο χιλιάδες κι ο μάστορας που του δούλευε τούδωσε ένα πεντακοσάρικο μπροστάντζα κ’ έτσι αποφάσισε να κάνη αυτό που τούλεγε η καρδιά του, να στεφανωθή τη Βεργινία.
Όλ' αυτά τα είχε σκεφθή ο κυρ-Δημάκης κατά τον πλουν της επανόδου του, πλην εγνώριζεν ότι δεν θα διαρκέσωσι πολύ. Τον ανησύχει μόνον η υπόσχεσις ην είχε δώσει να στεφανωθή την κόρην της γραίας Αχτίτσας, ήτις διά των ιταμών συγγενών της πολύ θα ηνώχλει αυτόν. Και ο κυρ-Δημάκης δεν ήτο εις θέσιν να σχηματίση οικογένειαν, ως έλεγε, φοβούμενος τα άγνωστον μέλλον.
Τότε η βασιλοπούλα λέγει· θέλω να στείλης παντού ορισμόν με διαλαλητάδες που να κηρύξουν ότι όλα τα βασιλόπουλα που θέλουν με ζητήσει, κανένα να μη με στεφανωθή, αν πρώτον δεν μου ήθελε διαλύση τα αινίγματα ή απορίας που έχω να του προβάλλω έμπροσθεν εις τους διδασκάλους και σοφούς και αν μου αποκριθή σωστά, και μου τα διαλύση, θέλω του είμαι γυναίκα· ειδέ μη και δεν ημπορέσει να αποκριθή και να τα διαλύση, να του κόπτεται το κεφάλι εις την αυλήν του παλατίου σου.
Βασιλοπούλα, απόψε είδα εις τον ύπνον μου τον μέγαν Καισάγιαν, ο οποίος μου είπεν· ω Δερβύση, επήκουσα την δέησίν σου και θέλω αποδιώξει το δαιμόνιον από την Φαρουχνάζ· μα πρέπει να στεφανωθή ένα νέο βασιλόπουλο που την αγαπά κατά πολλά, επειδή και έτσι είναι γραμμένον εις τον ουρανόν, να πάρη αυτό, και όχι άλλο κανένα.
Εξ αυτών ο πρώτος ίσως είχε μέσα του σκοπόν και απόφασιν, τη βοηθεία των φίλων του, τους οποίους είχε κατηχήσει, ν' αρπάση την Λουκρητίαν, να την στεφανωθή λάθρα, και να λάβη την προίκα της διά ψυχολογικής βίας από την κληρονομίαν της Σοφίας εκ της περιουσίας του μακαρίτου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν