Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Αυτό πολύ εσυγκίνησε τον Αντώνη και καθώς ήταν ευαίσθητος, μια μέρα που την ηύρε μονάχη, της είπε πως την αγαπά τόσο, που δε ξέρει, αν γίνεται αγάπη μεγαλείτερη. Η κοπέλλα του αποκρίθηκε με το ίδιο αίσθημα και ο καϋμένος ο Αντώνης ευρέθηκε μια στιγμή στους ουρανούς.

Προς τι την κλαίετε λοιπόν, που είν' ανυψωμένη επάνω απ' τα σύννεφα, εις τ’ Ουρανού τα ύψη; Δεν είναι η αγάπη σας αληθινή αγάπη, εάν η ευτυχία της σας φέρνει τόσην λύπην.

Μου κάνει κακό να το σκέπτωμαι. ΛΕΛΑΤα πράγματα τώφεραν έτσι. Πρέπει να είμαστε γενναίοι στη ζωή. Εσύ θα βρης τρόπο να παρηγορηθής στην αγάπη της κόρης σου. Εγώ; Εγώ είμαι μια γυναίκα συνειθισμένη στις περιπέτειες. Δεν είναι η πρώτη φορά. Θα φύγω μακρυά, ποιος ξέρει τι με περιμένει! Ας μη τα συλλογιζόμαστε όμως, Τάσσο. Ας είμαστε εύθυμοι!

Τοιουτοτρόπως και η προς τον πλησίον αγάπη του χωρικού πλουσιοπάροχον αμοιβήν έλαβε, και προς τους σκληροκαρδίους χωρικούς διδακτικώτατον μάθημα εδόθη. Η προς τον πλησίον αγάπη και αγαθοποιία, παρετήρησεν ακολούθως ο Γεροστάθης, γεννά και άλλο επίσης ευγενές και ωραίον αίσθημα, το αίσθημα της ευγνωμοσύνης, ήτις και τον ευεργετηθέντα τιμά, και τον ευεργέτην ευχαριστεί.

Στο δρόμο, μόλις έφθασα στου Λύκωνα το σπίτι, μαζί με τον Ευδάμνιππο είδα το Δέλφι εμπρός μου· ξανθότερ' από ελίχρυσο είχαν κ' οι δυο τα γένεια κ' εγυάλιζαν τα στήθια των πειότερ' απ' τη Σελήνη, δείχνοντας πως εγύριζαν μόλις απ' την παλαίστρα. Πες μου, Σελήνη, πες μου το πώς μου 'γεννήθη η αγάπη.

Πώς να τη σιχαθή, που είναι αίμα της και ζωή της! Αγάπη μου, δεν ήρθαμε δω πέρα να σε τρομάξουμε μ' ανωφέλητα λόγια. Μη βάζης το χουλιάρι σου κάτω. Δυο λόγια, και φεύγουμε. Τάκουσα πολλές φορές πως είσαι δυνατός διπλωμάτης. Τους παίζεις, λέει, τους Φράγκους στα δαχτυλάκια σου. Ένα πράμα μονάχα, που δε μαθαίνεις να παίζης και μήλα στα χέρια σου. Μπορεί να σου χρησιμέψη αυτή η γύμναση.

Το άσπρο και χλωμό της χέρι χάιδεψε γλυκά κι' αλαφριά την κρύα πέτρα, σαν κορμί αγαπημένο. — Πώς είσαι κρύος, αγάπη μου, σαν το μάρμαρο! Το αγιάζι της νύκτας σε πάγωσε, καλέ μου... Έσκυψε και ζέστανε την πέτρα με την αναπνοή της.

Της πειό μεγάλες τρέλλες. Έπαιξα την ζωή μου ολόκληρη. Εθυσίασα το μέλλον μου...τη φιλοδοξία μου. Ε λ έ ν η. Μα τι έκαμες λοιπόν; Κ ώ σ τ α ς. Ό,τι και αν έκαμα είμαι δικός σου! Το όνομά σου ανέβαινεν εις τα χείλη μου, όταν μιλούσα στην άλλην Ε λ έ ν η Και τώρα η αγάπη σου με την άλλην. Κ ώ σ τ α ς. Ω η αγάπη μου εκείνη... είναι αγάπη καθήκοντος τώρα πειά.

Εκείνος τα έσπρωξε πίσω, με τη ράχη του χεριού του, κ' είπε·Δε χρειάζονται λιεφτά... Κράτα τα να κολλήσης καμμιά λιαμπάδα στη χάρ' τς για τον μορφονιό σ', που είνε ζαμπούνης. Σαν παράξενα σου φαίνονται αυτά; — απέστρεψεν αίφνης τον λόγον προς εμέ η αφηγήτρια. — Τότε ήτον άλλος κόσμος. Οι άνθρωποι είχαν πόνο, είχαν αγάπη αναμεταξύ τους.

Εκείνοι, οίτινες τον ήκουαν, εμεθύσκοντο εκ των λόγων του, εφαντάζοντο ότι υπεράνθρωπος δύναμις τους μετέφερεν εις την Γαλιλαίαν. Εις τα πρόσωπα πάντων ανεγινώσκοντο άρρητος έκστασις και γοητεία, η λήθη του κόσμου τούτου, μακαριότης και αγάπη άμετρος.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν