Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Το μεγαλείτερον όμως θαύμα του αγίου Νικολάου, που νάχουμε την ευχή του, προσέθετε την επαύριον ο γέρων του χωρίου ιερεύς, είνε ότι ουδέποτε φαιδρότερον επανηγυρίσθη η εορτή του Αγίου Νικολάου εις την νήσον μας από το έτος αυτό. Ετούτο το έλεγε και τα ξανάλεγεν και η γρηά το Μορφάκι, η οποία πρώτην φοράν επί ζωής της είχε μείνει εις την αγρυπνίαν έως το πρωί.

Το μπακαλόπουλο, διηγείτο προς αυτόν ο γέρων την επομένην νύκτα, φιλοξενών πλέον τον Καπετάνιον εν τω κελλίω του, εν τοις προαυλίοις της αγίας Σοφίας, το μπακαλόπουλο, εμβήκεν από την πίσω πόρτα του αγίου Βήματος, η οποία ανοίγει μόνον το Μέγα Σάββατον το βράδυ και έπειτα μένει κλειστή όλον τον χρόνον.

Κατά την Σύναξιν Αγίου Ιωάννου, την επαύριον των Φώτων, εώρταζεν, ως είπομεν, και ο καπετάν-Γιάννης ο Τζαφέρης, μαζί με όλους τους άλλους Γιάννηδες. Υπήρχον δε πολλοί εις το χωρίονσχεδόν πάσα τρίτη οικία είχε ένα Γιάννηντους οποίους είξευρον ακριβώς όλους, και είχον τον κατάλογον, οι δύο πιστοί φίλοι, ο Αποστόλης ο Καλούμας και ο Πέτρος ο Γύφταρος, αμφότεροι βαστάζοι της αγοράς.

Ήδη κατήρχοντο από του φεγγίτου κάτω κρότοι βηματισμών ανθρώπων μεταβαινόντων από τας ενορίας βιαστικά εις την Μητρόπολιν, συνοδευόμενοι μ' εκρηκτικούς κρότους πυροτεχνημάτων και φωνάς ηχηράς παιδιών, προληπτικώς ημιψαλλόντων το Χριστός Ανέστη, ενώ ο Καλόγηρος, ο νεωκόρος του Αγίου Δημητρίου, συνεζήτει θορυβωδώς μετά τινων γραιών περί της ώρας, οπού ανασταίνουν οι Αρμένιοι, κ' έφθανον εις το υπόγειον οι ασυνάρτητοι βραχνοί λόγοι του.

Ο μπάρμπ’-Αναγνώστης ο Παρθένης, όστις είχε φθάσει αρτίως κ' εκάθητο επί της πεζούλας, έξωθεν του ναΐσκου της Παναγίας, περιμένων να έλθη ο παππα-Μπεφάνης, διά να διαβάσουν τον εσπερινόνήτο δε τότε η ημέρα του αγίου Στεφάνου, τρίτη από των Χριστουγέννωνεπρότεινε γνώμην ότι έπρεπε να πάρουν λεπτόν αλλά γερόν σχοινί, να κάμουν θηλειάν, τεχνικά, εις την άκρην και να το ρίψουν κάτω, διά να τραβήξουν τας δύο αίγας.

Τα έτη και η τρυφή είχον μετριάσει το φιλοκίνδυνον των δύο μοναχών, οίτινες μετά φρίκης ανελογίζοντο τους κόπους και τας στερήσεις του πλάνητος βίου, συμμεριζόμενοι την γνώμην του Αγίου Αντωνίου, καθ' ον τα μοναστήρια είναι διά τους καλογήρους ως η θάλασσα διά τους ιχθύας, και ως εκείνοι απόλλυνται εξερχόμενοι του ύδατος, ούτω μαραίνονται και οι μοναχοί αφίνοντες τα κοινόβια.

Και, προχωρών ο Ροΐδης, καυτηριάζει την δοκησισοφίαν των νεολλήνων γραφόντων: «Προ μερικών μηνών ανεφέρετε με θαυμασμόν και απορίαν εις την αξιότιμον εφημερίδα σας, ότι ένας κάποιος Κ. Ρηγόπουλος, εμπνευσθείς υπό πνεύματος Αγίου, κατώρθωσε ν' ανασκευάση τον Ρενάν χωρίς να τον αναγνώση.

Αν δε τύχη να είνε η ημέρα φθινοπωρινή, ο ουρανός μολυβδόχρους, να σείη υγρός άνεμος τα καλάμια, να παίζουν πάπιαι εις λίμνας σχηματισθείσας υπό προσφάτου βροχής και να παρελαύνουν επί της βορβορώδους λεωφόρου κοπάδια γάλλων και αμάξια μούστου και σανού, δεν χρειάζεται τότε μεγάλη δύναμις φαντασίας διά να υποθέση τις ότι κατώρθωσε δι' ενός πηδήματος να μετοικήση από την οδόν Αγίου Κωνσταντίνου εις χωράφιον της Βλαχίας.

Αλλ' η τροφή αύτη, ήτις τοσούτω παχείς καθιστά τους συντρόφους τούτους του Αγίου Αντωνίου, κατέστησε μετ’ ου πολύ αυτόν τε και την θυγατέρα του ισχνοτέρους των επτά σταχύων, ους είδε ο Φαραώ. Μάτην επειράθη ο καλόγηρος ν' ανανεώση το θαύμα του συμπατριώτου αυτού Αγ.

Αφού δε εξετύλιξεν εκείνη εις τα όμματα της κορασίδας το απαστράπτον κομβολόγιον των κοσμικών ηδονών, προσήλθεν η ρασοφόρος αυτής σύντροφος και διά φωνής ρεούσης η σ υ χ ή, ως η πηγή του Σιλωάμ, ήρξατο να λέγη. ««Εγώ δε, Ιωάννα, ειμί η αγία Λιόββα, τέκνον ως και συ της Βρεττανίας, εξαδέλφη του προστάτου της χώρας ταύτης Αγίου Βονιφατίου και φίλη του υπό το χώμα τούτο αναπαυθέντος πατρός σου.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν