United States or Cook Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αψίκορος και συ, ως όλαι μας αι αδελφαί, ως όλαι της Εύας αι απόγονοι. Μόλις είδες την Λ ί μ ν η ν τ ο υ Κ ό μ ο υ, — και αμφιβάλλω αν την είδες καλά, διότι ουδεμίαν σχεδόν μου γράφεις περί αυτής λεπτομέρειαν, — μόλις ανέπνευσες την δρόσον των διαυγών της υδάτων, την οποίαν εγώ ματαίως ποθώ και ονειρεύομαι καθ' εσπέραν από της φλογεράς καμίνου των Αθηνών, μόλις απήλαυσες το θέαμα των πρασίνων οχθών της, και θέλεις πάλιν να φύγης, και σχεδιάζεις ταξείδια προς βορράν, και επιθυμείς κλίματα δροσερώτερα. Δροσερώτερα κλίματα! Είσαι τη αληθεία ανεκτίμητος. Δεν σε αρκεί λοιπόν η δρόσος της βορείου Ιταλίας, δεν σε φθάνει η ζωογόνος εκείνη αύρα, την οποίαν σου στέλλουν αι χιονοσκεπείς των Άλπεων κορυφαί, αλλά θέλεις άλλην, ακόμη δροσερωτέραν διαμονήν. Έπρεπε να σε είχα εδώ εις τας Αθήνας αυτάς τας ημέρας, και τότε να έβλεπα τι ήθελες ποθήσει! Τριάκοντα βαθμοί Ρεωμύρου εις την σκιάν, αγαπητή μου, ηξεύρεις τι θα ειπή; θα ειπή ένα βαθμόν περισσότερον από τα θερμά σου εκείνα λουτρά, τα οποία, ως ενθυμείσαι, σου επροξένουν σχεδόν λειποθυμίαν. Δεν ομιλώ περί του καύσωνος εν υπαίθρω, διότι δεν τον ησθάνθην και αποφεύγω να τον αισθανθώ. Ιδιαιτέραν κλίσιν προς τας καθέτους του ηλίου ακτίνας δεν έχω δόξα τω Θεώ, ουδέ ομοιάζω τον καλόν μας εκείνον φίλον, όστις εξήρχετο την μεσημβρίαν εις τας οδούς ασκεπής, και εμειδία παράδοξον οίκτου μειδίαμα προς τους φορούντας πίλον και κρατούντας αλεξήλιον. Άλλως τε και τίποτε δεν με αναγκάζει να εξέρχωμαι την ημέραν εις τας οδούς των Αθηνών· αφίνω τον Βουγάν και τα εμπορικά διά το εσπέρας, και λυπούμαι εκ βάθους καρδίας τας δυστυχείς εκείνας, τας οποίας βλέπω από τα παράθυρά μου περιφερομένας εις τα μαγαζιά εν μέση μεσημβρία διά μισήν πήχην κορδέλλα, ως πολλάκιςentre-nous εννοείται, — μου συνέβη και σου συνέβη. Λέγουσιν όμως, ότι ο υπό τον ήλιον καύσων των τριών τεσσάρων τελευταίων ημερών ήτο αληθής καμίνου πνοή· ότι εξ όσων τον περιεφρόνησαν μετενόησαν πολλοί, και ότι τινών μάλιστα εκ των τολμηροτέρων έπαθεν η υγείαάλλων, εννοείται, η σωματική και άλλων η πνευματική. Εις του καύσωνος τουλάχιστον την επίδρασιν αποδίδονται υπό των αρμοδίων έκτακτα τινά γεγονότα, οποία δεν συμβαίνουσι συνήθως εις τας ηρέμους και μονοτόνους Αθήνας, και των οποίων ήρωες — ή θύματα αν θέλειςήσαν ως επί το πλείστον ομόφυλοί μας. Ούτως εν παραδείγματι προχθές απεπειράθη, ως ήκουσα, τρυφερά τις νεάνις να αυτοκτονήση, λόγω μεν ότι η περιπαθής της καρδία, από καιρού ήδη ψάλλουσα μόνη, δεν κατώρθονε να ψάλη εν δυωδία, πράγματι όμως, ως έμαθον, διότι την προτεραίαν επί τέσσαρας όλας ώρας είχε περιέλθει τας οδούς Αιόλου και Ερμού, διά να εύρη κομβία αρμόζοντα εις το μακρόν corsage της

Ο στρατός του, φέρων μέγα πλήθος λαφύρων και αιχμαλώτων, διήλθεν εις επτά ημέρας τας φοβέρας χιονοσκεπείς κορυφάς των ορέων του Κουρδιστάν, ήτοι της χώρας των αρχαίων Καρδούχων, όπου ο Ξενοφών προ χιλίων και επέκεινα ετών διεξήγεν εναντίον των Καρδούχων τους αξιομνημονεύτους εκείνους αγώνας κατά την κατάβασιν των μυρίων.

Και αυτήν όμως την τελευταίαν εβδομάδα, ης αι άπληστοι Αθήναι θρηνούσι σήμερον χιονοσκεπείς την τραγικήν καταστροφήν, δεν εμείναμεν άγευστοι πλακούντων ουδέ άποτοι λεμονάδων.

Ο Μύλος έκειτο εκεί, όπου η του Βεξ λεωφόρος πηγαίνει υπό τας χιονοσκεπείς βραχώδεις κορυφάς, οι οποίαι εις την εκεί τοπικήν γλώσσαν λέγονται Ντιαμπλερέτ, όχι μακράν από ορμητικόν χείμαρρον του βουνού, ο οποίος ήτο λευκόφαιος σαν κτυπημένη σαπουνάδα.

Αιτία τούτου, ήτο ότι ο Ηράκλειος, ακατάβλητος και ακαταπόνητος εκ της σκληραγωγίας και κακουχίας του πολέμου, και διά του παραδείγματος αυτού τοιούτους καταστήσας και τους στρατιώτας του, ευρίσκετο διαρκώς εις κίνησιν εν μέσω του χειμερινού ψύχους, εις τας ορεινάς εκείνας και χιονοσκεπείς χώρας της Μηδίας, ημέρας ολοκλήρους οδεύων και εις πολλάς δοκιμασίας υποβαλλόμενος.

Και εις αυτάς ακόμη των βουνών τας χιονοσκεπείς κορυφάς και τας άμμους της ερήμου εβλάστανε πρότερον ο λωτός, ότε οι ερημίται εζήτουν εκεί αγιότητα και οι αρματολοί ελευθερίαν αλλά σήμερον κατήντησε φυτόν κηπαίον ως το πράσον, και διά τούτο ίσως εξώρισαν αυτόν του Ελικώνος οι ποιηταί.

Εισελθών όμως ήδη εις την ελαιόφυτον πεδιάδα έχασε τον δρόμον συγχύσας τας χιονοσκεπείς ρίζας των ελαιών, και έβαινεν αγνοών, μετά προσοχής όμως πάντοτε βυθίζων τα βήματά του, αφού πρότερον εδοκίμαζε το έδαφος διά του ξυλίνου κονταρίου.