Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


ΣΗΜ. Μέσα εις την αίθουσαν των ανακτόρων της, η οποία ήστραπτεν όλη από χρυσόν, από άργυρον, από ήλεκτρον και από ελεφαντοκόκκαλον, η ωραία βασίλισσα της Σπάρτης Ελένη ήλθε και εκάθισεν εις τον θρόνον της και η θαλαμηπόλος της έφερε και ετοποθέτησεν εμπρός της επάνω εις μικράν τράπεζαν ένα ασημένιο κάνιστρον εργασίας με διάφορα νήματα· εις αυτό ήτο και η ρόκκα της τυλιγμένη με μαλλί λιλά χρώματος.

Πόσον πνεύμα και πυρ ενέχει η μετά του απεσταλμένου του Αντωνίου συνομιλία αυτής, όταν ούτος τη αναγγέλλει την δυσάρεστον αγγελίαν του γάμου του μετά της Οκταβίας! Άπασα η βασιλική της υπερηφάνεια και η ωραιότης εν ταυτώ εκδηλούνται εν τη αμοιβή ην τη υπόσχεται: «Ιδού λάβε χρυσόν και φίλησε Τας κυανάς φλέβας της χειρός ταύτης».

Και ο μεν Ευθύδημος εσιώπησεν· ο δε Διονυσόδωρος εγύρισε τον λόγον εις την προηγουμένην απάντησιν του Κτησίππου και τον ηρώτησε·Λοιπόν σου φαίνεται πως είναι καλόν να έχη κανείς και χρυσόν; — Βέβαια, και μάλιστα και πολύν, απήντησεν ο Κτήσιππος. — Και δεν φρονείς ότι τα καλά πράγματα πρέπει να τα έχη κανείς παντού και πάντοτε; — Αναμφιβόλως, είπεν.

Διότι την πολύτιμον και καλήν αξίαν της την ανταλλάσσει με ολίγον χρυσόν. Διότι ολόκληρος ο χρυσός που είναι επάνω και κάτω από την γην δεν έχει αξίαν ίσην με την αρετήν.

Η μάγισσα αφού και αφηκράσθηκε την Δειλνοβάτζην, της είπεν· όχι, όχι, δεν είνε χρεία να εξηγηθής την επιθυμίαν σου, η οποία πολλά μου είνε γνωστή· και έτσι λέγοντας επήγε και επήρε δύο γαράφες, και τες έφερεν έξω από το σπήλαιον, και αποθέτοντάς τες εις την γην, έρριξεν εις κάθε μίαν από αυτές ένα δακτυλίδι χρυσόν, και τον ίδιον καιρόν άνοιξε το βιβλίον της, και άρχισε να κάνη εξορκισμούς φοβερούς, και να μουρμουρίζη διάφορα λόγια μαγικά, που έκαναν φόβον και τρόμον.

Προς αμοιβήν θα σοι δώσω χρυσόν και άργυρον άπειρον διά να μη μετανοήσης ποτέ ότι ευηργέτησας τον Δαρείον, τον υιόν του ΥστάσπουςΑπεκρίθη δε εις ταύτα ο Συλοσών· «Μη με δίδης, ω βασιλεύ, μήτε χρυσόν μήτε άργυρον, αλλά σώσας της πατρίδα μου Σάμον την οποίαν αφότου ο αδελφός μου Πολυκράτης εφονεύθη υπό του Οροίτου κατέχει είς των δούλων μας, δος μοι αυτήν άνευ σφαγών και δουλείας

Οι φύλακες με πολλήν ευλάβειαν με επήραν και με έφεραν εις τον Βασιλέα. Ο Βασιλεύς με επαρουσίασεν εις τον μέγαν Δερβύσην. Επεριπάτησα επάνω εις το έδαφος χωρίς να βλαφθώ· εμπήκα εις τον ναόν, και τέλος πάντων είδα τον μέγαν Καισάγιαν, που ήτον βαλμένος εις ένα θρόνον χρυσόν.

Οπόταν δε αυτή ήθελε να έμβη εις την καλύβαν διά να τελειώση την θυσίαν της εσήκωσεν ένα χρυσόν μανδήλι, που είχεν εις την κεφαλήν, και που της εσκέπαζε τους οφθαλμούς, το οποίον έως εκείνην τη ώραν με είχεν εμποδίσει να την γνωρίσω με όλον που ήμουν εκεί σιμά.

Απηρίθμησε προσέτι και τους όχι ολίγους θησαυρούς των άλλων ναών, τους οποίους ηδύναντο να διαθέσουν, και τέλος, ότι εν εσχάτη ανάγκη, ηδύναντο να κάμουν χρήσιν και αυτών των χρυσών κοσμημάτων της θεάς· εβεβαίου δε ότι το άγαλμα είχεν εις καθαρόν χρυσόν βάρος τεσσαράκοντα ταλάντων δυνάμενον να αποσπασθή ολόκληρον, αφού δε το μεταχειρισθούν προς σωτηρίαν της πόλεως, να το αντικαταστήσουν δι' ίσου βάρους.

Από της στιγμής εκείνης ο Αλκιδάμας περιεφέρετο και εδείπνα, όπως οι Σκύθαι, μετατοπιζόμενος προς τα αφθονώτερα τρόφιμα και ακολουθών τους περιφέροντας τα φαγητά. Αλλά και ενώ έτρωγε δεν έπαυε να ομιλή περί αρετής και κακίας και να κατακρίνη τον χρυσόν και τον άργυρον. Και ηρώτα τον Αρτσταίνετον τι τα ήθελε τα τόσα πολύτιμα ποτήρια, ενώ τα χωματένια θα έκαναν την ίδια δουλειά.

Λέξη Της Ημέρας

ντροπιάζεις

Άλλοι Ψάχνουν