United States or France ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σωκράτης Συνδέεις δηλαδή, Αξίοχε, ασκέπτως την αναισθησίαν με την αίσθησιν, και κάπως εναντία προς τον εαυτόν σου και κάμνεις και λέγεις, μη σκεπτόμενος ότι συγχρόνως μεν κλαίεις την αναισθησίαν, συγχρόνως δε λυπείσαι διά σήψεις και στερήσεις των ευχαρίστων ως να επρόκειτο να αποθάνης και μεταβής εις την άλλην ζωήν και όχι ότι θα γίνης τελείως αναίσθητος όπως και προ της γενέσεως.

Αλλά δεν γνωρίζεις ότι η Πατρίς είναι πολύ τιμιώτερον και σεμνότερον και αγιώτερον και από την μητέρα και από τον πατέρα και από όλους τους προγόνους σου· ότι πρέπει να σέβησαι και να περιποιήσαι αυτήν, καί τοι θυμωμένην και άδικον, και ότι ευπειθώς χρεωστείς να πράττης παν ό,τι η Πατρίς διατάττει, και να πληγωθής εις την μάχην, ή και ν' αποθάνης υπέρ αυτής ; Δεν γνωρίζεις ότι, εάν δεν ήναι όσιον να παραβιάζη τις τους γονείς και τας διαταγάς αυτών, πολύ ολιγώτερον όσιον είναι να παραβιάζη τις την πατρίδα και τους νόμους αυτής ; »

Πολλές φορές είπα πως θάβγαιν' η ψυχή μου, ώστε να φτάξω. Και πιάσε να δης πως καίομαι. Άπλωσε ταδυνατισμένο χέρι της και τώπιασα. — Πως καις, αλήθεια! Πέρασαν κάμποσα λεπτά για να βρη τη δύναμη να μου μιλήση πάλι. — Για πε μου, Γιώργο, αν αποθάνω, θα με κλάψης; — Αν αποθάνης; Μα γιάειντα θαποθάνης; Εγώ δε θέλω ναποθάνης...είπα με παιδιάτικη θλίψι, σα, νάμουν έτοιμος να κλάψω. Δε θέλω, γιατί....

Ο Απόστολος με προέτρεψε να έχω πίστιν, και μου υποσχέθη να δεηθή διά σε. Ο Χριστός όστις τον ηγάπησε, δεν θα του αρνηθή τίποτε . . . . Όχι, Λίγεια! Ο Χριστός θα με ελεήση . . . . Δεν θα αποθάνης . . . — Μάρκε! — Λέγε, αγαπητή μου. — Δεν πρέπει να με κλαύσης. Ενθυμού, ότι θα έλθης πλησίον μου, εκεί επάνω. Η ζωή μου δεν θα είνε μακρά, αλλ' ο Θεός θα μου χαρίση την ψυχήν σου.

Δεν θα σε αφήσω, κόρη, ν' αποθάνης απερίσκεπτος, άλλά θα υπάγω εκεί από τούδε μετά των οπλιτών μου τούτων, περιμένων την έλευσίν σου. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Διατί, μητέρα μου, κλαίεις σιωπώσα; ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ Έχω η δυστυχής εις την ψυχήν μου πόνον αρκετόν προς τόσα δάκρυα. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Παύσε, μη εξασθενής το θάρρος μου, και άκουσε μίαν μου παράκλησιν.

Ύπαγε και ζήτησον παρά του Θεού συγχώρησιν των πταισμάτων σου, της είπε με ύφος σκυθρωπόν, φύγε πριν το πονηρόν πνεύμα, το οποίον σε εμάγευσε, σε οδηγήση εις τελείαν κατάπτωσιν και πριν αρνηθής τον Σωτήρα. Είθε να αποθάνης . . . Διέκοψεν αποτόμως τον λόγον του παρατηρήσας ότι δεν ήσαν μόνοι.

Αλλά τι σε πειράζει αυτό; Ή φοβείσαι ότι θ' αποθάνης από δίψαν; Δεν βλέπω να υπάρχη άλλος Άδης εκτός τούτου ή θάνατος απ' εδώ εις άλλον τόπον. ΤΑΝ. Σωστά, αλλά και αυτό είνε μέρος της καταδίκης, να επιθυμώ να πιω ενώ δεν έχω ανάγκην.

Διότι μεταξύ φίλων, οι οποίοι είναι πραγματικοί φίλοι, δεν υπάρχει τίποτε ιδιαίτερον, αλλά όλα είναι κοινά. Αν λοιπόν, όταν λείπη εκείνος, δεν φροντίσω εγώ διά τα συμφέροντά του, είμαι άνθρωπος φαύλος και όχι φρόνιμος. Αλλά άφησε πλέον τον ναόν αυτής της θεάς, διότι, αν αποθάνης συ, αυτό το παιδί σώζεται από τον θάνατον. Αν όμως συ δεν θέλης ν' αποθάνης, θα φονεύσω αυτό.

Σκέψου λοιπόν αυτό, ποίον εκ των δύο θέλεις, ν' αποθάνης συ, ή να χαθή αυτό, εξ αιτίας σου, δι' όσα έκαμες συ εναντίον της κόρης μου. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Ω φήμη, φήμη, μυρίους θανάτους, οι όποιοι δεν αξίζουν τίποτε, έκαμες να φαίνωνται μεγάλοι. Εγώ θεωρώ ευτυχείς εκείνους, των οποίων η φήμη στηρίζεται εις την αλήθειαν.

Α, Κουλούφ, εφώναξεν η Δηλαρά γεμάτη από κλάματα, εσύ υπάγεις διά να αποθάνης και εμένα με παρακινείς να ζήσω εις ειρήνην; σκληρέ, εσύ λοιπόν θέλεις οι ημέρες μου να είναι θλιβερές και ανυπόφερτες· όχι, όχι, θέλω να σε συντροφεύσω, και να κατεβώ μαζί σου εις τον άδην· δεν θέλω ο Ταχέρ, ο μισημένος Ταχέρ, να χαρή τον θάνατόν σου· θέλω κάμει να γνωρίση ο κόσμος, ότι προτιμώ καλύτερα να αποθάνω μετ' εσένα, παρά να ζήσω με τον Ταχέρ.