United States or Chad ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού δε ηγκυροβόλησε και διηυθέτησαν οι ναύται τάρμενα, τότε ο καπετάν-Φώκας, βρεγμένος, μισοπαγωμένος, από δύο θηρία νικημένος, από την θάλασσαν και από τον θυμόν του, κατήλθε και εκλείσθη κάτω εις την πρύμνην, κλαίων σχεδόν, αποπνιγόμενος μέσα εις τον καπνόν των τσιγάρων, τα οποία κατέδακνε, δεν εκάπνιζε, θολός τον νουν και θολός την καρδίαν από τ' αναθέματα και τας κατάρας.

Οι φύλακες, που τον είχαν πια συνηθίσει, τον άφηναν να περάση χωρίς να πουν τίποτε. Έπεφτε χιονόνερο και μόλις κατά της ένδεκα εκτύπησε πάλι την πόρτα. Ο υπηρέτης παρατήρησε, όταν ο Βέρθερος ήλθε στο σπίτι του, ότι του έλειπε το καπέλλο. Δεν ετόλμησε να του πη τίποτε, τον έγδυσε ήταν όλος βρεγμένος.

Μόνος ο πηδαλιούχος, κουκουλωμένος ακόμη με τον χειμερινόν μουσαμάν του, ίσταται παρά το πηδάλιον, και ο φρουρός της πρώρας, ανάψας το εικοστόν σιγάρον κατά την τετράωρον βάρδιάν του, βρεγμένος ακόμη με τον κηρωτόν μουσαμάν του, φρουρεί. Τα πανιά! όλα επάνω τώρα. Και ο μοναχογυιός κόντρας ο λεπτοκαμωμένος, ο γαλαζοαίματος.

Μα μητέρα, ήτον αδύνατον νάρθω. Ήμουν καλεσμένος εις ένα γάμο. Και νόμιζα ότι θα ετελειώναμεν πειό νωρίς. Πες τα μας. Σε ποιο γάμο; γνωστόν μας; Καλέ είσαι βρεγμένος! Κ ώ σ τ ας. Ναι, έβρεξε στη μία Κα Μ ε μ ιδώ φ. Κ ώ σ τ α ς. Μην ανησυχής μητέρα, δεν είναι φόβος να κρυώσω, μ' αυτή τη ζέστη. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Μα να λεκιάσης το φράκο σου, ναι! Βγάλτο να σου το σκουπίσω.

Παις γαλανομμάτης, μ' ελαφρόν κούκκον εν τη ακτενίστω κεφαλή του, με γαλάζιαν βλούζαν, ανυπόδητος με γυμνάς τας κνήμας, βρεγμένος, ανασκουμπωμένος μέχρι γονάτων, ήλθε να παραλάβη την βαλίζαν μου, ο νεαρός καμαρώτος. — Τράγκα-Τρουγκ! Τράγκα-Τρουγκ! Τράγκα-Τρουγκ! Πρωί-πρωί, χαράγματα, είχεν εξυπνήσει η σκούνα.