Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Και ουδ' αρκείται η ποίησις παριστώσα τον άνθρωπον μόνον επιρρεπή εις το να αισθάνηται τα της φύσεως, αναλόγως των ψυχικών αυτού διαθέσεων. Η φύσις αυτή συνταυτίζεται μετά του ανθρώπου και των πράξεών του. Καθ' ην νύκτα δολοφονείται ο Δώγκαν, η γη τρέμει, γογγυσμοί ακούονται εις τον αέρα, την δ' επιούσαν οι ίπποι του βασιλέως

Την επιούσαν ήμεθα από πρωίας συνηγμένοι κατά το σύνηθες εις την ισόγειον της οικίας είσοδον, ήτις εχρησίμευεν ως κοινή αίθουσά μας. Καθήμενοι εις των θυρών τα κατώφλια και επί των βαθμίδων της κλίμακος συνεσκεπτόμεθα, ως πάντοτε, περί του πρακτέου, αναμένοντες τι η ημέρα θα μας φέρη και υπολογίζοντες πότε ηδυνάμεθα να περιμένωμεν απόκρισιν εκ Ψαρών. Η Ανδριάνα μόνη ήτο απούσα.

Όταν δε είδον ότι οι Έλληνες έφευγον, δεν ήτον καιρός πλέον να τους καταδιώξωσι, διότι είχον αρκετά απομακρυνθή απ' αυτούς. Εις την φυγήν των οι Έλληνες δεν έπαθον καμμίαν ζημίαν, αποπλανηθέντες όμως διά το σκότος της επελθούσης νυκτός, άλλοι μεν την επιούσαν ημέραν έφθασαν εις το στρατόπεδον, άλλοι δε μόλις την δευτέραν και τρίτην.

Καθ'όλην την νύκτα περιεφέρετο εις την αυλήν ο άθλιος μη δυνάμενος να εξέλθη, ως να ευρίσκετο εις λαβύρινθον, έως ου εξημέρωσε και συνελήφθη με τα κλοπιμαία. Και τότε μεν έφαγεν όχι ολίγον ξύλον, έζησε δε ολίγον καιρόν ακόμη και απέθανεν αθλίως, διότι, ως έλεγε, κάθε νύκτα τον έδερνεν ο Πέλιχος, ούτως ώστε την επιούσαν εφαίνοντο τα σημάδια εις το σώμα του.

Χάρις εις το τροπάριον εκείνο και την νηνεμίαν, το πλοιάριον προσωρμίσθη ευτυχώς την επιούσαν εις Λούγδουνον, όπου ήδρευε τότε ο Άγιος Αγοβάρδος, ο μόνος των τότε αγίων, του οποίου καγώ ήθελον ασπασθή μετά σεβασμού το κράσπεδον της εσθήτος.

Την επιούσαν το πρωί αποσείσαντες τον ύπνον εκ των οφθαλμών και εκ των ράσων την δρόσον της πρωίας κατέβησαν, ίνα επισκεφθώσι και τας Αθήνας.

Το έντομον, αφού έμεινε ολίγον επί της κεφαλής της, ανέβη, διά του αυτού εναερίου δρόμου, εις την οροφήν. Εξήγησα ευθύς το φαινόμενον εις την οικογένειαν, ήτις πολύ συνεκινήθη. Την αυτήν εκείνην βραδειάν, ο φίλος μας ο προξενητής ήλθεν εις το σπίτι με τον γαμβρόν και την επιούσαν εγένοντο επισήμως οι αρραβώνες της κόρης μου, μ' αυτόν, τον και σήμερον συζυγόν της

Εκεί εγνώρισα και τον ιδικόν μας λύχνον και αφού τον εχαιρέτισα του εζήτησα πληροφορίας περί της οικογενείας μου, τας οποίας μου έδωκε. Την νύκτα λοιπόν εκείνην εμείναμεν εις την Λυχνόπολιν την δ' επιούσαν αποπλεύσαντες επλησιάσαμεν εις τα νέφη, όπου είδαμεν κ' εθαυμάσαμεν και την πόλιν Νεφελοκοκυγίαν , αλλά δεν εξήλθαμεν εις αυτήν, διότι ο άνεμος δεν ήτο βοηθητικός.

Ότε την επιούσαν, πριν έτι εξημερώση, ήνοιξε τας αγκάλας, ίνα την φίλην του περιπτυχθή, αντ' αυτής ενηγκαλίσθη μόνον τα άχυρα της στρώμνης του. Αναπηδήσας μετά τρόμου εξέτεινε τους βραχίονας και εψηλάφησε τα σκότη, ως ο τυφλωθείς Πολύφημος ζητών τον Οδυσσέα.

Αλλ' ο Σαϊτονικολής διέκοψε τον ρεμβασμόν της· ενθουσιασθείς από τας αναμνήσεις του, της εφώναξε να φέρη «μια σταλιά κρασί». Εις το τέλος δε και ο Μανώλης υπεσχέθη ότι θα έπαυε τας παρεκτροπάς και η Ρηγινιώ εξήλθε και έστρωσεν εις το δώμα, όπου εκοιμώντο αφ' ότου είχεν αρχίση να ζεσταίνεται ο καιρός. Την επιούσαν ο Μανώλης εξήλθε με αξιεπαίνους διαθέσεις.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν