United States or South Korea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις Τήνον είχε τότε νομιμοποιηθή το έθιμον να πωλώνται τα φαγώσιμα επί τρεις ημέρας δημοσίως εις την αγοράν, όπως προμηθεύηται εξ αυτών ο λαός, μετά ταύτα δε επετρέπετο η μεταξύ εμπόρων διαπραγμάτευση των περισσευόντων. Εχρεώστουν, φυσικώ τω λόγω, να συμμορφωθώ προς την επικρατούσαν συνήθειαν, αλλά δεν μου ήρχετο να τεθώ επί κεφαλής των βαρελιών μου και να πωλώ δημοσίως τους ιχθύς μου ανά ένα.

ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ Τη γράφω λοιπόν : «Κατόπιν της προτέρας μου επιστολής, κόρη της Λήδας, σοι στέλλω την ανά χείρας ταύτην και σοι λέγω να μη στείλης την κόρην μας εις την κολπώδη της Ευβοίας ακτήν, την ακύμαντον Αυλίδα, διότι τους γάμους της Ιφιγενείας απεφασίσαμεν ν' αναβάλωμεν εις άλλον χρόνον».

Πολλάκις συνέβη να επιφοιτήση εις τον νουν μου ως όνειρον και οπτασία των νεανικών μου χρόνων η μαρμαρυγή των γενουηνσιακών πλακών, ενώ επιπόνως αναρριχώμαι εις τον ανήφορον της οδού Νικοδήμου, προσκόπτων ανά παν βήμα εις ζωντανάς ή νεκράς όρνιθας, εις λόφους κονιορτού, εις πυραμίδας σκουπιδιών, εις απόμαχα υποδήματα, εις φλοιούς καρπουζιών, εις μαύρους ρύακας παρά το πεζοδρόμιον ή ερυθρούς προ των μακελλείων.

Τοιαύτα επέταττεν η ευσέβεια των χρόνων εκείνων, ήτις και αυτήν την μέθην καθίστα θεάρεστον έργον. Εντούτοις η νυξ επροχώρει, ο σ τ ρ α β ο υ λ ά ρ ι ο ς είχεν αποκοιμηθή, το έλαιον της λυχνίας και ο οίνος της λαγήνου εξηντλούντο και μόνη η έξαψις των ρασοφόρων προέβαινεν αυξάνουσα ανά παν ποτήριον.

Διηγούνται δε ότι, αφού εκυρίευσαν επί τέλους την Τρωάδα οι Έλληνες, ευσπλαγχνισθέντες την δυστυχίαν των νικηθέντων, εκήρυξαν ότι έκαστος αυτών ηδύνατο να λάβη μεθ' εαυτού έν των πολυτιμοτέρων του και ν' αναχωρήση. Ο Αινείας, παραβλέψας παν άλλο, έλαβεν ανά χείρας το άγαλμα της Εφεστίου Θεότητός του, όπως έχη αυτήν βοηθόν, και ητοιμάζετο να εξέλθη.

Ούτω δε, αναπνέων δι' όλων αυτού των πνευμόνων τον ικανώς άοσμον κονιορτόν της Αιολικής οδού και κατόπιν της Ερμαϊκής, προκύπτων ανά παν βήμα διά της θυρίδος της αμάξης, ίνα θεωρήση τα εκατέρωθεν κατάφωτα εργαστήρια, και μετ' ανεκφράστου θυμηδίας θεώμενος τους διαβάτας, έφθασεν εις το ξενοδοχείον της Μασσαλίαςήτοι της Ανατολής, ως αυτός εκ παλαιού το εγνώριζε — κ' εζήτησε δωμάτιον επί της οδού.

Εκεί ευρίσκεται τοποθετημένη η Τιμή των ανθρώπων· ο οβελίσκος είνε κτισμένος από λόγια και θεωρίας· έκαστος δε διερχόμενος, προσθέτει ανά μίαν θεωρίαν εις την βάσιν αυτού, και η κορυφή διαρκώς υψούται.

Ο θόρυβος των εργαλείων, τα οποία ο Νταντής, χωρίς να είναι ορατός, όπισθεν του ξυλοτοίχου, έρριπτεν ανά ένα μέσα στο ζεμπίλι τουσκεπάρνια, πριόνια, τριβέλια, κτλ. — εξύπνησε και την λεχώ, την γυναίκα του. — Τ' είναι, μάνα; — Τι να είναι! . . . Ο Κωνσταντής ρίχνει τα σύνεργά του μέσ' το ζεμπίλι! . . . είπε μετά στεναγμού η γραία. — «Και βιο λογαριάζεις;. . » συνεπλήρωσε την παροιμίαν η Αμέρσα.

Εκεί ήσαν υδρίαι λίθιναι έξ κείμεναι, διά την ανάγκην του συνήθους λουτρού και της καθαριότητος των ποδών και των χειρών, όπως είθιστο μετά πάσαν οδοιπορίαν και προ του δείπνου εν τη Παλαιστίνη. Αι υδρίαι αύται εχωρούσαν ανά μετρητάς δύο ή τρείς, τουτέστιν ως δεκαπέντε γαλλόνια. Ο Ιησούς διέταξε τότε τους υπηρέτας· — «Γεμίσατε τας υδρίας ύδατος». Και τας εγέμισαν ως επάνω.

Και ο κήρυξ εφώναξεν ανά τας οδούς ότι, όστις ήθελε κατά τα πάτρια πάντων των Βοιωτών να συμμαχήση, να έλθη και αποθέση τα όπλα του πλησίον των ιδικών των, διότι ήλπιζον ότι διά του τρόπου τούτου ευκόλως ήθελεν υποταγή η πόλις.