United States or Suriname ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όλοι τους τον προσκυνούν τον απείραχτο εκείνο τρελλό, και τονε λατρεύουνε. Μήτε τρύπιο βρακί του λείπει, μήτ' αποφάγι. Κάθε μέρα περνάει από δω ο Ντελή Μεχμέτης, κινάει κατά το Τζαμί, και μ' όλη τη δύναμή του κρατάει το Μιναρέ, να μην πέση! Είναι η τρέλλα του αυτή, πως θα πέση ο Μιναρές. Ρωμαίικο αίμα πρέπει νάχη κι αυτός.

Το κακό είνε που, σαν πέση κι' αυτουνού η αγαπητικιά του να τονέ βρη στη θάλασσα, δε θ' ανταμωθούν ποτέ... Κανένας δεν του αποκρίθηκε. Μόνο η βοή της θάλασσας επάλευε με τη φωνή του μεθυσμένου: «Παρακαλώ σας κύματα μη μου την εξυπνάτε». Ως που να γίνη το κρασί κρασάκι περάσανε πενήντα χρόνια. Κι' άλλα τόσα ως που να γίνη ο Καπετάν Δημήτρης Μπαρμπα-Δημητρός.

Το δε παιδίον εκόμιζε τότε το βαρύ άντλημα πλήρες θαλασσίου ύδατος, μετά κόπου, ασθμαίνον και κλίνον προς τα δεξιά το κεφαλάκι του, σαν ένα καρπουζάκι μικρό και στρογγυλό, έτοιμο να πέση, και φουσκώνον τα κατακόκκινα μάγουλά του, σαν δύο φούσκαις κόκκιναις, από το βάρος του μεγάλου κουβά.

Έκαμεν απέξω οδόν βαθείαν εις την χιόνα ως χάνδακα, κατόπιν εξελθών εις τον εξώστην εξετίναξε και απ' εκεί την σωρευμένην χιόνα μη πέση από το βάρος ο πεπαλαιωμένος εξώστης, διά ξύλου μακρού εις σταυρόν μετασχηματισθείσης της άκρας του, κατέρριψε την εστιβασμένην επί της στέγης και εν γένει υπηρέτησε καλώς τον κολλήγαν του ο ποιμήν.

«Δόστε, Ιθακήσιοι, προσοχήν εις ό,τι θα σας είπω• και των μνηστήρων μάλιστα τούτα εξηγώ και λέγω• γιατίαυτούς μέγα κακό θα πέση• δεν θα μείνη ο Οδυσσηάς πολύν καιρό μακράν των ποθητών του. ήδη κοντά 'ναι και όλεθροόλους αυτούς φυτεύει• 165 και άλλοι εγκάτοικοι πολλοί της φωτεινής Ιθάκης θα πάθουμε• αλλά σύγκαιρα πολύ να βουλευθούμε, πώς να τους εμποδίσουμεν, ή εκείνοι ας παύσουν πρώτοι• ότι καλό παντάπασι γι' αυτούς τούτο δεν είναι. δεν προμαντεύω ανήξερος, αλλά καλά γνωρίζω• 170 και λέγ' ότι τελειωθήκαν εκείνου όσα τότ' είχα του προειπή, 'σαν ώρμησαντο Ίλιον οι Αργείοι, και ανέβη και ο πολύγνωμος μ' εκείνους Οδυσσέας• είπ', αφού πάθη πάμπολλα, και χάση τους συντρόφους, το εικοστόν έτος, άγνωστος εις όλους, θα επανέλθη 175 εις την πατρίδα• και όλ' αυτά ιδού λαμβάνουν τέλος».

Νύχτα σελλώνουν τάλογα, νύχτα τα καλλιγώνουν, Και αυτή του Θύμιου η αδερφή λύχνον κρατάει και φέγγει, Τον λύχνοτόνα χέρι της καιάλλο το ποτήρι, Ποτήρι και καυκόπουλο που τους κερνάει και πίνουν, Όσα ποτήρια τους κερνάει τους λέγει και τέτοια λόγια: —Αυτού που πάτε, μπράτιμοι, αυτού που πάτε, αητοί μου, Την κόρη που θ' αρπάξητε την ώρηα περδικούλα, Μη μου την βαλτώσετε, φτερό να μην της πέση, Σαν νύφη να την φέρετε και σαν μεγάλη αφέντρα.

Μον αν το κρίνης εύλογο, το στοχαστής αρμόδιο, Καταπώς είμαστε μαζί να τρέξωμε όλοι αντάμα, Βοήθια να τους δώκομε με λόγο και με πράμμα· 580 Ή το φριχτό και φλογερό δικό σου αστροπελέκι, Πουτων ποδιών σου το θρονί πάντ' αναμμένο στέκει· Οπού Γιγάντους φλόγισε, Τιτάνες έχει κάψη, Αυτό να ρίξης μια βροντή, αυτό σ' αυτούς ν' αστράψη· Σ' αυτούς να πέση ανάμεσα, να νιόσουν την οργή σου. 585 Να χωριστούν, να δοκηθούν, πως είναι προσταγή σου.

Από του Νοεμβρίου μηνός, χωρίς σχεδόν να πνεύση νότος και να πέση βροχή, ήρχιζε να χιονίζη. Μόλις έπαυεν είς νιφετός και ήρχετο άλλος. Ενίοτε έπνεε ξηρός βορράς, σφίγγων έτι μάλλον τα χιόνια, τα οποία δεν έλυωναν εις τα βουνά. «Επερίμεναν άλλα».

Έκοψ' εκείνη τους καρπούς της συμβουλής μου, και αυτός διωγμένος, — διά να μη μακρολογήσωέβαλε αρχήν να πέσητην βαρυκαρδίαν, εκείθετην νηστείαν, κείθετην αγρύπνια, εκείθετην αδυναμία, και πάλι εκείθετην ελαφρομυαλιά, κ' έτσι μ' αυτό 'πού λέγω το κατρακύλισμα ερροβόλησετην τρέλλαν, οπού δέρνεται ο νους του και όλοι εμείς τον κλαίμε. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Φρονείς πώς είναι τούτο;

Τούτο όμως δεν ενδιαφέρει την τέχνην, αλλά και την πλευρίτιδα την θεωρεί μεγαλιτέραν ασθένειαν από το τρίκλισμα. Και όμως είναι δυνατόν να συμβή κατά σύμπτωσιν το αντίθετον, εάν με το τρίκλισμα πέση κανείς και συμβή να συλληφθή από τους εχθρούς ή να αποθάνη.