United States or Australia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού επέρασαν δύο χρόνοι που εχωρίσθησαν τα αδέλφια, έλαβε πόθον ο Αϊδήν να ιδή τον αδελφόν του και διώρισε να του στείλη αποκρισάριον τον βεζύρην του, διά να τον καλέση εις την Ινδίαν, διά να συνευφρανθούν αναμεταξύ των ολίγον καιρόν· όθεν και τον έστειλε με μεγάλην παράταξιν.

Ο βασιλεύς Αϊδήν αφού και την εσήκωσεν, έστειλεν ευθύς και έκραξε τον Βεζύρην του, πατέρα της Χαλιμάς, και του εφανέρωσεν αυτήν την χαροποιόν είδησιν, ο οποίος ακούοντας την έπεσε και αυτός εις τους πόδας του βασιλέως του, και του έδιδε χίλιες ευχές, και ευχαρίστησε, διά την συμπάθειαν που έδειξεν εις την θυγατέρα του, που την είδεν ελευθερωμένην από του θανάτου τον κίνδυνον, και διά τον ανεβασμόν της εις τον θρόνον, και ωσάν αποφίλησε τους πόδας του βασιλέως, έτρεξεν ευθύς και έδωσεν αυτήν την είδησιν εις το ντιβάνι, και από εκεί μετά ολίγην ώραν εκηρύχθη και εις όλον του το βασίλειον, και διά ένα ολόκληρον μήνα έγιναν μεγάλες χαρές.

Τοιαύτης λογής η Χαλιμά ετελείωσε την ιστορίαν της βασίλισσας Φαρουχνάζης, και των άλλων ιστοριών, που εις αυτήν επερικλείοντο· Και ο βασιλεύς Αϊδήν της έδειξε πάλιν την ευχαρίστησιν, που έλαβεν ακόμη και δι' αυτήν την ιστορίαν, ομοίως και η αδελφή της Μεδινά, και δεν έπαυσαν να επαινούν την ευγλωττίαν και την καλήν μνήμην που είχεν.

Και όλος ο λαός καθημερινώς με φωνές αγαλλιάσεως εύχονταν την Χαλιμάν που αυτή με την φρόνησιν της εστάθη αρκετή να ελευθερώση από τον θάνατον τόσες ευγενικές και ανεύθυνες παρθένες. Και αφού έπαυσαν οι χαρές, έζησαν ο βασιλεύς Αϊδήν με την βασίλισσαν Χαλιμάν με μιαν παντοτεινή αγάπη και ομόνοια θαυμάσια όλον τον καιρόν, που εις ετούτην την πρόσκαιρον και φθαρτήν ζωήν έζησαν.

Αλλ' ο Σχαζηνάν παρεκάλεσε τον αδελφόν του τον βασιλέα να τον αφήση, λέγοντας του· αδελφέ, έχε με παρητημένον από το κυνήγι, διότι η περίστασις της υγείας μου δεν μου δίδει άδειαν να κάμω τέτοιες ξεφαντώσεις και περιδιαβάσεις. Ακούοντας την γνώμην του ο Αϊδήν τον άφησεν ανενόχλητον, και επήγεν αυτός με τους άρχοντάς του.

Αυτοί, χωρίς να χάσουν καιρόν, εγύρισαν τρέχοντες από την ίδιαν στράταν που είχαν έλθει· και όταν απεμακρύνθησαν απ' εκείνον τον τόπον και δεν εφαίνετο πλέον το Τελώνιον, ούτε εκείνη η γυναίκα, τότε λέγει ο Αϊδήν προς τον αδελφόν του· πώς σου φαίνεται, ω Σχαζινάν, με το συμβάν που μας ακολούθησεν; είδες τι εμπιστευμένην γυναίκα έχει εκείνο το Τελώνιον αν και είναι τόσον φοβερόν; Λέγει ο Σχαζηνάν· η πονηρία των γυναικών δεν έχει παρομοίωσιν και τούτο που μας εσυνέβη δεν υπερβαίνει πολύ το κάμωμα των ιδικών μας γυναικών.

Την δευτέραν ημέραν ο βασιλεύς της Ταταρίας αποχαιρετήσας τον αδελφόν του ανεχώρησε με την ιδίαν γνώμην του αδελφού του, ο οποίος τον εξαπέστειλε με μεγάλα δώρα και παράταξιν βασιλικήν. Δεν αργοπόρησεν ο βασιλεύς Αϊδήν να βάλη τον νόμον που έθεσεν εις πράξιν· επρόσταξε τον βεζύρην του διά να του φέρη την κόρην ενός από τους αρχιστρατήγους του στρατεύματος.

Και ομιλώντας με τούτον τον τρόπον, ο Αϊδήν εσηκώθη και επήγεν εις τες υπηρεσίες της βασιλείας του κατά την συνήθειαν. Και την ερχομένην ημέραν η Χαλιμά, εξυπνώντας εις την ώραν την διατεταγμένην, άρχισε να λέγη. &Ιστορία, του βασιλέως Καλάφ και της βασίλισσας της Κίνας.&

Τότε της απεκρίθη ο Αϊδήν και της λέγει· θέλω τα ακούση και αυτά μετά πάσης χαράς, και ωσάν τελειώσης και αυτήν την ιστορίαν, ελπίζω ότι μία απόφασις, την οποίαν εγώ μελετώ να κάμω, θα σου αρέση· όθεν την αύριον ας είσαι έτοιμη διά να μου την διηγηθής, και εις το τέλος της θέλεις γνωρίσει την γενναιότητά μου· Και ούτω λέγοντας αναμέρισαν κατά την συνήθειαν.

Τότε της απεκρίθη ο Αϊδήν ότι όχι μόνον αυτήν, αλλά κάθε άλλην που θα ήθελε του διηγηθή, ήθελεν έχει μεγάλην ευχαρίστησιν διά να την ακούση, ώστε απεφάσισεν ότι την ερχομένην ημέραν ήθελε την ακροασθή. Ερχομένη λοιπόν η ημέρα κατά την υπόσχεσιν που είχεν η Μεδινά, εξύπνησε την Χαλιμάν, λέγοντάς της να διηγηθή την ιστορίαν που υπεσχέθη. Και η Χαλιμά εσηκώθη ευθύς, και άρχισε να λέγη.