United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και καταριέται η εργατειά κ' οι ξενοδουλευτάδες Κ' έρχονται και φωνάζουνε και λεν του βασιληά τους, Ή να γιατρέψη το κακό που εγείνηκετη χώρα Κι' ο ήλιος εσταμάτησε, ή θε να τον σκοτώσουν. Ο βασιληάς στέλνει ρωτά μια μάγισσα μεγάλη. — Μάγισσα, ποιο είνε το κακό, που εγείνηκετη χώρα, Κι' ο ήλιος εσταμάτισε, δεν πάει να βασιλέψη; — Κάνα κακό δεν έγεινετη χώρα, βασιληά μου.

Ποίος τους επρόδωκε και πότε, ότι εγώ έστειλα μακρυά απ' εδώ το παιδί μου; Ω, εχάθηκα η δυστυχισμένη! ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ Δεν ξέρω. Αυτούς είδα εγώ να το ζητούν. Και ο Μενέλαος πηγαίνει τώρα γρήγορα, διά να το εύρη έξω από το σπίτι. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Αλλοίμονο εχάθηκα! Και σένα, παιδί μου, θα σε σκοτώσουν οι δύο γύπες, ενώ ο πατέρας σου είναι εις τους Δελφούς.

ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Ω αγαπητή δούλη και συ όπως εγώ, διότι δούλη είσαι και συ μαζί με την πρώην βασίλισσαν, τώρα δε δυστυχισμένη, τι κάμνουν αυτοί, τι μηχανεύονται πάλιν θέλοντες να με σκοτώσουν την τρισαθλίαν; ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ Ω δυστυχισμένη, θέλουν να σκοτώσουν το παιδί σου, το οποίον έδιωξες. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Αλλοίμονον!

Διατί όμως να κλαίω δι' αυτάς τας παλαιάς δυστυχίας και δεν συλλογίζομαι τα κακά που έχω εμπρός μου; Ένα παιδί μου έμενε, φως της ζωής μου, και αυτό θα μου το σκοτώσουν τώρα, διότι το θέλουν. Αλλά όχι, δεν θα γίνη αυτό διά να σώσω εγώ την αθλίαν μου ζωήν, διότι το να σωθή αυτό, είναι η μόνη μου ελπίς, εις εμέ δε θα είναι αίσχος να μη χαθώ προς χάριν του παιδιού μου.

Καλλίτερα να με σκοτώσουν αυτά, παρά να με δαγκάνουν πάπιαι, να με κτυπούν όρνιθες, να με σπρώχνη η επιστάτρια του ορνιθώνος, και να ψοφώ τον χειμώνα από το κρύον και την πείναν. Και επέταξε και έπεσεν εις το νερόν και ήρχισε να κολυμβά. Οι κύκνοι άμα το είδαν ήνοιξαν τα πτερά των και εκολύμβησαν προς αυτό. Σκοτώσατέ με, είπε το κακόμοιρον. Και έσκυβε τον λαιμόν του ωσάν να επερίμενε τον θάνατον.

Ενόησα ότι ήτο φοβισμένη, και μη γνωρίζων τι να είπω προς ενθάρρυνσίν της έσκυψα και εφίλησα την μικράν χείρα της. Έστρεψε τότε προς εμέ τους γαλανούς οφθαλμούς της και με ηρώτησε με φωνήν τρέμουσαν,― Λουκή, θα μας σκοτώσουν οι Τούρκοι; ― Όχι, Δέσποινά μου, θα φύγωμεν. Μη φοβήσαι. Δεν θα μας πειράξη κανείς! ― Θα σκοτώσουν τον πατέρα μου. Εγώ το ηξεύρω. θα τον σκοτώσουν !