Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025


Δεν έχει αυτός δικαίωμα να βγάζη ψωμί από χριστιανούς. Να τονε μηνύσουμε, να τονε μάθη ο κόσμος, να πεθάνη της πείνας, να ζη χωρισμένος από τους ομόφυλούς του, ν' αφοριστή, να βουρκολακιάση! Τέτοια του έψαλλα του Θοδωράκη απάνω στον ηλιακό. Αθώο παιδί, δεκαφτά χρονώ! Όχι όμως κι ολότελα τυφλωμένος. Κατιτίς μούλεγε πως δεν είταν ο Θοδωράκης μονάχος. Πως εδώ τέτοια τραγουδάκια δεν έχει.

Εδίστασα λίγο· έπειτα είπα: — Αι, σα θες να μάθης, η Παναγία μου τώπε. Στον ύπνο μου προθές εφανερώθηκε και μούπε πως αν έχω πίστη, το Βαγγελιό θα γιάνη . Κεγώ 'χω μεγάλη πίστη πως ο Θεός θα τήνε γιατρέψη. Τέτοιο όνειρο δεν είχα δη, αλλά και δεν έλεγα ολότελα ψέμα, αφού αυτή την υπόσχεση μούδιδε το χαμόγελο της Παναγίας.

Άλλοτε προλαβαίνει ολότελα την εποχή της και παράγει σ' έναν αιώνα εργασίαν που χρειάζεται ένας άλλος αιών για να την εννοήσουν, να την εκτιμήσουν και να την απολαύσουν οι άνθρωποι. Σε καμμιά περίπτωση δεν ξαναπαρουσιάζει την εποχή της. Να περνούνε από την Τέχνη μιας εποχής στην εποχή την ίδια είναι ένα μεγάλο λάθος που κάνουν οι ιστορικοί. Το δεύτερο δόγμα είναι το εξής.

Αυτός θα σου φανή ότι έχει κλειστά τα μάτια του, ή ότι ολότελα δεν έχει μάτια. Θεαίτητος. Πώς; Ξένος. Όταν του δώσης αυτήν την απάντησιν, θα σε περιπαίξη διά τους ορισμούς σου, διότι θα προσποιήται ότι δεν γνωρίζει ούτε κάτοπτρα, ούτε νερά, ούτε όρασιν το κάτω κάτω, αλλά μόνον θα σε ερωτήση το συμπέρασμα των λόγων. Θεαίτητος. Ποίον; Ξένος.

Μα την αλήθεια· μου φαίνεται πως είμαστε ολότελα χαμένοι· μπιτ ολότελα· είπε γονατίζοντας μπροστά στην Ελπίδα. Και λύθηκε στα δάκρυα. Η κόρη έρριξε το χέρι απάνου του χαδιάρικα. — Άκουσε, Δημητράκη· του είπε γλυκά· έχω ένα λόγο να σου ειπώ· κάμε μου τη χάρη να μ' ακούσης. — Λέγε μου, Ελπίδα· λέγε ό,τι θες, της είπε κείνος φέρνοντας το χέρι στα χείλη του.

Άραγε όλοι οι άνθρωποι ομοίως ευχαριστούμεθα με όλους τους χορούς, ή πολύ απέχομεν; Ολότελα μάλιστα απέχομεν.

Εξ αιτίας απ' αυτό αναγκάστηκε να το ειπή με άλλα λόγια. Άμα ήκουσε τα λόγια αυτά η Κώσταινα, τάχασε ολότελα. Δεν ήξερε τι έλεγε. Δε μπορούσε να σταθή στα ποδάρια της, ούτε να πάη εκεί που ήθελε. Άλλου ήθελε να πάη, κι' άλλου πήγαινε. Ήθελε να δείξη τη χαρά της με λόγια, αλλά δε μπορούσε να πη τα λόγια, που ήθελε. Στο τέλος της δέθηκε κι' η γλώσσα! Δεν ήξερε τι έκανε.

Κι αν θέλης να ξέρης πλιότερα για τη γεννιά και για το σόι μας, μάθε το, ότι κρατιούμαστε από τους παλιούς Ηπειρώτες, μέσ' από κείνους πώσυρε μια βολά ο βασιλιάς Πύρρος μαζί του και σας επάτησεν όλον τον τόπο, όπως εμείς τες προάλλες, οπού σας πήραμαν αληθινά σαν κοπάδι από τραγιά μπροστά και σας εσαλαγήσαμαν ως τα σπίτια σας, χωρίς να σας δούμε ολότελα τη μορφή, παρά μοναχά τες πλάτες σας εκτός απ' εκείνους που πιάκαμαν από σας σκλάβους.

Το πλοιάριον εγέμιζε νερά, και ο στρατιώτης ήτο έως τον λαιμόν εις το νερόν, το χαρτί εμαλάκωνεν ολότελα, το πλοιάριον εβυθίζετο, και επί τέλους δεν εφαίνετο πλέον ούτε χαρτί ούτε στρατιώτης.

Οι Γότθοι ως τόσο δεν απότυχαν κι ολότελα, αφού είχανε δεν είχανε κατάφεραν τον Αυρηλιανό και τους παρεχώρησε τη Δακία· μα και στου Πρόβου τον καιρό πολλοί τους κατασταλάξανε στη Θράκη, κ' έμειναν εκεί Ρωμαίοι υπήκοοι. Σταμάτησε λοιπόν η πληγή, σύχασε μερικόν καιρό η Ανατολή.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν