United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αίφνης βλέπει την μηλωτήν του ακίνητον, ήσυχον, εκεί επί του βράχου, όπου εξελθών προ μικρού είχεν αφήσει αυτήν. Η καρδία του κτυπά, θαρρείς, να διαρραγή. Θρηνεί, βρυχάται ως λέων: — Καπετάν-Παρμάκη! — Καπετάν-Παρμάκη! Ηκούσθη πάλιν η ηχώ η έρημος, βρυχωμένη, θνήσκουσα, καγχάζουσα την ανθρωπίνην ασθένειαν. Έκφρων τότε, έχων τους οφθαλμούς του καθηλωμένους επί της ακτής, αναζητεί την λέμβον.

Διότι τόρα, που έλαβαν τέλος αυτά, πρέπει και εγώ κατά την συμφωνίαν μας να απαλλαχθώ από το να απαντώ εις εσέ, αφού πλέον έλαβε τέλος η συζήτησίς μας διά τον λόγον του Πρωταγόρου. Θεαίτητος. Μη, σας παρακαλώ, καλέ Θεόδωρε, πριν τόρα πάλιν ο Σωκράτης και συ ερωτήσετε εκείνους, οι οποίοι λέγουν ότι το παν μένει ακίνητον, καθώς προ ολίγου είχατε σκοπόν. Θεόδωρος.

Αλλά προσέτι ουδέν ον αγέννητον είναι δυνατόν να μη έχη αίσθησιν. Διατί αρά γε να μη έχη αυτήν; Διότι βεβαίως η έλλειψις θα ήτο καλυτέρα ή διά την ψυχήν ή διά το σώμα. Αλλά ενταύθα ούτε το έν ούτε το άλλο τούτων είναι αληθές. Διότι η μεν ψυχή διά τούτο δεν θα νοή περισσότερον, το δε σώμα δεν θα διαρκή περισσότερον χρόνον. Άρα ουδέν σώμα μη μένον ακίνητον έχει ψυχήν άνευ αισθήσεως.

Τότε ο Παύλος εβοήθησε τον Χίλωνα να ανέλθη παρά την λεκάνην της κρήνης, και εβύθισε τρις την κεφαλήν του γέροντος εις το ύδωρ λέγων: «Βαπτίζεται ο δούλος του Θεού Χίλων, εις το όνομα του Πατρός, και του Υιού, και του Αγίου Πνεύματος! Αμήν!» Ο Χίλων ήγειρε την κεφαλήν και εξέτεινε τας χείρας. Η σελήνη εφώτιζε με το γλυκύ της φως την λευκήν κόμην του και το ακίνητον λευκόν πρόσωπόν του.

Παρ' ολίγον όμως να λησμονήσω, φίλε μου Θεόδωρε, ότι άλλοι πάλιν είπαν το αντίθετον από αυτούς, παραδείγματος χάριν ότι μένει ακίνητον εκείνο το οποίον ονομάζεται ον, και τα άλλα όσα διισχυρίζονται οι Μέλισσοι και οι Παρμενίδαι αντιθέτως προς όλους αυτούς, ότι δηλαδή έν είναι τα πάντα και μένει ακίνητον εις την θέσιν του, διότι δεν υπάρχει χώρος εις τον οποίον να μετακινηθή.

Εις μερικούς δε φαίνονται όλα τα δίκαια ότι είναι του δευτέρου τούτου είδους, διότι το μεν εκ φύσεως είναι ακίνητον και εις όλα τα έθνη έχει την ιδίαν δύναμιν, καθώς λόγου χάριν το πυρ και εδώ καίει καθώς και εις την Περσίαν, ενώ τα δίκαια βλέπουν ότι μετακινούνται. Αυτό όμως δεν είναι καθώς το νομίζουν, αλλά υπάρχει περίπτωσις, καθ' ην μετακινείται και εκείνο.

Τον ήχον αυτόν τον εγνώριζα αρκετά καλώς. Ήτο η καρδιά του γέρου που εκτύπα. Καθώς ο κρότος του τυμπάνου κεντρίζει τα θάρρος του στρατιώτου, ο θόρυβος αυτός δεν έκαμεν άλλο τίποτε από του ν' αυξήση την μανίαν μου. Συνεκρατήθην ακόμη ολίγον, και εστάθηκα εμβρόντητος. Μόλις ανέπνεα. Εκρατούσα το φανάρι ακίνητον. Με πόσην επιμονήν προσπαθούσα να κρατήσω την ακτίνα ακριβώς επάνω εις το μάτι.

Επειδή και ήτον πολλά πεπαιδευμένος εις τες γνώμες του Αλκοράνου και τες αποφάσεις του Μωάμεθ επάνω εις τον προορισμόν, ήγουν γραπτόν που λέγουσιν οι Τούρκοι, και διά τούτο είχε πολλά ακίνητον σταθερότητα του πνεύματος εις το γραπτόν.

Ο φιλόσοφος λοιπόν, ο οποίος όλα αυτά τα εκτιμά, είναι ανάγκη, καθώς φαίνεται, να μη δεχθή την γνώμην εκείνων, οι οποίοι παραδέχονται έν ή πολλά είδη, και ότι το παν είναι ακίνητον.

Η ύλη και η δύναμις χρήζουσι πάντοτε, ως ποιητικού αιτίου, ενός πραγματικού και ενεργεία όντος, ίνα κινηθώσι και γίνωσιν ωρισμένον τι. Ιδού διατί το είδος είναι πρότερον της ύλης. Το αισθητικόν, ακίνητον ον και απαθές κατ' αρχάς, είναι απλώς εν δυνάμει• άμα όμως πάθη και κινηθή υπό των εκτός, τότε είναι ενεργεία.