Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
Έλαβον λοιπόν οι Πέρσαι την Φώκαιαν, αλλά κενήν κατοίκων.
Τότε έλαβον κάποιο θάρρος και ελπίδα σωτηρίας και τέλος πάντων έφθασα εις την πόλιν εκείνην γυμνός και εκτραχηλισμένος και διά να πληροφορηθώ εις ποίον τόπον ευρισκόμην εμβήκα εις το εργαστήριον ενός ράπτου.
Την στιγμήν εκείνην ήκουσα μέγαν θόρυβον έξω, δεξιόθεν του ναού, εις το μέρος όπου ήτο το παλαιόν κτίριον, το «στοιχειωμένον». Πάραυτα ήλθεν εις τον νουν μου η διήγησις της εξαδέλφης Μαχούλας. Έλαβον την λαμπάδα, και έτρεξα έξω της θύρας. Αύρα έπνεε ψυχρά, και ηπείλει να σβύση την λαμπάδα. Επειδή εδέησε να περιστεγάσω το φως διά της παλάμης, δεν έβλεπον τίποτε πέραν του τοίχου του ναού.
Ούτως εγεννήθη το γένος των ιχθύων και των οστρέων και των άλλων, όσα είναι εντός των υδάτων, και προς τιμωρίαν της αμαθείας αυτών έλαβον την εσχάτην κατοικίαν . Και συμφώνως προς πάντα ταύτα τότε και τώρα τα ζώα μεταβαίνουσι το έν εις το άλλο και μεταμορ- φούνται καθ' όσον αποβάλλουσιν ή αποκτώσι νουν ή ανοησίαν .
Κατ' εμέ τούτου ένεκα έλαβον και την επωνυμίαν Αμμώνιοι, διότι Αμμούν ονομάζουσιν οι Αιγύπτιοι τον Δία. Δεν θυσιάζουσι λοιπόν οι Αιγύπτιοι κριούς, και ένεκα της παραδόσεως ταύτης θεωρούσιν αυτούς ως ιερούς· άπαξ μόνον του έτους, κατά την εορτήν του Διός, σφάξαντες και εκδείραντες κριόν περιβάλλουσι με το δέρμα του το άγαλμα του Διός, σύροντες ενώπιον αυτού το άγαλμα του Ηρακλέους.
Και αναβάντες εις τα πλοία επεραιώθησαν εις τας παρακειμένους νήσους, οπόθεν έπεμψαν κήρυκα και έλαβον διά συμφωνίας τους νεκρούς τους οποίους εγκατέλιπον. Απέθανον δε εις ταύτην την μάχην εκ μεν των Κορινθίων διακόσιοι δώδεκα, εκ δε των Αθηναίων πεντήκοντα ως έγγιστα.
Έπειτα με κάποια νεύματα, με έκαμε να καταλάβω ότι ήθελε να το απεράσω από εκείνο το ποταμάκι, διά να υπάγη εις το άλλο μέρος να συνάξη καρπούς να φάγη· Εγώ θέλοντας να ενεργήσω ένα έργον ευεργετικόν, έλαβον το γεροντάκι εις τους ώμους μου, που ήτον καθήμενον σιμά εις το ποταμάκι, διά να το περάσω εις το άλλο μέρος· αλλ' εν τω άμα εκείνο το πονηρόν ανθρωπόμορφον ζώον με τα ποδάρια του τα έμπροσθεν εκολλήθη εις τον λαιμόν μου τόσον σφιγκτά, που σχεδόν ήθελε να με πνίξη και έπεσα κατά γης λιποθυμημένος· εκείνο με όλον τούτο έστεκε κολλημένον εις τον λαιμόν μου.
Είνε αληθές ότι υποφέρει τρομερά εκ της ιδιοτρόπου απαγορεύσεως και σκέπτεται μελαγχολικώς ότι όλαι αύται αι διατάξεις, από της πρώτης εκείνης του δημιουργού μέχρι της τελευταίας της σήμερον, δεν έλαβον κανέν πρακτικόν αποτέλεσμα, ο άνθρωπος τρέχει κατόπιν του απηγορευμένου και ίσως είνε ο μόνος κανών ο χωρίς εξαίρεσιν.
Τότε έλαβον κάποιαν ελπίδα και εκίνησα ίσια προς το άλογον, όμως με δύο εναντίους στοχασμούς, μην ηξεύροντας αν έχω να συναπαντήσω ανθρώπους καλούς διά να λάβω περιποίησιν και βοήθειαν, ή εξ εναντίας θηρία και να γείνω θηριάλωτος και με τοιούτους στοχασμούς επλησίασα και βλέπω ένα ευμορφότατον άλογον να βόσκη, δεμένον εκεί ωσάν εις το λειβάδι.
Ο Αγαμήδης λοιπόν και ο Τροφώνιος, οίτινες κατεσκεύασαν τον εν Δελφοίς ναόν του θεού, ευχηθέντες να συμβή εις αυτούς το άριστον, κοιμηθέντες πλέον δεν εξύπνησαν• και οι υιοί της Αργείας ιερείας ομοίως, όταν ηυχήθη η μήτηρ να ανταμείψη η Ήρα την ευσέβειάν των, επειδή καθυστέρησεν η άμαξα και ζευχθέντες αυτοί έφερον αυτήν εις τον ναόν, μετά την ευχήν την οποίαν έλαβον, την νύκτα απέθανον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν