United States or São Tomé and Príncipe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο δε ναύτης, διαλογιζόμενος την στιγμήν, κατά την οποίαν ο Άγιος έσωσε το κλυδωνιζόμενον σκάφος, έτοιμον να καταποντισθή, εφαντάζετο τον άγιον ιστάμενον ατρόμητον εν τη πρύμνη και βαστάζοντα κραταιώς το πηδάλιον, ενώ η εικών παριστά τούτον καθήμενον επί θρόνου και ευλογούντα.

Αλλά την παραμονήν του γάμου, το βράδυ, την ώραν που ενύχτωνενόταν είδε την επιμονήν των γονέων της, να μη θέλουν να της δώσουν αρκετήν προίκα, και είδε την απονιάν της μητρός τηςπαραφυλάξασα την ώραν οπότε η γραία εξήλθε προς στιγμήν από την οικίαν δι' έν θέλημα, κατέβη με παλμόν καρδίας κρυφά στο κατώγι· έψαξε και ανεύρε το κομπόδεμα, το σκυλοδεμένο, και το έλυσεν.

Τους πνίγομεν εν εθνικώ συλλαλητηρίω, και αμφίβολον είνε αν θα ευρεθή κατά την μεγάλην εκείνην και ιεράν στιγμήν Έλλην άνθρωπος, όστις να εγείρη την φωνήν αυτού υπέρ των θυμάτων, υπεραπολογούμενος αυτών οπωςδήποτε ενώπιον της εξωργισμένης εθνικής ημών συνειδήσεως.

Τέλος εφόρεσε τα καλά της και ήλθε, φέρουσα την μαύρην μανδήλαν της χηρείας της, επιφυλαχθείσα να φορέση χρωματιστήν «πολίτικην» την στιγμήν μόνον που ήθελεν ασπασθή τα στέφανα. Ήλθε και η ανδραδέλφη της κ' εστάθη υψηλή, σιμά εις την τέμπλαν, άλλη τέμπλα έμψυχος αυτή, πλατεία, ακίνητος, στολισμένη ως νύμφη. Διότι η τέμπλα δεν είνε να λείψη από την αίθουσαν όπου θα τελεσθή ο γάμος.

Την στιγμήν εκείνην τόσον παράωρα, ενώ είχε κλειστά τα όμματα, εκρούσθη παραδόξως έξωθεν η θύρα. Η γραία εξαφνίσθη. Δεν ήθελε να φωνάξη «ποιος είναι», διά να μην εξυπνήση την λεχώ, αλλ' απετίναξε την νάρκην της, διακοπείσαν ήδη αποτόμως διά του κρότου της θύρας τον οποίον είχε ακούσει, εσηκώθη σιγά, εξήλθε του θαλάμου. Πριν φθάση εις την έξω θύραν, ήκουσε διακριτικήν, ψίθυρον φωνήν·Μάνα!

Έπειτα έθεσε χύτραν εις την πυράν και εκάθισε παρά την εστίαν σκεπτικός. — Είνε σφάλμα σου, αυθέντα, είπε τέλος· διατί να βάλης χείρα επ' αυτής, θυγατρός βασιλέως; — Προς στιγμήν ο Βινίκιος έφριξεν, ακούων ένα βάρβαρον να του ομιλή μετά τόσης οικειότητος και να τολμά να τον ψέγη. Αλλ' η επιθυμία του να μάθη λεπτομερείας τινάς περί του βίου της Λιγείας του κατεπράυνε τον θυμόν.

Έσωθεν του ιερού βήματος σεβάσμιος πρεσβύτης ιερομόναχος, υψηλός, οστεώδης, πολιός, βαθυπώγων, με ωχρούς, λιποσάρκους, και οιονεί διαφανείς τους χαρακτήρας του προσώπου, εξήλθε την στιγμήν εκείνην με επιτραχήλιον, φελόνιον και κρατών το θυμιατόν. Τίνες ήσαν όλοι αυτοί; Ο Αγάλλος πρώτην φοράν τους έβλεπεν.

Δεν θα ήξευρε να είπη επί πόσην ώραν ήτο βυθισμένος εις τας σκέψεις του τας μελαγχολικάς, όταν την στιγμήν εκείνην ηνοίχθη, μετ' ελαφρού κρότου, η θύρα του δωματίου. Ο Κλέων έστρεψε την κεφαλήν. Με βήμα δειλόν, ωσάν σκιά, εισήλθε μία γυνή . . . Εστάθη, στηριχθείσα επί του ημίσεως θυροφύλλου, του κλειστού, με την κεφαλήν κάτω νέουσαν . . . Την εξέλαβεν ως επαίτιδα και επροχώρησε προς αυτήν.

Δεν είνε άπορον ότι διατάσσει την μαστίγωσίν του· αλλ' η αγενής αυτού καταγωγή δεν είνε ο αληθής τούτου λόγος· υπάρχει άλλο βαθύτερον αίσθημα, μολονότι η υπερηφάνεια του Αντωνίου δεν επιτρέπει αυτώ να το φανερώση ειμή μόνον κατά την στιγμήν της οργής του· υποπτεύει αυτόν ως αντιπρόσωπον του Καίσαρος.

Το έμπλεων της καρδίας του προσέθετε δύναμιν και ταχύτητα εις παν κίνημά του. Έρχονται «κύνες πολλοί, συναγωγή πονηρευομένων», να συλλάβωσι τον διδάσκαλόν του; Η ζέσις του Πέτρου αναλάμπει εις την μάχαιράν του, και εις μίαν στιγμήν ο πορθεύς της Γαλιλαίας μεταμορφούται εις ατρόμητον πολεμιστήν!