United States or Moldova ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν έβλεπα τίποτε, εκτός του καθαρού ουρανού λαμβάνοντος προς ανατολάς χρώμα ροδόχρουν, υπό τας ακτίνας του δύοντος ηλίου. Επί τέλους μ' εφάνη ότι διέκρινα μακράν πτηνόν και γραμμήν υπ' αυτό κυματίζουσαν. Ήτο όφις; ήτο ταινία; Έβλεπα μετά προσοχής προσπαθών να διακρίνω τι ήτο. — Παιδιά, εφώναξε βροντωδώς ο αρχηγός. θέλω πέντε από σας να συνοδεύσετε τον υπάσπιστήν κάτω εις το ποτάμι.

Μας εκαλημέρισε με ευπροσηγορίαν, εις την οποίαν ουδέν διεκρίνετο ίχνος των χθεσινών επεισοδίων, και κτυπήσας τας παλάμας εφώναξε, «Μαρία, Μαρία». Η γραία υπηρέτρια μας έφερε τον καφέν. — Πώς είναι η Κυρία Σοφία; ηρώτησα. — Πολύ καλά, ευχαριστώ, απεκρίθη ο Κ. Μελέτης μειδιών. Απόδειξις δε, ότι εξήλθε πρωί πρωί με την θυγατέρα μου. Επήγαν να περάσουν την Κυριακήν των εις το Μοναστήρι των γυναικών.

Όπως δήποτε θα σας παρακαλέσω, επρόσθεσε ζητιάνικα, να έχετε υπ' όψη σας τα δίκαιά μας. — Τα δίκαιά σας! τα δίκαιά σας! εφώναξε ο Περαχώρας. Και ποιος μπορεί ποτέ ν' αρνηθή τα δίκαιά σας! ποιος τολμά να τ' αμφισβιτήση· ποιος είνε τόσον άμουσος να τα λησμονήση!... — Αι περγαμηναί σας εξασφαλίζουν τη νίκη σας, να είσθε βέβαιος· του είπε ο Γκενεβέζος σφίγγοντας το χέρι του.

Η γυναίκα εφώναξε θυμωμένη και έρριψε την σκούπαν επάνω του να το κτυπήση. Τα παιδιά το εκυνηγούσαν και εξεκαρδίζοντο γελώντα. Κατ' ευτυχίαν η θύρα ήτο ανοικτή και το παπί επρόφθασε να φύγη, και εχώθη μέσα εις τα γυμνά χαμόκλαδα, και εκάθισεν εις το χιόνι αφανισμένον από την κούρασιν. Πού να σας διηγηθώ τι υπέφερε το δυστυχισμένον έως ότου να περάση ο χειμών.

Αυτή από την χαράν της με επήρεν εις τα χέρια της, και με εχάιδευσε, και λέγοντάς μου πολλά λόγια χαϊδευτικά με εφίλησε. Τότε και εγώ από το άλλο μέρος επλησίαζα με πολλήν νοστιμάδα την μύτην μου εις τα χείλη της και την εγλυκοφιλούσα. Α μαργιόλικο, εφώναξε γελώντας, φαίνεται, πως απεικάζεις εκείνο που σου λέγω ω και τι πολλά νόστιμον που είσαι.

Αλλά δεν εφώναξε μόνον αυτή. Μύριαι φωναί φρενήρεις και πυροβολισμοί ισάριθμοι ανέβρασαν από του τείχους, χαιρετώντες τον θρίαμβον του αρματωλού. Ο Ζάχος ήδη επέστρεφε μετά των συντρόφων του εις την πόλιν, φέρων το καρυοφύλλι του αρματωλού, το παλλάδιον τούτο της οικογενείας του και ως λάφυρον τα τσαπράζια του Ταχίρ Γιάτση.