Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025


Όταν ανθίζ' η αγράμπελη κι' απλώνει τα κλαδιά της 'Στό σχοίνο, στο χαμόδενδρο, στου πεύκου τα κλωνάρια, Στα ρέμματα του ποταμού, στον εγκρεμό του βράχου, Κι' αγέραν, κάμπους και βουνά, την πλάση πέρα ως πέρα Γιομόζει από μοσχοβολιά με τον ανασασμό της.

Και η άχνα όσο θολώνει τον κάμπο πιο πολύ, σιγά απαλά μου απλώνει και μέσα στην ψυχή, κι ό τι έχω ξεχασμένο στα βάθη του καιρού μου το ξυπνά θλιμμένο και ζωντανό στο νου. Κι ως να είν' το παραθύρι προς τη ζωή ανοιχτό, έχει η ψυχή μου γείρει και κλαίει κάθε σβηστό· κάθε καλό χαμένο, κάθε παλιά χαρά και κάθε μου πνιγμένο στης λήθης τα νερά.

τη λάμψη του η φύσι Φαίνεται πούναιόνειρα, σε ύπνο βυθισμένη, Η λίμνη του Μεσολογγιού αστράφτει αγρυπνισμένη, Γιατί τ' αγέρι το τρελλό θέλει να την φιλήση, Κι' όσαις φοραίς το χέρι του απάνω της απλώνει, Πεισμώνει αυτή κι' ανάλαφρα το μέτωπο ζαρώνει. Καθάρια τα νερά της Σωπαίνουν όλα.

Επανειλημμένη υπόσχεσις, η οποία επισφραγίζει την βεβαιότητα όλων των ελπίδων της, τολμηρά θωπεύματα που αυξάνουν τας επιθυμίας της, περιπλέκουν όλην την ψυχήν της· κολυμβά εις μίαν αμυδράν συνείδησιν, εις μίαν προαίσθησιν όλων των ηδονών, ευρίσκεται είς μεγίστην έντασιν, απλώνει τέλος τους βραχίονάς της για να περιπτυχθή όλας της τας επιθυμίαςκαι ο ερωμένος της την αφίνει.

Τότε οχ την Ίδα των θεών κι' αθρώπωνε ο πατέρας κινάει να πάει στον Έλυμπο, και σε λιγάκι φτάνει με την καλόροδη άμαξα στα θεϊκά λημέρια. Εκεί του λύνει ο Ποσειδός τα ζώα, και σεντόνι 440 απλώνει απάς στην άμαξα και στα στασιά τη βάζει. Κι' αφτός σ' ολόχρυσο θρονί, ο βροντολάλος Δίας, να κάτσει πάει, κι' ο βούναρος καθώς πατούσε σιούνταν.

Ήσυχοι οι άλλοι βάδιζαν παλικαριά γιομάτοι, οι Δαναοί, μ' απόφαση στη μάχη να βοηθιούνται. Κι' όπως ο νότος καταχνιά στα ραχοβούνια απλώνει, 10 καταραμένη απ' τους βοσκούς, καλή για νυχτοκλέφτη, κι' όσονε δρόμο πάει πετριά τόσο θωράει το μάτι· έτσι ενώ βάδιζαν πυκνή σηκώνουνταν η σκόνη κάτου απ' τα πόδια, και γοργά διαβαίνανε τον κάμπο.

Δεν μπορώ να το υποφέρω αυτό, φώναξα σχεδόν. Δεν μπορώ να το υποφέρω. Να χάσω και σε και κείνον. Δεν είναι δυνατό να το θέλης. Σηκώθηκε άφωνη και στάθηκε μπροστά σα μια Νιόβη, που απλώνει τα χέρια ναγκαλιάση τα παιδιά της, που χτυπιούνται από τα βέλη των θεών ακόμα και μες την αγκαλιά της. — Άφησέ με να πάρω μαζί το Σβεν, είπε. Θα πεθάνη που θα πεθάνη.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν