United States or Saint Pierre and Miquelon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Θα έχης δε ίσως ακούση και περί του αδελφού μου του Ηρακλέους ότι αντικατέστησέ ποτε τον Άτλαντα εκείνον και του πήρε το φορτίον του διά να τον ξεκουράση ολίγον. ΧΑΡ. Τα ήκουσα και αυτά, αλλ' αν είνε αληθινά, συ, Ερμή, και οι ποιηταί το ξέρετε. ΕΡΜ. Αληθέστατα, Χάρων.

ΕΡΜ. Πέρνα, Μένιππε, λαμπρέ άνθρωπε, και έχε την πρώτην θέσιν πλησίον του πλοιάρχου, εις το υψηλότερον μέρος του πλοίου διά να βλέπης όλους τους συμπλωτήρας. Αυτός δε ο ωμορφονιός ποίος είνε; ΧΑΡ. Χαρμόλεως από τα Μέγαρα, ο αξιέραστος, ο οποίος διά κάθε φίλημα ελάμβανε δύο τάλαντα.

ΕΡΜ. Ωραία, μα τον Δία, θα είνε αν υποχρεωθώ και να πληρώνω διά τους νεκρούς. ΧΑΡ. Δεν θα σε αφήσω χωρίς να πλήρωσης. ΜΕΝ. Αν θέλης τράβηξε στην άμμο το πλοιάριον και περίμενε• αλλ' αφού δεν έχω πώς θα πληρωθής; ΧΑΡ. Αλλά δεν εγνώριζες ότι θα επλήρωνες πορθμεία; ΜΕΝ. Το εγνώριζα, αλλά δεν είχα. Λοιπόν έπρεπε διά τούτο να μη αποθάνω; ΧΑΡ. Μόνον συ λοιπόν θα καυχάσαι ότι εταξείδευσες δωρεάν;

ΧΑΡ. Εννοεί βέβαια εκείνους οι οποίοι απέθανον συγχρόνως προ καιρού, αφού εζεύχθησαν εις την άμαξαν και έσυραν την μητέρα των μέχρι του ναού της Αρτέμιδος. ΚΡΟΙΣ. Ας παραδεχθώμεν ότι αυτοί έχουν τα πρωτεία της ευτυχίας. Δεύτερος ποίος έρχεται; ΣΟΛ. Τέλλος ο Αθηναίος, ο οποίος αφού έζησε καλώς, απέθανεν υπέρ της πατρίδος του. ΚΡΟΙΣ. Εγώ δε, κάθαρμα, δεν σου φαίνομαι ευτυχής;

ΧΑΡ. Κάποιος είχε προσκληθή από ένα φίλον του εις γεύμα διά την επιούσαν, και ενώ έλεγε «μάλιστα, θα έλθω χωρίς άλλο», έπεσε μία κεραμίδα από την στέγην, τον βρήκε στο κεφάλι και τον αφήκε στον τόπο. Αυτό μου εφάνη πολύ αστείον, διότι έβλεπα ότι έδιδεν υπόσχεσιν την οποίαν δεν θα ηδύνατο να εκτελέση.

Εκείνος τα έσπρωξε πίσω, με τη ράχη του χεριού του, κ' είπε·Δε χρειάζονται λιεφτά... Κράτα τα να κολλήσης καμμιά λιαμπάδα στη χάρ' τς για τον μορφονιό σ', που είνε ζαμπούνης. Σαν παράξενα σου φαίνονται αυτά; — απέστρεψεν αίφνης τον λόγον προς εμέ η αφηγήτρια. — Τότε ήτον άλλος κόσμος. Οι άνθρωποι είχαν πόνο, είχαν αγάπη αναμεταξύ τους.

ΧΑΡ. Ναι, είνε περιπόθητον το χρήμα. ΕΡΜ. Λοιπόν δεν μου φαίνεται ότι και εγώ έχω άδικον να σου ζητώ όσα μου οφείλεις. 5. &Πλούτωνος και Ερμού.& ΠΛΟΥΤ. Γνωρίζεις τον γέροντα, τον πολύ γέροντα, τον πλούσιον Ευκράτην, ο οποίος δεν έχει μεν παιδιά, αλλ' έχει πεντακισμυρίους κόλακας που θέλουν να τον κληρονομήσουν; ΕΡΜ. Ναι, λέγεις τον Σικυώνιον. Λοιπόν τι;

ΧΑΡ. θυμάσαι, Ερμή, τι σας λέγω εις τα ταξείδιά μας; Όταν φυσήση δυνατός άνεμος και μας έρχεται από τα πλάγια εις το πανί και σηκώνονται κύματα μεγάλα, σεις από άγνοιαν της ναυτικής τέχνης φωνάζετε να μαζευθή το πανί ή να χαλαρωθή ολίγον η σκότα ή να τραβήξωμεν κατά τον άνεμον, αλλ' εγώ σας λέγω να μη ανησυχήτε, διότι γνωρίζω τι πρέπει να γείνη.

Αλλ' ο Όλυμπος μου ενθυμίζει μίαν καλήν ιδέαν, πρέπει όμως και συ να βοηθήσης και να κοπιάσης ολίγον. ΧΑΡ. Να διατάσσης μόνον και θα σε υπηρετήσω όσον δύναμαι.

ΧΑΡ. Σε αφήνω να σκεφθής το καλλίτερον, διότι εγώ δεν γνωρίζω τίποτε και είμαι ξένος εις τον επάνω κόσμον. ΕΡΜ. Πρώτα πρώτα, Χάρων, πρέπει να εύρωμεν ένα ψηλό μέρος διά να ίδης απ' εκεί τα πάντα. Εάν σου ήτο δυνατόν ν' ανέβης εις τον ουρανόν, το πράγμα θα ήτο εύκολον• διότι έτσι θα έβλεπες από πάνω παν ό,τι συμβαίνει εις την γην.