Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τέκνα του Κάδμου του παλιού γενεά νέα, τι συναγμένοι κάθεσθε σ’ αυτούς τους τόπους, με τα κλαδιά της ικεσίας στεφανωμένοι; Και η πόλις είν’ από θυμιάματα γεμάτη, και αντιλαλεί από στεναγμούς κι από παιάνας; Αυτά εγώ απ’ το στόμα να μάθω θέλοντας, κι όχι απ’ το στόμα των μαντατοφόρων ο πολυφήμιστος ήλθα εδώ πέρα Οιδίπους.

— Ω διάβολε! χιλίων ειδών λόγια μου λες. Με είδες ή δεν με είδες; — Σε είδα... δεν σε είδα... είπε διστάζων ο Τρέκλας. — Με είδες, δεν με είδες; — Δεν σε είδα, είπε τέλος ο Τρέκλας. — Λοιπόν εκοιμάσο; — Τώρα ήλθα. — Πρωτήτερα έλεγες ότι εκοιμάσο. — Εκοιμώμουν, είπεν ο Τρέκλας. — Αλλ' αφού ήλθες τώρα, πώς γίνεται να εκοιμάσο; Ή μην ήλθες κοιμώμενος; — Ναι, αυτό είνε, είπεν ο Τρέκλας.

Εβγήκα λοιπόν από την κασσέλαν μου και γάλι γάλι εκατέβηκα από ένα παράθυρον, και από εκεί ήλθα εις τον χοντζερέ, που η βασιλοπούλα ευρίσκετο· η οποία εκοιμώνταν εις ένα ολόχρυσο κρεβάτι, και τριγύρου εις το κρεβάτι της έστεκαν τέσσαρες λαμπάδες αναμμένες.

Τέλος πάντων από την απελπισίαν του έπεσεν εις αρρώστιαν, και ήτον κοντά διά να αποθάνη, οπόταν η Κεριστάνη έξαφνα εφανερώθη εις τον οντά του, του οποίου είπε τούτα τα λόγια. Βασιλέα, εγώ ήλθα διά να τελειώσω τα βάσανά σου, και να σε μεταστρέψω εις την ζωήν που έχεις σχεδόν να την χάσης.

ΑΝΑΧ. Και βέβαια, Σόλων, δεν ήλθα εδώ δι' άλλο τίποτε από την Σκυθίαν, δεν διέτρεξα τόσην ξηράν και δεν επέρασα την τρικυμιώδη Μαύρην Θάλασσαν παρά διά να μάθω τους νόμους των Ελλήνων και σπουδάσω τα έθιμά σας και μελετήσω το καλλίτερον πολίτευμα.

Και τότε μοναχός μου, την ώραν που επρόσμενα η νέα να ξυπνήση, ήλθα απ' τον τάφον μυστικά να την ελευθερώσω, κ' εις το κελλί εσκόπευα να την κρατώ κρυμμένην, έως να στείλω μήνυμα και πάλιν ‘ς τον Ρωμαίον. Αλλ' όταν έφθασα εδώ, λεπτά ολίγα μόλις πριν να την εύρω ξυπνητήν, τους ηύρα και τους δύο, τον Πάρην τον ενάρετον και τον πιστόν Ρωμαίον, αποθαμμένους καταγής.

Και ο ξανθός Μενέλαος τον νόησ' ως ωμίλειε, κ' ευθύς προσφώνησεν αυτούς με λόγια πτερωμένα• «Και ποιος θνητός, ω τέκνα μου, μετριέται με τον Δία; οι δόμοι και τα υπάρχοντα εκείνου αθάνατά 'ναι• θνητός μ' εμέτα υπάρχοντα μετριέται ναι και όχι• 80 ότι αφού έπαθα πολλά, αφού πολύ πλανήθην, μες τα καράβια τα 'φερα, και τ' όκτατ' έτος ήλθα.

Εγώ επάνω εις τες διήγησες που ήκουσα διά την σταθερότητά σου προς την γυναίκα σου, εμβήκα εις περιέργειαν, και ήλθα εις το σπήτι σου υποκάτω εις την μορφήν του Οφφικιάλου, και ευθύς που μου εδιηγήθης την ιστορίαν σου με θάρρος και χωρίς αμφιβολίαν, έλαβα κλίσιν προς εσένα διά να σε βοηθήσω και να σε χαροποιήσω, και έκαμα με τον τρόπον που είδες.

Δεν σου έγραψα μια φορά για ένα παλληκάρι του χωριού, ευθύς ως ήλθα εδώ; Τώρα ερώτησα πάλιν γι' αυτόν εις το Βαλάιμ· μου είπαν πως εδιώχθηκε από την υπηρεσίαν, και όλοι υποκρίνοντο ότι δεν ήξευραν τίποτε περισσότερο γι' αυτόν.

Τρεις ημέρες υστερώτερα, εσυναπάντησα ένα καραβάνι από πραγματευτάδες που επήγαιναν εις την Αίγυπτον, και ανταμωνόμενος με αυτούς ήλθα εκεί· εις την οποίαν ευρέθηκα στενεμμένος διά να μάθω τον υφαντήν διά να ημπορέσω να ζήσω.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν