Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άμα εξημέρωσεν, εισήλθεν ο βασιλεύς εις το οίκημα και εξεπλάγη ευρών εις την παγίδα το σώμα του κλέπτου άνευ κεφαλής, το οίκημα αβλαβές και ουδεμίαν άλλην είσοδον ή έξοδον.

Είχε μεταβάλει όψιν πάραυτα η σιωπηλή εκείνη εσχατιά, ης ο σιωπηλότερος αντιπρόσωπος ην άλλοτε ο οικίσκος ούτος. Πόσον απροόπτως και πόσον αποτόμως μεταβάλλονται τα εν τω κοσμώ! Ην ο φεγγοβολών εκείνος οικίσκος, της Θεια-Μυγδαλίτσας το οίκημα.

Ανεπαύετο λοιπόν εις την συνεχομένην μετά της ιδικής μου κλίνην, εις την οποίαν και είχε δειπνήσει, κανείς δε άλλος δεν εκοιμάτο εις το οίκημα, παρά μόνον ημείς.

Αμέσως ετέθη τα ζήτημα ποίον να ονομάσωσι βασιλέα, και παρ' όλων επροτάθη και επηνέθη ο Δηιόκης· συνεφώνησαν λοιπόν να τον λάβωσιν ως βασιλέα. Τότε ο Δηιόκης εζήτησε να τω κτίσωσιν οίκημα άξιον της βασιλείας και να κρατύνωσι την εξουσίαν του με δορυφόρους.

Μετ' ολίγον η ένωσις δύο ψυχών συνετελέσθη και το ψυχρόν, το άχαρι, το σιωπηλόν οίκημα του Κλέωνος μετέβαλεν εντελώς όψιν. Το κενόν επληρώθη . . . Η επιστήμη αφ' ενός, αφ' έτερου ο έρως ον εφαίνετο συμμεριζομένη η νεαρά σύζυγος, δύο αγαθά αναφαίρετα . . . Την ευδαιμονίαν του Κλέωνος διεδέχθη μετ' ου πολύ μεγάλη χαρά και ταύτην άλλη, μικροτέρα μεν, χαρά όμως πάντοτε, αληθηνή άλυσσος ευτυχιών.

Πολύ καλοί άνθρωποι. Και προπορευομένου του Γύφτου, εισήλθεν η Αϊμά εις το ερημικόν εκείνο οίκημα. Κατόπιν εορτής. Την εσπέραν της αυτής εκείνης ημέρας, καθ' ην ο Τρέκλας είχε κομίσει εις τον Πλήθωνα το άγγελμα της αποδράσεως της Αϊμάς, ο φιλόσοφος είχεν αναχωρήσει εκ του άντρου και μετέβη εις Σπάρτην. Ο αναχωρητής ούτος περιεσπάτο υπό πολλών φροντίδων.

Δεκάκις επλησίασε το οίκημά του και δεκάκις απεμακρύνθη, εωσού ήρχισε να τον καταλαμβάνη η κόπωσις. Βαθμηδόν και η ψυχική του ταραχή κατηυνάζετο. Η αγαθή του φύσις εφάνη υπερισχύουσα και, καταβαλών υστάτην προσπάθειαν, διηυθύνθη αποφασιστικώς προς το οίκημά του και εισήλθεν εις το δωμάτιον, το οποίον προ πολλής ώρας είχεν αφήση ηρεθισμένος, εκτός εαυτού.

Το εσπέρας, πριν έτι εισέλθω εις το χωρίον, έμαθα ότι ο Χρήστος ήτο μανιώδης. Ο πατήρ του μ' επερίμενεν εις το κελλίον μου. Ήθελε την βοήθειάν μου διά να μεταφέρωμεν τον πάσχοντα εις άλλο οίκημα ισόγειον. Το απήτουν οι γείτονες. Εφοβούντο μη εξέλθη εις τους δρόμους και αρχίση να δαγκάνη δεξιά και αριστερά. Εις το ανώγαιον όπου ευρίσκετο δεν ήτο δυνατόν να εμποδισθή, εάν ήθελε να εξέλθη.

Έπεμψεν εκ δευτέρου ο Οτάνης λέγων· «Εάν δεν γνωρίζης τον Σμέρδιν τον υιόν του Κύρου, ερώτησον την Άτοσσαν μετά τίνος ανθρώπου συγκοιμάται, ως συ, διότι δεν είναι δυνατόν να μη γνωρίζη τον αδελφόν τηςΕις την ερώτησιν ταύτην αποκρίνεται η θυγάτηρ λέγουσα· «Ούτε με την Άτοσσαν ειμπορώ να συνομιλήσω, ούτε να ίδω άλλην τινα των γυναικών, διότι ο άνθρωπος ούτος, οιοσδήποτε και αν ήναι, άμα παρέλαβε την βασιλείαν, μας διεσκόρπισε θέσας εκάστην εις ιδιαίτερον οίκημα

Ο μάγειρος, ένας νέος τσεσμελής, ένας ηλιοκαμένος και θαλασσοψημένος πρώην τρατάρης, μ' ένα άσπρο τουλουπάνι περί τον ναυτικόν του κούκου, χωμένος μέσα εις το ξύλινον οίκημα του μαγειρείου, εσυγύριζε τη φασολάδα για το «τσούρμο» και συγχρόνως εκαθάριζε σιτάρι διά τον καφέ, έτσι από καλωσύνη του και όχι από φιλάργυρον ιδιοτέλειαν, γιατί βλάπτει ο καθαρός καφέςέλεγεν εις τους ναύταςστα νεύρα.