United States or South Georgia and the South Sandwich Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε εσκέφθη να πάρη το καλάθι της και το ραβδί της, να εξέλθη από την μικράν κόγχην, ν' αναβή επάνω εις την λόχμην την σύδενδρον, και να πάρη σιγά το ρέμμα-ρέμμα, και ν' αρχίση πάλιν, την παλαιάν της τέχνην, να ψάχνη προς ανεύρεσιν βοτάνωντα οποία δεν ήξευρε πλέον εις τι θα της εχρησίμευον, αφού δεν είχε πλέον εις τον κόσμον άλλο άσυλον, ειμή την ειρκτήν και μόνην.

Και λοιπόν η μεν σοφία τίποτε δεν αντιλαμβάνεται από εκείνα τα οποία κάμνουν τον άνθρωπον ευτυχήδηλαδή δεν περιστρέφεται εις την γένεσιν κανενός πράγματος — , η δε φρόνησις το έχει μεν αυτό, αλλά ποία η ανάγκη αυτής, αφού η μεν φρόνησις περιστρέφεται εις τα δίκαια και καλά και αγαθά διά τον άνθρωπον, αυτά δε είναι έργα του αγαθού ανδρός, και όμως με μόνην την γνώσιν δεν γινόμεθα διόλου ικανώτεροι εις την εκτέλεσιν αυτώναφού αι αρεταί είναι συνήθειαικαθώς ούτε εις τα υγιεινά και την ευρωστίαν, τα οποία δεν θεωρούνται ενέργειαι αλλά διαθέσεις; Διότι εις τίποτε δεν είμεθα εκτελεστικώτεροι με το να έχωμεν την ιατρικήν και την γυμναστικήν.

ΜΑΚΒΕΘ Ω! Είσαι απαράλλακτον το φάντασμα του Βάγκου! Φύγ' απ' εδώ! Το στέμμα σου τα 'μάτια μου τα καίει! — Εσύ δευτέρα κεφαλή χρυσοστεφανωμένη, έχεις τα ίδια τα μαλλιά ωσάν την πρώτην... Κι' άλλη, ίδια κι αυτή! — Βρωμόστριγλαις, τι φέρνετε εμπρός μου. Και τέταρτος! ...Ω 'μάτια μου, χυθήτε! ...Η σειρά με μόνην την συντέλειαν του κόσμου θα τελειώση;... Κι' άλλος! ακόμη!

Το πλέον κοντόν και χονδρόν έστεκε ολίγον παράμερα από τα άλλα· είχε μόνον μίαν κλείδωσιν και δεν ήξευρε να διπλωθή παρά μίαν μόνην φοράν, και όμως έλεγεν ότι αν λείψη από ένα άνδρα, δεν αξίζει πλέον ο άνδρας εκείνος διά τον πόλεμον. Όταν εκομπορρημονούσεν ωμιλούσεν Ελληνικά, και έλεγεν ότι ονομάζεται Α ν τ ί χ ε ι ρ.

Έν είδος μισανθρωπικού αισθήματος ενεφώλευεν εν τη καρδία μου· έν πικρόν, απεριγράπτως συγκινητικόν παράπονον εκάθητο επί των χειλέων μου. Παράπονον ασθενούς τρυφερού παιδίου προς την μόνην αυτού μητέρα, την Φύσιν, προς τας αγκάλας της οποίας έλκεται υπ' εμφύτου στοργής, μικρόν αφού έχει υποφέρει τας σκληροτέρας συνεπείας του αλλοπροσάλλου χαρακτήρος της.

Διότι δεν ανήλθεν εις τα άνω, αλλά κατηυθύνθη προς άρκτον, γείτων της γης, μόλις υπερέχουσα του εδάφους. Αλλά πλην τούτου μοι είπε το τελευταίον·Απέρχομαι ίνα καθάρω τον ναόν μου από των συμβούλων της βαρβαρότητος, και ίνα καταλάβω αυτόν ως ανήκοντα εις εμέ μόνην. »Ήδη δε εβεβαιώθην ότι απήρχετο εις τον Παρθενώνα.

Εις ενενήκοντα χιλιάδας αναβιβάζονται οι χριστιανοί, όσοι εφονεύθησαν τότε εις μόνην την Αγίαν πόλιν υπό των Περσών και των Ιουδαίων. Και αυτούς τους Χριστιανούς, τους οποίους οι Πέρσαι ηχμαλώτιζαν διά να τους πωλήσουν ως δούλους, τους ηγόραζαν οι Ιουδαίοι και τους εφόνευαν. Κατά την επιδρομήν εκείνην εφονεύθησαν και χιλιάδες μοναχών.

Ο αναγνούς σελίδας μυθιστοριογράφων των βορείων κλιμάτων, βλέπων τα μέρη ταύτα, αναπαριστάνει διά της φαντασίας του τα ωραιότερα τοπεία, ων τας περιγραφάς ανέγνω, με μόνην την διαφοράν ότι απ' εδώ λείπει ο βαθύς μελαγχολικός πέπλος, όστις ως αιωνία ομίχλη καλύπτει εκείνας, το δε μαρμαίρον φέγγος του ουρανού του Αιγαίου και το θάλπος του χειμερινού ηλίου του, πλέον του τριημέρου μη απολείποντος, καθιστά την παραλίαν ταύτην επηρμένην πτυχήν τινα μεσημβρινής Σκωτίας, εν η το άγριον του πόντου και των βράχων ηδέως συγκεράννυται μετά του απαλού φωτός της ημέρας.

Του επέρασε λοιπόν η ιδέαηκούσθη μία φήμηότι ο Μπάρμπα-δήμαρχος είχε παράδες και δεν τους εμαρτυρούσε, Ταύτα σκεπτόμενος και έχων αυτήν την πεποίθησιν, ημέρας τινάς μετά το τρίτον κάκιωμα απέστειλε την θείαν του την Σταματίτσαν, την μόνην συγγενή του εις το χωρίον. — Τι πάθατε πάλι; ερωτά την Μιλάχρω μετά προσποιήσεως η Θεια- Σταματίτσα. — Δε μας κλαις, Χριστιανή μ! απήντησεν η Μιλάχρω.

Ότε δε επεχείρησεν ο ευσεβής Λουδοβίκος να επαναγάγη τας αποπλανηθείσας ταυτάς αμνάδας υπό τον ζυγόν του Αγίου Βενεδίκτου, εκείναι απεκρίθησαν εν πληθούση Συνόδω, ότι εις μόνην την Ηγουμένην των εχρεώστουν υπακοήν, τας δε νηστείας και την αγνότητα έμελλον μεν να φυλάττωσι κατά το δυνατόν, αλλ' ούτε δι' όρκου ούτε δι' υποσχέσεως οιασδήποτε έστεργον να υποχρεωθώσι, φοβούμεναι, ως έλεγον, μη εις το α μ ά ρ τ η μ α τ η ς σ α ρ κ ό ς π ρ ο σ θ έ σ ω σ ι κ α ι τ η ν ε π ι ο ρ κ ί α ν.