United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Αλλά τοιουτοτρόπως καθιστάς άχρηστον, ω αρχηγέ, την απαράμιλλον στρατιωτικήν εμπειρίαν σου, διασπάς τον στρατόν συγκείμενον, ως επί το πολύ, εξ εμπείρων πεζομάχων, δεν χρησιμοποιείς τας ομολογουμένας στρατιωτικάς γνώσεις, σου, εγκαταλείπεις την μόνην ασφαλή οδόν και απορρίπτων το ασφαλές και βέβαιον παραδίδεσαι εις την τυφλήν τύχην. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Θα πολεμήσω και κατά θάλασσαν.

«Ύστερα μώλεγε κρυφά να σου ζητώ τη χάρη Να μ' αξιώσης μια φορά ένα σπαθί να ζώσω Και να μην έρθη ο θάνατος να μ' εύρη, να με πάρη Πριν πολεμήσω ελεύθερος, για σε πριν το ματώσω. Πατέρα παντοδύναμε! Άκουσες την ευχή μου Μου φύτεψες μες την καρδιά, αγάπη, πίστη, ελπίδα, Έδωκες μιαν αχτίδα σου, αθέρα στο σπαθί μου Και μούπες, τώρα πέθανε για με, για την πατρίδα.» »Έτοιμος είμαι, Πλάστη μου!

Η κρίση, που ξύπνησε αμέσως τότε όταν είτανε γι' αυτή, κοιμάται τώρα που είναι για με το ζήτημα, θέλω να πολεμήσω με το θάνατο για να βαστάξω την ευτυχία της και τη δική μου, έτσι όπως ανθούσε μια φορά, όχι τότε που μας χαμογελούσε η ζωή, μα τουλάχιστο τότε που δοκιμάσαμε την τιμωρία της κι ωστόσο νομίζαμε πως μπορούσε να μας χαμογελάση. Ήθελα να κάμω το καθετί για να την ξανακερδίσω.

Ναι, τώρα εγώ δε θα μπορώ να πολεμήσω πια άλλους, μα ώρα κακή και θάνατος θα βρει νομίζω εσένα σήμερα εδώ, κι' απ' τ' όπλο μου σφαγμένος θα χαρίσεις δόξα σ' εμένα, την ψυχή στον καβαλάρη χάρο445 Είπε, κι' εκείνος γύρισε και τόκοψε φεβγάλα· σαν έστριψε όμως, τούμπηξε στους ώμους το κοντάρι ίσα στη μέση, κι' αντικρύ του τόβγαλε ως στα στήθια.

Ας ήλθεν εις το κάστρον μου το δάσος της Βιρνάμης, γυναίκ' ας μη σ' εγέννησεν εσέ που μ' αντικρύζεις, ως την εσχάτην μου πνοήν να πολεμήσω θέλω! Ιδού με, εις το στήθος μου προτείνω την ασπίδα. Εμπρός, Μακδώφ! Κτύπα εδώ! Εμπρός! κι' ανάθεμά τον εκείνον απ' τους δύο μας που πρωτοκράξη: φθάνει! ΜΑΛΚΟΛΜ Ας έβλεπα τριγύρω μου κ' εκείνους που μας λείπουν. ΣΙΒΑΡΔΟΣ Θα σκοτωθούν και μερικοί!

Ω αχάριστη, με τέτοιαν ανταμοιβήν πληρώνεις την αγάπην μου; ποία άραγε να είναι η γνώμη σου; ιδού το στράτευμά μου, που έμεινε χωρίς ζωοτροφίαν· τι έχει να ακολουθήση; μίλησε· και τι θέλει γένει εις εμένα; θέλεις καθώς βλέπω διά να παραδοθώ εις τους εχθρούς μου χωρίς να πολεμήσω; πώς ημπορώ να υποφέρω τούτο χωρίς να σε ελέγξω;

Αυτά 'πε, κ' εγώ προς αυτήν απάντησα και είπα• «μητέρα, ανάγκη μ' έφερετον Άδη να ερωτήσω την μοίραν απ' τον παλαιόν Θηβαίον Τειρεσία• 165 τιάκραν γης Αχαϊκής δεν έχω φθάσει ακόμη, και δέρνομαι ακατάπαυτα μακράν απ' την πατρίδα, απ' την στιγμήν 'που ως οπαδός του δοξασμένου Ατρείδη να πολεμήσω επέρασατην εύιππην Τρωάδα. τώρα εις εμέ φανέρωσε, μ' αλήθεια λέγε, ποία 170 μοίρα του τεντοπλάγιαστου θανάτου σ' έχει σβύσει• ήταν αρρώστια μακρυνή; μη σ' εύρεν η τοξεύτρα Άρτεμις και σ' ενέκρωσε με τα λεπτά της βέλη; τι γίνεται ο πατέρας μου, και ο υιός οπ' έχω αφήσει; την εξουσία μου κρατούν, ή κάποιος των ηρώων 175 άλλος την έχει, και θαρρούν πως δεν θα γύρω πλέον; ειπέ μου και το φρόνημα, την γνώμη, της συντρόφου• με το παιδί μας μένει αυτή και κυβερνά το σπίτι, ή πρόκριτος των Αχαιών ήδη την πήρε νύμφη

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ναι, οδηγήσατέ τους· θα ομιλήσω μετ' αυτών απόψε δε θα εκχειλίση ο οίνος διά των ουλών αυτών. — Ελθέ, βασίλισσά μου. Δεν απερροφήθη εισέτι όλη μου η ικμάς. Την πρώτην φοράν καθ' ην θα πολεμήσω, θα αναγκάσω τον θάνατον να με αγαπήση, διότι θα διαγωνισθώ και προς το θανατηφόρον του δρέπανον. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Και τον κεραυνόν αυτόν δύναται τώρα να περιφρονήση!

Ποιος ξέρει μην η μοίρα, Αδέρφια, μ' αποκοίμισε για να με συνειθίσητου τάφου το τρισκόταδο. Εγώ κι' ο γέρο Χάρος Εψές λογαριαστήκαμε, και ’ς το κατάστιχό του Ένα μικρό καταιβατό μένει άγραφο για μένα. Γνοιαστήτ' εσείς τους ζωντανούς. Εγώ θα πολεμήσω Για τα παληά μας κόκκαλα. Στη φλόγα του πολέμου, Σα μέσαένα θυμιατό, θα ρίξω το κορμί μου Να γένω νεκρολίβανο ’ς το φοβερό τρισάγιο.

Μα αν τώρα θες να πολεμήσω, ας είναι, πες τους, των άλλων Αχαιών και Τρώων, να καθήσουν και βάλτε εμένα με το γιο τ' Ατρέα εκεί στη μέση για τη Λενιό κι' όλο το βιος να χτυπηθούμε οι δυο μας. 70 Κι' όποιος νικήσει και φανεί πιο άξιος, τη γυναίκα κι' όλο ας το πάρει λέω το βιος κι' ας πάει στο σπιτικό του τότες ν' αμώστε οι άλλοι σας όρκους πιστούς αγάπης, και χαίρεστε την Τροία εσείς, κι' εκείνοι πίσω ας πάνε στ' Άργος που θρέφει ομορφονιές και ζηλεφτά πουλάρια75