United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


Λέγω δε αυτά αποβλέπων, και εις άλλα, αλλά προπάντων εις τας μη αληθείς και εναντίον οικείων και φίλων διαβολάς, ένεκα των όποιων και οικογένειαι έγιναν άνω κάτω και πόλεις κατεστράφησαν εξ ολοκλήρου, πατέρες έγιναν θηρία κατά των τέκνων και αδελφοί κατά των αδελφών και τέκνα κατά των γονέων και ερασταί κατά των ερωμένων• πολλαί δε φιλίαι διερρήχθησαν και οικογένειαι περιήλθον εις διχόνοιαν, ένεκα της ευπιστίας εις τας διαβολάς.

Και μη φοβουμένη, όπως ο στρατηγός Τσουρτς, όστις εκολύμβα κρατών λόγχην διά ν' αμυνθή κατά των καρχαριών, κατέβαινεν εις το Παλαιόν Φάληρον κατά τον βαθύν όρθρον και εκολύμβα. Αι οικογένειαι κατέβαιναν με τα κάρρα, οι δε νέοι με γαϊδούρια της Πλάκας, τα οποία συνηθροίζοντο είς τινα πλατείαν της συνοικίας Μακρυγιάννη και εδίδοντο αντί 50 λεπτών ή δραχμής.

Και κάτω εις τα χαμόκλαδα, και επάνω εις τας φασκομηλέας άλλαι οικογένειαι, και νύμφαι με τα νυμφικά των, και μνηστευμέναι με τα λευκά των, και κόσμος προσκυνητών πέραν και από το βουνόν με φανάρια κατήρχοντο, ποιμένες, βραδύναντες, και η κυρά- Ασημίτσα, κομίζουσα τους πέντε άρτους εις μίαν βαθείαν κόφαν.

Επόθουν, αλλ' η συνοδεία των οικείων μου, μεθ' ων ετέλουν τας εκδρομάς εκείνας ανά τα όρη, δεν θα ήθελε να μου το επιτρέψη. Και μίαν χρονιάν, ήτο κατά τας εορτάς του σωτηρίου έτους 180 . . . . καθώς είχομεν διέλθει πλησίον του δένδρου, εφθάσαμεν εις το Μέγα Μανδρί·ήτο δε το Μέγα Μανδρί μικρός συνοικισμός, θερινόν σκήνωμα των βοσκών του τόπου. Εκατοίκουν εκεί επτά ή οκτώ οικογένειαι αγροτών.

Και επειδή εγνώριζεν ότι ουδείς θα έχυνεν έστω και έν δάκρυ χάριν αυτού, απεφάσισε να τους κάμη να κλαύσουν δι' εαυτούς και διέταξε να προσέλθουν αμέσως εις Ιεριχώ επί ποινή θανάτου αι μεγαλείτεραι οικογένειαι του βασιλείου και οι αρχηγοί των φυλών.

Παρέκει, υπό άλλον σχοίνον, εδειπνούσαν άλλοι, και υπό την αγριελαίαν εκείνην, την παμμεγίστην, έστρωσαν τα κυλίμια των πέντε όλαι φιλικαί οικογένειαι.

Και αι δύο οικογένειαι, από γονέων και προγόνων, είχαν ανατραφή εν μέρει εις την πολίχνην, όπου είχαν οικίσκους, εν μέρει εις της Κεχρεάς το ρέμμα, όπου είχαν τους μύλους των. Γυναίκες και άνδρες, παίδες και κοράσια, δεν εφοβούντο να περιπατώσι την νύκτα εις το δάσος. Τους έλεγαν ολίγον «ελαφροΐσκιωτους», αλλ' αυτοί δεν εφοβούντο τα στοιχειά.

Εκεί ήλθε λόγος ότι πέντε όρνιθες εμάδησαν τα πτερά των διά να φανή ποία από τας πέντε ελίγνευσε περισσότερον από αγάπην διά τον πετεινόν, και έπειτα άρχισαν να μαλώνουν και εψόφησαν και αι πέντε, και εντροπιάσθησαν αι οικογένειαί των, και εζημιώθησαν οι κύριοι των.

Ενώ έμβαιναν εκεί, εγίνετο τρομερόν κακόν, διότι δύο οικογένειαι εμάλωναν διά μίαν κεφαλήν ψαριού, την οποίαν επί τέλους ήρπασε μία γάτα. Βλέπετε παπάκια μου, είπεν η πάπια. Αυτός είναι ο κόσμος. Και ετέντωσε τα μάτια της, διότι ενοστιμεύετο και αυτή την κεφαλήν του ψαριού. Σαλεύετε και σεις, εξηκολούθησε, και βλέπετε μήπως εύρετε τίποτε. Αλλά προσοχή!

Συνήθειαν είχον αι γερόντισσαι ποιμενίδες του βουνού, όταν νεωτέρα τις μεταξύ τούτων εγέννα βρέφος εν καιρώ χειμώνος, εις το καλύβι, στα βουνά επάνω, και ο χειμών ήτο σφοδρός, όπως εφέτος, επειδή θα ήτον μεγάλος κόπος διά τον παπάν ν' ανέλθη να δώση την συνήθη ευχήν εις την λεχώνα, να γεμίζουν έν αγγείον νερόν, ή από το αγίασμα των Ταξιαρχών ή από το πλούσιον νάμα του Προφήτου Ηλίου, κατά το κατώμερον εις το οποίον έβοσκαν ή εκατοικούσαν αι οικογένειαι των αγροδιαίτων, και να το πηγαίνουν εις τον παπάν, κάτω εις την χώραν.