Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Επί της βασιλείας του υιού του Ψαμμηνίτου μέγιστον θαύμα εγένετο εις την Αίγυπτον· βροχή έπεσεν εις τας Αιγυπτίας Θήβας, όπου ουδέποτε έβρεξεν ούτε πρότερον ούτε έπειτα μέχρι της εποχής μου, ως λέγουσιν αυτοί οι Θηβαίοι. Τωόντι ποσώς δεν βρέχει εις την άνω Αίγυπτον, και τότε ολίγαι μόνον ψεκάδες έπεσον.

Δίδει αυτή τα πτερά· Και εις τον τραχύν, τον δύσκολον Της Αρετής τον δρόμον Του ανθρώπου τα γόνατα Ιδού πετάουν. Μικράν ψυχήν, κατάπτυστον, Κατάπτυστον καρδίαν Έτυχ' όστις ακούει Της δόξης την παράκλησιν Και δειλιάζει. Ποτέ, ποτέ με δάκρυα Δεν έβρεξεν εκείνος Των φίλων του το μνήμα, Ούτε το χώμα εφίλησε Των συγγενών του.

Ουχ ήττον παρεμέρισε μετά προσοχής τα νερόχορτα, ανεκάλυψε καθαρόν κατασταλαγμένον ύδωρ, λιμνάζον, και με το κοίλον της χειρός της έβρεξε το ξηρόν της στόμα. Τότε και η γρηά Αχτίτσα, μικρόν ξεκουρασθείσα, εξήγαγεν από το καλαθάκι της ξηρόν παξιμαδάκι, το έβρεξεν ολίγον, και ήρχισε να ροκανίζη ξηρά-ξηρά, ως ποντικός, εκεί εντός των βάτων και των κισσών.

Η κατατρόπωσις ούτω έγινε γενική και πολλοί ηχμαλωτίζοντο, πολλοί δε και εφονεύοντο και το αίμα έρρεεν άφθονον εις τα νέφη, ώστε να βάφωνται και να φαίνωνται κόκκινα, όπως τα βλέπομεν από την Γην κατά την δύσιν του Ηλίου• πολύ δε και έσταξε κάτω εις την Γην, ώστε να σκέπτωμαι μήπως και κατά τους παλαιούς χρόνους συνέβη κάτι τοιούτον επάνω και ο Όμηρος ενόμισεν ότι ο Ζευς έβρεξεν αίμα διά τον θάνατον του Σαρπηδόνος.

Επί επτά δε έτη μετά ταύτα δεν έβρεξεν εις την Θήραν, και κατ' αυτό το διάστημα όλα τα δένδρα εξηράνθησαν, πλην ενός. Τότε οι Θηβαίοι προσέδραμον εις το μαντείον, και η Πυθία τοις ενθύμισε την αποικίαν εις την Λιβύαν. Επειδή λοιπόν δεν υπήρχεν άλλο μέσον όπως αποφύγωσι το κακόν, πέμπουσιν εις Κρήτην αγγέλους διά να ερωτήσωσιν εάν τις των Κρητών ή των μετοίκων υπήγε ποτε εις την Λιβύαν.

Τω όντι ο Βράγγης ως εξήλθεν εκ της κώμης, εστάθη παρά τινα πηγήν εντός ρεύματος, υπό την σκιάν των πλατάνων και ήκουε τον μελαγχολικόν ψίθυρον του ρύακος όπου εσχηματίζετο και καταρράκτης αρκούντως υψηλός. Εξέβαλεν εκ της πήρας τεμάχιον ξηρού άρτου, έβρεξεν αυτό εις την πηγήν και έφαγε. Την αυτήν στιγμήν ενεφανίσθη ο Δαρώτας, και τον εχαιρέτισεν.

Οσάκις είχε κοιμηθή εν καιρώ ημέρας, εις την ζωήν της δεν ενθυμείτο ποτέ να είδεν όνειρον. Έβρεξεν εις την γούρναν δύο δίπυρα, τα απέθηκεν επί της πέτρας της πλακαρής παρά το χείλος του λάκκου, και τα ελησμόνησεν εκεί επί μακρόν, εωσότου έλυωσαν από το βρέξιμον κ' εσάπισαν. Μετά ώραν, εγέμισε την φούχταν της με τα ψιχία, και τα έφαγε.

Λέξη Της Ημέρας

σαδδουκαίον

Άλλοι Ψάχνουν