United States or Afghanistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτήν την ασυμφωνίαν μεταξύ λύπης ή ηδονής και της λογικής γνώμης εγώ την θεωρώ ως την εσχάτην αμάθειαν, ως σπουδαιοτάτην δε διότι περιστρέφεται εις το περισσότερον περιεχόμενον της ψυχής. Διότι η δύναμις της ψυχής, η οποία λυπείται και χαίρει, είναι το ίδιον με τον δήμον και τον λαόν μιας πόλεως.

Τότε εστάθη με προσοχήν και ήκουσε καθαρά ταύτα τα λόγια: «Ω σκληρά και ανελεήμων τύχη, που δεν με άφησες να χαρώ καν μίαν ώραν εις ευτυχίαν, και με κατήντησες εις την πλέον εσχάτην δυστυχίαν, αθλιέστερον από όλον το ανθρώπινον γένος, παύσε μίαν φοράν να με καταδιώκης, και δώσε μου ένα γρήγορον θάνατον διά να ελευθερωθώ από τόσους πόνους.

ΜΑΚΒΕΘ Αργότερα 'μπορούσε ν' αποθάνη . Ας ήτο κι' άλλοτε καιρός αυτό να το ακούσω. Αύριον, και αύριον, και αύριονκαι φεύγει ακολουθεί σιγά σιγά ημέρα την ημέραν, ως την εσχάτην συλλαβήντου Χρόνου το βιβλίον! Και κάθε χθες οπού περνά, ήτο φανός να φέξη μωρούς θνητούς να σκονισθούντον δρόμον του θανάτου! Σβύσε, 'λιγόζωε δαυλέ!

ΛΟΓ. Ουχ' εκών μεν, είπω δε. — Ετύγχανον σήμερον πεινών την εσχάτην πείναν· και δη έδοξέ μοι πορευθήναι εν τω εδωδιμολεσχοοικητηρίω· και κορεσθήναιαπελθών ουν, εύρον και συνδαιτυμόνας πλείστους αυτόθι συνευωχουμένουςκαι δη τοίνυν δέδοχεν αυτοίς την εφημερίδα αναγνούσιν, ευθυμητέον είναι την της Ελλάδος παλλιγγενεσίαντοιγαρούν εσθιόντων, πινόντων, αδόντων, υμνούντων, και ορχομενοευφραινομένων.

Νομίζεις ότι οι βιβλιογράφοι Αττικός και Καλλίνος θα σου χρησιμεύσουν ως συνήγοροι και μάρτυρες υπερασπίσεως εις την κοινήν κατάκρισιν; Όχι, αλλ' άνθρωποι σκληροί θα σε συντρίψουν, αν οι θεοί θέλουν, και θα σε ρίψουν εις την εσχάτην πενίαν.

Αίφνης, ωσανεί τα καταλειβόμενα δάκρυα του παιδός μετέδωκαν εσχάτην τινά θέρμην εις την αποψυχομένην καρδίαν της, το βλέμμα της ανεζωογονήθη, και η νεκρουμένη χειρ αυτής έσφιγξεν ισχυρώς την μικράν χείρα του ορφανού. — Καλότο! είπεν ασθενώς· καλότο! Και λαβούσα υπό το προσκεφάλαιόν της μικράν δέσμην παλαιών και κιτρινισμένων χαρτίων, τυλιγμένων εις μελανήν μετάξινην κλωστήν.

Ο Καραϊσκάκης εφρόντισε ν' αυξήση τας πολιορκούσας το μοναστήριον φρουράς, διά να μην αφήση να σταλώσιν εις τους αποκλεισμένους βοήθεια και τροφαί από τον Κιουταχήν, το οποίον υπώπτευεν· ο Κιουταχής όμως, μ' όλον ότι οι αποκλεισμένοι κατώρθωσαν να του γνωστοποιήσωσι διά τινος επίτηδες απεσταλμένου την δεινότητα της θέσεώς των και τας ανάγκας των, δεν έπραξέ τι προς βοήθειάν των ούτε εκείνην την νύκτα, ούτε την επομένην ημέραν ή διότι δεν ηδύνατο, ή διότι ενόμισεν ότι δεν ήσαν εις την εσχάτην ανάγκην, αλλ' ηδύναντο ακόμη ν' ανθέξωσι.

Ήτο δε και ο μόνος όστις κατώρθωσε να μαντεύση πού έκειτο η σωτηρία. Πάντες οι σύγχρονοι αυτού ήσαν υπέρ των άκρων. Οι μεν ήθελον την εσχάτην κατά της Ρώμης αντίστασιν και την απεγνωσμένην υποδούλωσιν εις τους Αγαρηνούς.

Ενόμιζεν ότι έλεγε ταύτα εναντίον του εχθρού του και εγέλα πολύ με την αποφράδα και δεν ενόει ότι έδιδε την εσχάτην απόδειξιν της απαιδευσίας του. Διά τούτο έγραφε τον παρόντα λόγον εκείνος όστις με προαπέστειλε προς υμάς, διά να δείξη ότι ο περίφημος σοφιστής αγνοεί τα κοινότατα της Ελληνικής γλώσσης και αυτά ακόμη τα οποία γνωρίζουν οι άνθρωποι των εργαστηρίων και των καπηλειών.

Ανήγγειλαν κατ' επανάληψιν εις τον αρχηγόν ότι εξέλιπον διόλου σχεδόν και αι τροφαί και το νερόν και τα ιατρικά διά τους πληγωμένους και ασθενείς, ώστε ευρίσκοντο εις την εσχάτην αμηχανίαν. Τούτο έδωκεν αιτίαν εις τον Καραϊσκάκην να συγκροτήση συμβούλιον περί της Ακροπόλεως. Συνήλθον λοιπόν εις την σκηνήν του μέρος των προκριτωτέρων αξιωματικών και ο Κόχραν.