United States or Portugal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έχαιρε τόσον πολύ, διότι συνήντησεν ανθρώπους από το Βωνττ, έλεγεν αυτός· Βωνττ και Βαλαί ήσαν πολύ καλά γειτονικά καντόνια. Εξέφραζε την χαράν του τόσον εγκαρδίως, ώστε δεν ημπόρεσε να παραλείψη η Μπαμπέττα να του σφίξη το χέρι δι' αυτό. Επήγαιναν ο ένας κοντά εις τον άλλον 'σάν να ήσαν παλαιοί γνώριμοι.

Τελειώνοντας ο Καλίφης αυτό το γράμμα έμεινε έξω από τον εαυτόν του διά την γενναιότητα του Αμπτούλ, και τότε ωμολόγησεν ότι αδίκως τον εκατάκρινε τόσον αυτόν, όσον και τον Βεζύρην του, και με πολύν αναστεναγμόν εφώναξεν.

Αλλά μόλις σου έδειξε το στήθος της έρριψες το ξίφος, και εδέχθης να σε φιλήση εκείνη που σ' επρόδωκε• τόσον σου ήτον αδύνατον ναντισταθής εις την Αφροδίτην, ω ανανδρότατε συ.

Ο Δαρείος λοιπόν, δεχθείς την αίτησίν του, έπεμψεν απεσταλμένον εις τους Κνιδίους παραγγέλλων να επαναφέρωσι τον Γίλλον εις τον Τάραντα. Οι δε Κνίδιοι υπήκουσαν μεν εις τον Δαρείον, δεν εδυνήθησαν όμως να πείσωσι τους Ταραντίνους, και δεν ήσαν τόσον δυνατοί ώστε να τους βιάσωσιν εις τούτο.

Πώς να διακολυμβήση τις τόσον υγρόν διάστημα; Πότε να πλέη τις ως χελώνη, πότε ως δελφίν, «τ' ανδρίκεια», πότε να υπτιάζεται, «τ' ανάσκελα» διά να ξαποστάση, κτλ. — του κάκου δεν ηδύνατό τις να πλεύση πέραν. Πλην δεν έλειπαν η ψαροπούλες και τα περάματα. Όταν ο Κάνταρος είχεν αποκάμει, κ' είχε πλεύσει τα δύο πέμπτα ως έγγιστα του πορθμού, Έν τοιούτον πλοίον ευρέθη και τον εψάρευσε.

Το «καυγαδάκι» αυτό τόσον το είχα συνειθίση, οπού το επερίμενα, διότι, όσον μικρός και αν ήμην, ησθανόμην ότι αι επιπληκτικαί λέξεις εκείναι, ήσαν κάθε άλλο, παρά λέξεις θυμού. Και πράγματι, όταν κατόπιν έμαθα την ιστορίαν του, είδα τι άνθρωπος ήτο ο γέρω Αντωνέλλος, το αεικίνητον αυτό μυρμήκι και τον εζήλευσα.

Εις τας χώρας ταύτας ο ήλιος είναι καυστικώτατος μετά την ανατολήν, και όχι ως αλλαχού κατά την μεσημβρίαν· η θερμοτάτη δύναμίς του διαρκεί μέχρι της στιγμής καθ' ην παρ' ημίν διαλύεται η αγορά. Καθ' όλον τούτο το διάστημα καίει πολύ περισσότερον παρ' όσον καίει εις την Ελλάδα εν μέση ημέρα, τόσον ώστε λέγουσιν ότι οι άνθρωποι αναγκάζονται να δροσίζωνται με ύδωρ.

Εκεί εμπήκα από μίαν πόρταν διαμαντένιαν, την οποίαν την εκρατούσε σφαλισμένην ένας σύρτης από σμαράγδι· και αφού εστοχάσθηκα με πολλήν μου έκτασιν ένα τόσον ωραίον κτίριον, αγροίκησα μίαν ζωντανήν περιέργειάν να ιδώ τα έσωθεν.

Ως τόσον ο βασιλεύς της Γάζνας καταδαμασμένος από την ανδρείαν των στρατιωτών του Κασέμ, άρχισε να χάνη τας ελπίδας του, και να εμβαίνη εις μέγαν φόβον και ευθύς επρόσταξε να συναχθή συμβούλιον διά να ιδή, τι έχει να κάμη· εις το οποίον ο τζοχαντάρης, που ετσάκισε το ποδάρι του ωμίλησε με τον ακόλουθον τρόπον.

Αφού εξήτασε μετά προσοχής η Αϊμά έκαστον των αγαλμάτων τούτων, δεν είχε πλέον ουδέ σκιάν φόβου εν τη διανοία, αλλά τουναντίον ησθάνετο τόσον θάρρος και οικειότητα, ώστε παρ' ολίγον θ' απέτεινε τον λόγον προς τα σιωπηλά ταύτα αγάλματα. Αλλ' είπε καθ' εαυτήν: «Κρίμα, όπου δεν μιλούνΕν τούτοις και σιωπώντα, ήσαν σύντροφοι της μοναξίας της, και δεν έπαυε να τα θαυμάζη.