Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Ιουλίου 2025


Ρίχνουν πέτραις κάθε βράδυ. — Κάθε βράδυ; Αλλά τα παιδιά μου πηγαίνουν με τον πατέρα των. Μήπως ευρίσκονται εδώ; — Όταν έρχωνται, τέλος. Η χωρική εσιώπησε. — Σε παρακαλώ, κυρά, επανέλαβεν η νέα, μάλωσέ τα, να μη μου πειράζουν τα φυτά μου. Τι κακόν τους κάμνουν τα καϋμένα τα φυτά μου; Εγώ τα περιποιούμαι, τα ποτίζω, κοπιάζω τόσον δι' αυτά.

Τρεις από τότε η μάγισσα βραδειαίς αράδ' αράδα, — Κ' ήταν φεγγαρογιόμισμα, — κοντά 'ςτό μεσονύχτι Έβγαινε πέρ' απ' το χωριό, κατά το Ξωθιονέρι, Εκεί που ρίχνουν σαν περνούν ανάθεμα οι διαβάταις, Κ' εμάζευε όλαις ταις ξωθιαίς, ταις στρίγλαις και ταις λάμιαις Με σφύριγμα, που ετάραζε της ερημιάς τον ύπνο.

Δεν είνε κρίμα να μου ρίχνουν πέτραις, να μου τα καταστρέφουν; — Και τι πταίω εγώ; είπεν η χωρική. — Δεν λέγω πως πταίεις, αλλά να τα μαλώσης, κυρά. Μου φαίνεται ότι ως μητέρα ειμπορείς πολύ καλά να τα παιδεύσης. — Είνε παιδεμμένα τα παιδιά μου, είπεν η γυνή τρωθείσα. — Ειμπορεί να είνε παιδεμμένα, αλλ' ας μη βλάπτουν τον κήπον μου. — Θα τα επείραξες τίποτε. — Εγώ; είπεν η νέα αγανακτούσα.

Τα πάθη των κυρίων των αυτοί τ' αναγριώνουν και ρίχνουν λάδι'ς την φωτιάν και εις τον πάγον χιόνι, και λέγουν όχι, λέγουν ναι, και 'σάν τας αλκυόνας την μύτην στρέφουν και γυρνούν με κάθε τρικυμίαν, με κάθε αλλαξοκαιριάν εκείνου 'πού δουλεύουν, και μόνον 'ξεύρουν, σαν σκυλιά, κατόπιν του να τρέχουν. Προς τον Οσβάλδον Ανάθεμα τα μούτρα σου τα σεληνιασμένα!

Βάνει τις φωνές, ακούνε από τις φρεγάδες, ρίχνουν και τις επίλοιπες βάρκες στη θάλασσα, βάνουν όλο το πλήρωμα μέσα και βγαίνουν έξω οι καπετάνοι. Βγαίνουν έξω, ρίχνονται αποδώ, τρέχουν αποκεί, φωνάζουν, βρίζουν, φοβερίζουν μα ποιος τους ακούει; Όλοι οι άντρες είνε πιασμένοι στα χέρια.

Λεν τα παιδιά του τσέλιγγα παινετικό τραγούδι, Και παίρνουν πάλι αφρόγαλα και πίνουν και ραντίζουν Και ξανασκούζουν: χούι, χούι, χούι! ρίχνουν και τρία αρμούτια. Τον πιστικό τον Ζαχαριά ρωτούν οι σύντροφοί του.

Ακόμα, ακόμα λίγο, είπεν η Λιαλιώ. Ο ίσκιος που ρίχνουν εκείνα τα νησιά, δεν αφήνει να φανή καλά πέρα-πέρα... Μόνο τη Δέρφη βλέπω. — Η Δέρφη είνε μέσα, είπεν ο νέος δεικνύων την Εύβοιαν, προς μεσημβρίαν. — Ημείς Δέρφη το νοματίζουμε το ψηλό βουνά της πατρίδος μου, αντείπε το Λιαλιώ, δεικνύουσα προς ανατολάς. Και πάλιν επανέλαβε το άσμα της, παραλλάσσον κατά μίαν λέξιν·

ΕΔΜ. Εις την δολοφονίαν σου κ' εγώ να συμφωνήσω. Του έλεγα, ότ' οι θεοί ρίχνουν φωτιάν και καίουν τους πατροκτόνους· έλεγα πόσοι δεσμοί ενώνουν με τον πατέρα το παιδί. Κ' εκείνος, όταν είδε ότι εγώ θ' αντισταθώ εις τους φρικτούς σκοπούς του, ορμά και χύνεται γοργός με το γυμνόν σπαθί του, και πριν εγώ προφυλαχθώ μ' επλήγωσετο χέρι.

Λέξη Της Ημέρας

σοβαρώτατος

Άλλοι Ψάχνουν