United States or Trinidad and Tobago ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ο μεν Περδίκκας ωδήγει τον στρατόν των Μακεδόνων τον οποίον είχεν υπό την εξουσίαν του, καθώς και οπλίτας στρατολογηθέντας μεταξύ των εκεί κατοικούντων Ελλήνων, ο δε Βρασίδας, εκτός του υπολοίπου Πελοποννησιακού στρατού, είχε Χαλκιδείς και Ακανθίους και όσους βοηθούς του έστειλαν αι άλλαι πόλεις.

Και να δης που είναι η βαρβαρωσύνη αυτή χερώτερη κι από του άγριου Αφρικανού. Να είσαι από γεννήσιο φτωχός κακό πράμα, μα όχι και τόσο κακό καθώς όταν είσαι πλούσιος και ξαναπέφτης ατή φτώχεια. Ηθική φτώχεια η δική μας. Χέρσο χωράφι που αιώνες δουλευτής δεν το πάτησε. Ας έρθουμε τώρα και στα καλά μας. Και πρώτο πρώτο, η μοναδική μας ξυπνάδα. Τίποτις, φίλε μου. Εμείς κι όχι άλλοι.

Αφού εξέφερε την μεγάλην ταύτην ομολογίαν, απήλθε προς αναζήτησιν της αδελφής της, περί ης είχεν ερωτήσει ο Ιησούς, και ης η καρδία και η διάνοια, καθώς εφαίνετο η Μάρθα αυθορμήτως αισθανομένη, ήσαν ευαρμοστότερα όπως περιλάβωσι τοιαύτας υψηλάς αληθείας.

Σωκράτης Και έν άλλο λοιπόν, είπον εγώ· κανείς βέβαια δεν πηγαίνει θεληματικώς επάνω εις τα κακά, ούτε εις εκείνα τα οποία νομίζει ότι είναι κακά· ούτε είναι τούτο, καθώς φαίνεται, φυσικόν εις τον άνθρωπον, αντί να πηγαίνη εις τα καλά, να πηγαίνη θεληματικώς κατ' επάνω εις εκείνα τα οποία νομίζει ότι είναι κακά.

Σωκράτης Εμπρός λοιπόν, ανάγνωσέ μου την αρχήν του λόγου του Λυσίου. Φαίδρος «Διά τα ιδικά μου μεν αισθήματα γνωρίζεις καλά και καθώς νομίζω έχεις ακούσει ότι συμφέρει εις ημάς τους δύο η εκπλήρωσις των πόθων μου· έχω δε την αξίωσιν να μη αποτύχω εις ό,τι επιθυμώ διά τούτο μόνον ότι συνέπεσε να μην είμαι εραστής σου· διότι οι ερώντες μεταμελούνται τότε — ».

Και όσα διά των τεχνών των τόσων πολυμηχάνων και όσα διά του σώματος και της ψυχής κατορθώνουν, ταύτα, καθώς είπα, ουδέ να φαντασθούν δύνανται τα πολύ μικρά παιδία.

Η βασιλοπούλα δεν έλειψε που να δώση πίστιν και εις ετούτο το ψεύμα, και ούτω με την ευγλωττίαν μου της εσήκωσα κάθε υποψίαν, και εχαρήκαμε καθώς εποθούσα και εκείνην την νύκτα. Εβγήκα πάλιν από το παλάτι εις το τέλος της νυκτός διά τον φόβον να μην ξεσκεπασθώ, ότι εγώ είμαι ένας ψευδοπροφήτης. Εξαναγύρισα πάλιν την ερχομένην νύκτα.

Καθώς ο Θεός επέχυσε το θερμαντικόν εις την φύσιν, όπως δι' αυτού ζωογονήται ο υλικός κόσμος, τοιουτοτρόπως επέβαλε και εις τον ηθικόν κόσμον την αμοιβαίαν αγάπην, όπως ζωογονούμενοι δι' αυτής ζώμεν ευδαίμονες.

Και έτυχες 'στον δρόμον μου, εσύ, ξανθή μου Βέρα, συ έγινες το ίνδαλμα των τόσων μου ονείρων, και άμα 'στο παράθυρο σε είδα μια ημέρα, Τότε κι' εγώ εζήλευσα την λάμψιν των ταλλήρων. Και συ καθώς μ' αντίκρυζες από το παραθύρι, με ελαφρό χαμόγελο εχώριζες το στόμα, και το παιδί της Κύπριδος κατέβαινε να σπείρη την ραδινήν του άνοιξιν 'στο κάτασπρό σου χρώμα.

Έπινε ρακί όπου του έδιδες, και ποτέ δεν σου «χαλνούσε το χατήρι» να πάη μίαν ώραν δρόμον, διά θέλημα. Εκείνο το δειλινόν, καθώς ανέβαινε το βουνόν προς τα επάνω, είχε περάση από τον μύλον του Αντώνη της Σάββαινας, κάτω στα Βουρλίδια, εις την βαθείαν κοιλάδα την σύσκιον και υγράν δι' όλου του έτους. Κ' εκεί κάτι είχεν ιδεί και ακούσει.