Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Αμπουλβάρη, είμαι πολλά ευχαριστημένη που ο πατέρας μου σε έκλεξεν άνδρα μου, μα καταλαμβάνω πως δεν έχεις καμμίαν επιθυμίαν διά να υπανδρευθής· όθεν επάνω εις τούτο το θεμέλιον έχω να σου ζητήσω μίαν χάριν, η οποία θέλει είνε διά καλόν σου, και διά καλόν μου.
Σηκώσου, Αμπουλβάρη, αυτή μου είπε, δεν ηξεύρω αν ημπορής να επαινεθής τόσον διά την ευτυχίαν σου· η Γαντζάδα δεν είναι πλέον μία απόκτησις τόσον πολύτιμη ωσάν που ήτον, επειδή και εγώ δεν έχω τίποτε από τα όσα πλούτη που είχα, με το να τα έδωσα των ιερέων και των εδικών μου που τους τα εμοίρασα, έξω από μερικά διαμαντικά.
Αυτή βλέποντας την σύγχυσίν μου και τον φόβον που είχα, και μην ημπορώντας να κρατηθή από τα γέλοια, μου είπεν Αμπουλβάρη, εγώ δεν επεθύμησα να σε ιδώ διά να σε φοβίσω· δεν είνε τούτη η σκιά της Γαντζάδας, αλλά είνε αυτή η ιδία· η έκστασίς σου κατά αλήθειαν είνε με κάθε δίκαιον εύλογος, επειδή και δεν ημπορεί τινάς να θεωρήση χωρίς έκστασιν ένα υποκείμενον, που να το ηξεύρη πως είνε πεθαμμένον· εγώ το λοιπόν είμαι εκείνη, και διά να σου αφανίσω κάθε σου φόβον και υποψίαν, θέλω σου διηγηθή τον τρόπον που έκαμα, διά να μην αποθάνω καθώς με ενόμιζες.
Μα πώς, ω Γαντζάδα, είπα της γυναικός μου δεν γνωρίζεις εις εμέ την μορφήν εκείνου του Αμπουλβάρη που αγάπησες και σε αγάπησε με τόσην προθυμίαν; Αχ! πόσον με κάνει δυστυχισμένον η τύχη μου, αλλοί εις εμέ, δεν ήλπιζα ποτέ να με δεχθής με τόσην σκληρότητα εις τον γυρισμόν μου· πόσον κακώς μου ανταποκρίνεσαι εις την ανυπομονησίαν που είχα διά να σε ξαναϊδώ.
Ήμουν πολλά ευχαριστημένος εις τούτη την επιτυχίαν διά να ξαναγυρίσω εις την Σεοενδίβ, το περισσότερον διά να ξαναϊδώ την αγαπημένην μου Γαντζάδα αν ήτον τρόπος. Εφθάσαμεν το λοιπόν ύστερον από ολίγας ημέρας εις την Σερενδίβ με το να ελάβαμεν τον αέρα πολλά αρμόδιον, και επήγα πάλιν και εκόνευσα εις το σπήτι του Αμπίμπη. &Συμβεβηκός ΣΤ' του Αμπουλβάρη&
Οπόταν δε με είδε να παρουσιασθώ έμπροσθέν της μου είπεν· Αμπουλβάρη ιδού που ετελείωσεν η διορία που σου έδωσα· είσαι πλέον στερεός εις την γνώμην σου, ή την μετέβαλες καθώς επιθυμώ; Αχ κυρά μου της απεκρίθηκα· εσύ μου είσαι η ακριβώτερη από όλα τα πράγματα του κόσμου και εκραζόμουν ευτυχισμένος εις το να σε αποκτήσω, ανίσως και ήθελα έχει την αδυναμίαν και την αχρειότητα εις το να καταπατήσω την τιμήν μου, διά να παραιτήσω την θρησκείαν του Προφήτου.
Πού θέλουν τελειώσει ετούτα όλα, έλεγα με τον εαυτόν μου; ποίον ευτυχισμένον συναπάντημά μου είνε τούτο; τα πλούτη ετούτα άρα γε θα είνε ετοιμασμένα διά εμένα; ημπορώ τάχατε εγώ αληθώς να ελπίσω πως ογλήγορα θα απολαύνω μίαν κυρά τόσον ωραίαν; όχι, Αμπουλβάρη, μην ελπίζεις εις μίαν τύχην τόσον θαυμασίαν, διά εσένα δεν είνε διωρισμένη· άφησε το λοιπόν που να την ελπίζης τοιούτης λογής, επειδή και μιας αποκτήσεως έτσι υπερβολικής ημπορεί το τέλος της να είνε θλιβερόν, και να αφανισθή ογλήγορα ωσάν ένα όνειρον.
Λαμβάνοντας το λοιπόν τα φλωριά και την ελευθερίαν μου, εβγήκα από την Γολκόνδα, και ερχόμενος εις το παραθαλάσσιον ηύρα ένα καράβι, εις το οποίον εμβαίνοντάς με ευτυχισμένον καιρόν εφθάσαμεν εις το Σουράτ. Εκεί αποφάσισα διά να σταθώ έως που να εύρω κανένα άλλο καράβι, με το οποίον να επιστρέψω εις την Μπάσραν. &Συμβεβηκός Δ'. του Αμπουλβάρη.&
Εχαιρόμουν που ελευθέρωσα την ζωήν μου από τα κύματα της θαλάσσης και από τον Αφρικόν, εθλιβόμουν μεγάλως από το άλλο μέρος, στοχαζόμενος, πως ήμουν εις μίαν έρημον, χωρίς ελπίδα διά να ξαναϊδώ την γυναίκα μου και την πατρίδα μου. &Συμβεβηκός Η'. του Αμπουλβάρη&
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν