United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πελώριον κύμα, λυσσωδέστερον των άλλων, εκορυφώθη ου μακράν της ακτής, μανιώδες, παφλάζον, μετά ροίβδου φοβερού ρηγνύμενον κατά του βράχου, αφήσαν οπίσω τους ασθενεστέρους του συντρόφους, αναλαβόν δε αυτό τον αγώνα, ως να έτρεφεν ατομικόν πάθος κατά του ελαφρού σκάφους, ελεεινού φελλού, περιφέροντος εν εαυτώ, προς τη συμφυεί ελαφρότητι του ξύλου, και την τρικέφαλον ανθρωπίνην κουφότητα των ναυβατών.

Επί της κορυφής του ορθού ξύλου θέτει ένα ναυτικόν κούκκον, τον οποίον είχεν αφ' ου χρόνου εταξείδευε με τα ξένα πλοία εις Ιταλίαν και εις τον Αδρίαν. Διά να σταθή οπωσούν ο κούκκος, τον περιδένει ολόγυρα με το κίτρινο ζωνάρι του ως σαρίκι. — Είνε σωστό σκιάζουρο, εψιθύρισεν ο μπάρμπ’-Αλέξης.

Ουδέν άλλο εζήτησε προς συνομολόγησιν ειρήνης ή την αποκατάστασιν των προ του πολέμου ορίων και την απελευθέρωσιν όλων των εις τας Περσικάς χώρας αιχμαλώτων χριστιανών και προ πάντων απήτησε την απόδοσιν του τιμίου ξύλου του Σταυρού.

Άι-χούχα!. . . εξέφερε συχνά του στήθους. Κ' έρριπτε βλέμμα εσχάτης απογοητεύσεως εις το καρυοφύλλι του. Το καρυοφύλλι του εις το οποίον δεν είχε πίστιν πλέον, δεν είχε πεποίθησιν, όπως η χήρα εκείνη του ανεκδότου, η οποία ενώ ενόμιζεν εαυτήν κάτοχον Τιμίου ξύλου, βεβαιούται αίφνης παρά του ιδίου πλοιάρχου ότι τούτο ήτο τεμάχιον από του ιστού του πλοίου του.

Ο αυτοκράτωρ συνεπλήρωσεν ηθικώς και θρησκευτικώς τον μέγαν θρίαμβόν του, μεταβάς το επόμενον έτος κατά την άνοιξιν εις την Ιερουσαλήμ μετά του ξύλου του Σταυρού.

Την νύκτα, ενώ εσύριζεν ο άνεμος περί την σκέπην του εξώστου μου και η θάλασσα εβρόντα κάτωθέν μου, ήκουσα αίφνης ξύλου τριγμόν και ησθάνθην τον εξώστην σεισθέντα υπό την κεφαλήν μου. Το πρώτον μου αίσθημα ήτο αίσθημα τρόμου. Αλλά διήλθεν ο φόβος ως αστραπή, και επλήσθη χαράς η καρδία μου. Επί τέλους! Ανέκυψα και εκάθισα βλέπων κάτωθεν μου την αφρίζουσαν θάλασσαν. Έσεισα τον εξώστην.

Ένας δρόμος με πολλούς ελιγμούς διατέμνων τον βράχον, συνέδεε την πόλιν με το φρούριον, του οποίου τα τείχη ήσαν υψηλά και πολύγωνα, με επάλξεις επί των άκρων, και πύργους σχηματίζοντας άνθινα πέτρινα στέμματα κρεμάμενα επάνω εις τας αβύσσους. Υπήρχεν εντός του φρουρίου ανάκτορον κοσμούμενον διά στοάς, την οποίαν έφρατε έν κιγκλίδωμα εκ ξύλου συκομωρέας.

Τούτο δύναται να νοήται και περί του ανθρωπίνου σώματος, όπου η αυτή τροφή παράγει μυς, νεύρα, οστά κ.λ., ή και περί των φυτών, ένθα ο χυμός του καρπού δεν είναι ο αυτός με τον του ξύλου, των φύλλων, των ριζών, ως εν συκή. Διά της επιδράσεως του ηλίου ή του πυρός. Τα περί του ελαίου είναι ίσως παρέμβλητα. Ήτοι τα υγρά τα έχοντα χυμούς. Το δε ξηρόν είναι προ πάντων εν τη γη.

Στίγγα τους παπαφίγγους!... Στίγγα μαΐστρα!... Κάτω τον κοντραφλόκο! Ο καπετάνιος έχυνε από το στόρια του τρανταχτά σαν καδένες τα προστάγματα. Και οι ναύτες σαν πίθηκοι έτρεχαν εδώ κ' εκεί, εσκαρφάλωναν στα κατάρτια κ' εμπρούλιαραν τα πανιά στο ταλάντευμα του ξύλου αδιάφοροι, ξένοι στων στοιχειών τη λύσσα και του κινδύνου το πικρό φοβέρισμα.

Αίφνης ιστοί τινες καταναλωθέντες υπό του πυρός, κατέπεσαν ως βροχή σπινθήρων. Τυφλόν κύμα του όχλου παρέσυρε τον Χίλωνα προς το βάθος του κήπου. Παντού οι πάσσαλοι πυρίκαυστοι ήρχιζον να πίπτουν επί της οδού, πληρούντες τας λόχμας καπνού, σπινθήρων, οσμής κεκαυμένου ξύλου και κνίσσης ανθρωπίνου κρέατος. Τα φώτα εσβύνοντο πανταχού. Οι κήποι εβυθίζοντο εις τα σκότη.