United States or Qatar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τέλος, μετά μακράς ώρας, μέγας άνεμος τυφών μανιωδώς εφύσησεν. Εσίγησεν ο μονότονος ροίβδος της βροχής, ο βαθύς ρόχθος των κυμάτων αντήχει τώρα από τον λιμένα, και ο φρενιαστικός συριγμός των τροχαλιών, και η βάναυσος κλαγγή των αλύσεων, τας οποίας εξέσυρε κ' έπαιζεν η τρικυμία.

Κάτω έχασκε μέγας κρημνός, μονότονος, προκαλών σκοτοδίνην, σημειούμενος από ολίγους έρποντας θάμνους εδώ κ' εκεί, οι οποίοι θα εφαίνοντο εις το σκότος της νυκτός εκείνης ως να ήσαν κακοποιοί ψηλαφώντες και αναρριχώμενοι ή και καλικάντζαροι ελλοχεύοντες και καραδοκούντες έως να έλθη η ώρα να εισβάλλουν εις τας οικίας διά των καπνοδόχων.

Ηκούετο ο ρογχασμός του ως κρότος υπόκωφος συρομένης αλύσεως πλοίου μακράν εις τον λιμένα, συνεχής και μονότονος. Νέα ακόμη η κυρά-Μανωλάκαινα, μόλις τριάκοντα πέντε ετών, πρώτην φοράν από του γάμου τηςγενομένου προ πέντε ετώνευρίσκετο εις την ευτυχή περίστασιν να φορέση τα νυμφικά της και σταθή εις την πρώτην γραμμήν της γυναικωνίτιδος.

Ω, ποία κωμωδία! και ποία γελοία και ανόητος ικάρειος πτήσις επί σφαίρας αιωνίως κινουμένης, και αιωνίως μεταβαλλούσης θέσιν, αλλά και αιωνίως επανερχομένης εις το αυτό. Ναι· ποία κωμωδία, διαρκής και μονότονος, με την οποίαν, όσοι την ανεγνώρισαν ως τοιαύτην, εγέλασαν, και όσοι την εξέλαβον ως δράμα, έκλαυσαν πολύ. Τι πρώτον και τι ύστερον ν' αφηγηθώ· τι ύστερον και τι πρώτον να ιστορήσω!

Ανάγκη ήτο να βαδίσωσιν όπως φθάσωσιν οι ναυαγοί εις τον επί της ξηράς εκείνον ασθενή φάρον. Βαθύ ήτο το σκότος. Κατενώπιόν των εξηπλούτο μεγάλη ομαλή πεδιάς, ήτις εφαίνετο μαύρη, μονότονος, άδενδρος εις το σκότος. Θα την ενόμιζέ τις ως αμμώδη έκτασιν δεκαπλασίαν της άμμου εκείνης ην είχον εγκαταλίπει προ ημισείας ώρας, παρά τον αιγιαλόν, αν δεν ήτον αμαυρά, αλαμπής και άστιλπνος.

Όταν λοιπόν, αφού την απεθέωσα, ηθέλησα να την μεταχειρισθώ ως εύμορφην θνητήν, ενόμισεν ότι επέβαλεν εις αυτήν η αποθέωσις να υποκριθή ολίγην αντίστασιν εις τους πόθους μου, και εγώ ο μεγαλοκέφαλος βλαξ, αντί να αψηφήσω την σκιάν εκείνην αντιστάσεως και να προβώ από των μεταφυσικών εις τα φυσικά, ως η ερωμένη μου ήλπιζε βεβαίως και επεθύμει, ήρχισα να παραπονούμαι και να μεμψιμοιρώ, να γίνωμαι ελεγειακός, μονότονος και επί τέλους ανιαρός.

Αν δεν εφοβούμην μη καταντήσω μονότονος ως μυθολόγος γραία και πληκτική ως αγγλικόν μυθιστόρημα, θα ήρχιζα και την σημερινήν μου επιστολήν από την νέαν εισβολήν του χειμώνος, της οποίας προ πέντε ήδη ημερών είμεθα θύματα, και ήτις μας απειλεί διά νέων πάλιν χιόνων και νέων παγετών.

Έκαμε ταχέως δύο σταυρούς και απεμακρύνθη. Η ιαχή των κυμάτων υπόκωφος, μονότονος, ανήρχετο από τα θεμέλια των βράχων, από τα θαλάσσια άντρα.

Αλλ' αυτά αποτελούσι το αστείον μέρος της παραστάσεως. Το σπουδαίον και ικανώς άξιον προσοχής αποτελεί το ανατολικόν άσμα της Ειρήνης. Ηξεύρω, ότι η μουσική αυτή δεν σ' ενθουσιάζει τόσον όσον τον Κ. Ducoudray. Σου φαίνεται, ως πολλάκις μου είπες, φοβερά μονότονος και παντελώς άρρυθμος, ίσως δε δεν έχεις και πολύ άδικον.

Και παρήρχοντο αι ώραι. Αλλ' η γενική επί του πλοίου ησυχία και η μονότονος της θαλάσσης βοή, και του σκάφους η κίνησις ήρχιζον βαθμηδόν να επενεργώσιν επί του απηυδημένου μου σώματος.