Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025
Είχεν άλλως τε και σπουδαίαν ιδέαν περί της πειθούς των λόγων του, διότι ενόμιζεν ότι μετέδιδεν εις τα σκαιά ερωτολογήματά του όλην την ζέσιν, η οποία εκόχλαζεν εντός του. Και επίστευεν ότι εις την θερμότητα των βλεμμάτων και των λόγων του δεν θα ηδύνατο να αντιστή επί πολύ η αντιπάθεια της Μαργής. Ίσως όμως θα απηλπίζετο αν εμάνθανεν όσα συνέβησαν εις την οικίαν της χήρας μετ' ολίγον.
Ο Χίλων απεκρίθη: — Δεν δύναμαι, αυθέντα! Η μανία εκόχλαζεν εις την ψυχήν του Τιγγελίνου, αλλ' ούτος συνεκρατήθη ακόμη. — Είδες πώς αποθνήσκουν οι χριστιανοί; θέλεις να αποθάνης και συ όπως και εκείνοι; Ο γέρων ύψωσε προς στιγμήν το ωχρόν πρόσωπόν του· προς στιγμήν τα χείλη του εκινήθησαν εν σιωπή, έπειτα δε είπε: — Και εγώ πιστεύω εις τον Χριστόν! . . . Ο Τιγγελίνος τον παρετήρησεν εμβρόντητος.
— Και δε θα μου ξανακάμης πεισματικά, ναι; — Ναι, απήντησεν ο Μανώλης και η λέξις εξήλθεν από το στήθος του ως εκπνοή κοχλάζοντος λέβητος. Κάτι δε τωόντι έβραζε και εκόχλαζεν εντός του και τον ετίναξεν από την καθέκλαν. Ηγέρθη και πλησιάσας εστήριξε τον βραχίονά του εις την κορωνίδα του αργαλειού.
Επάνω εις δύο καπνισμένας πέτρας τοποθετημένη η βαθεία χύτρα, εκόχλαζεν ακόμη υπό την επιτήρησιν ενός νεαρού τρατάρη όστις βιαίως υπεδαύλιζε την πυράν της οποίας αι φλόγες επέψαυον σχεδόν το πρόσωπόν του. Το χωρίον εκοιμάτο πλέον. Ότε ένα αιφνίδιον θαλασσάκι ανερρίπισεν όλον τον λιμένα, οπού ήσαν αραγμένα διάφορα μικροκάικα από τα εκτελούντα την ακτοπλοΐαν των Σποράδων.
Δεν αγροίκησες τον άνθρωπον οπού εμβήκε τώρα εδώ μέσα; — Άνθρωπος εμβήκε; Τι λέγεις; — Άνθρωπος, ναι. Κ' εγώ εφοβήθην άμα τον είδα. Έμεινε μισήν ώραν, και έφυγεν. Αυτός μας εκλείδωσεν απ' έξω. — Ω Σατανά! είπεν η νέα, και η οργή εκόχλαζεν εις τα στήθη της. — Φώναζε όσον θέλεις, είπεν αμέριμνος ο Πρωτόγυφτος. Εγώ θα πέσω να κοιμηθώ. Δεν έφεξε ακόμα καλά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν