United States or Bouvet Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ω πλούτε και βασιλεία στην γην, που απ’ όλες τις τέχνες τις ανθρώπινες εξέχεις° κάμνεις όλοι του βασιλέως τη ζωή να τη ζηλεύουν, αφού για τον βασιλικόν τον θρόνον, όπου η πόλις μού τον έδωκε, άξιό μου δώρο, χωρίς εγώ να το ζητώ, τούτος ο Κρέων, ο πρώτα φίλος μου πιστός, μ’ επιβουλεύει, το σκήπτρον αυτό θέλοντας για τον εαυτό του, και μου ’στειλε τον μάγο αυτόν και τον πανούργον, τον δόλιον, τον αγύρτη αυτόν που μόνο κέρδη αγαπά, κ’ είναι τυφλός εις την μαντείαν.

Αυτά λοιπόν, επειδή επιθυμώ να σας υπενθυμίσω και να ζητήσω δι' εκείνα, τα οποία πρόκειται να είπω, όχι το μικρότερον αλλά το μεγαλύτερον μέρος της συγχωρήσεώς σας, είπον όλα αυτά, Σωκράτη. Αν λοιπόν, νομίζετε, ότι δικαίως ζητώ αυτό το χάρισμα, δότε μου αυτό μ' ευχαρίστησιν.

Του λόγου τους, κυρ Χαλέμ, λέγει πλησιάζων νέηλυς άλλος, σύρων κατόπιν του μικράν ομάδα ρακενδύτων και μονοσανδάλων, είνε παλληκάρια ένα κ' ένα, που πεθαίνουντώνομά σου. Περιποιήσου τα, σε παρακαλώ. — Να μου ζήσης! φωνεί πλησιάζων ο αρχηγός των παλληκαριών, και προσθέτει ταπεινοτέρα τη φωνή·Τα παιδιά διψούν! 'Ξελαρυγγίσθηκαν από χθες να φωνάζουν: Ζήτω!

Καρολίνα! — Τετέλεσται! αι αισθήσεις μου συγχέονται, από οκτώ ημέρες δεν έχω πια τη δύναμη να σκεφθώ, τα μάτια μου είναι γεμάτα δάκρυα· πουθενά δεν είμαι καλά και είμαι καλά παντού! Δεν εύχομαι τίποτε, δεν ζητώ τίποτε· θα ήταν το καλύτερο να φύγω». Η απόφαση ν' αφήση τον κόσμο είχε επικρατήσει τον καιρό αυτό στην ψυχή του Βερθέρου σιγά σιγά.

Την ταύτην οι θεοί οι ίδιοι την ζητούν· και εγώ, Λίγεια, όστις μέχρι τούδε δεν εγνώρισα τον έρωτα, θέλω να βαδίσω εις τα ίχνη του και ζητώ ομοίως εκείνην, ήτις θα δυνηθή να μου δώση την ευτυχίαν . . .

Όπως ήσαν πιασμένοι εις τον χορόν, ούτως εκίνησαν εκ του υψηλοτέρου μέρους της αγοράς, διά ν' ανέλθωσιν εις την ενορίαν. Άμα έκαμψαν την πρώτην ανωφερή γωνίαν, επί της παραλλήλου οδού εφάνη η αντίθετος διαδήλωσις κατερχομένη εκ της άνω συνοικίας, προς την αγοράν βαίνουσα, με τας κραυγάς των γυμνοπόδων παίδων·Ζήτω οι καλοί, πατριώταις! Ζήτω η νοικοκυρωσύνη!

Από σένα αυτό. . . Εγώ. . . Δημήτριε!. . . Να πάρη η κατάρα!.. Από σένα αυτό δεν το περίμενα!. . . Γραφτό ήταν τη χάρι πού σώκαμα — Α! θα μου το πληρώσηςτης Θεσσαλίας Έπαρχον όταν σε ονομάτισα, τώρα να μου την αποδώσης έτσι. . . ΑΓΙΟΣ ΔΗΜ. Δεν αποστάτησα από τον ευεργέτη μου. Τον μυτριτό να κάνω ζητώ, λιγάκι λύπη στην καρδιά του να αισθανθή για τα παιδιά του.

Πες στη μητέρα μου να προσεύχεται για το γυιό της και ακόμη πως της ζητώ συγχώρηση για κάθε λύπη που της επροξένησα. Αυτή ήταν η τύχη μου, να δίνω λύπη σ' εκείνους που έπρεπε να δώσω χαρά. Έχε γεια, πολυαγαπημένε μου φίλε! Έχε όλη την ευλογία του Θεού! Χαίρε».

Άλλος μουσαφίρης πάλε! εγόγγυσεν άμα είδε τον κυρ Κωνσταντόν κοιμώμενον^ κουτσοί-στραβοί στον Άι-Παντελεήμονα! Ευλόγησον, πατέρες! Εκρέμασε το λυχνάριον επί του πτερυγίου της εστίας, εγονάτισε και ήρχισε να ξανάπτη την φωτιάν, και εξηκολούθησεν: — Από πού με το καλό, αυτός πάλε! Ας είν' καλά οι χριστιανοί! Τα ποτήρια ξεπλύνετε, και οι παίδες ας κερνούν. Ζήτω η κρασοκατάνυξις! ευλόγησον πατέρες!

Έτσι σα φόρεσε όλα της στο σώμα τα στολίδια, βγαίνει να σύρει, κ' έπειτα την Αφροδίτη κράζει χώρια απ' τους άλλους τους θεούς και της μιλά 'να λόγο «Μια χάρη, φως μου, σου ζητώ, και πες μου, θαν την κάνεις, 190 ή μήπως τάχα θ' αρνηθείς κι' έχει η καρδιά σου κάκια που εγώ βοηθάω τους Αχαιούς κι' εσύ βοηθάς τους Τρώες