United States or Guam ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν ήξευρεν εάν έζη ή, και αν έζη, οποία τύχη την ανέμενε και εστενοχωρείτο, διότι δεν ηδύνατο να της παράσχη βοήθειαν και καθώς ο άνθρωπος ο κυλιόμενος έκ τινος κρημνού, προσπαθεί να προσκολληθή εις παν το πρόστυχον, ούτω και ο Βινίκιος προσεκολλάτο εις κάθε σκέψιν και εις κάθε ιδέαν, ήτις όμως μετ' ολίγον του εφαίνετο απραγματοποίητος.

Καταρράκται κατακλυσμού ανοίχθησαν και ρεύμα μετά ηχηράς βοής κατήλθεν αμέσως από του Συντάγματος, το οποίον παρέσυρε παν το πρόστυχον. Οι έμποροι έσπευδον ν' αποσύρωσιν από των θυρών των τα προς πώλησιν πράγματα.

Να μη σε λησμονήσω; Ναι, από της μνήμης τον πίνακα θα σβύσω κάθ' ενθύμημά μου ανούσιο, κοινό, κάθε ρητό παρμένο από βιβλία, και όσα σχήματα και τύπους των περασμένων μου καιρών έχ' η νεότης αντιχαράξη εκεί καθώς τα αισθάνθη κ' είδε· και μόν' η προσταγή σου μέσα εις το βιβλίο του εγκεφάλου μου θα ζη μακράν απ' ό,τι πρόστυχον είναι· μάρτυς μου ο Θεός, τ' ομόνω! Γυνή ω πόσο διεστραμμένη!

Ω λύσσα! τον αντίζηλον εγώ να εξυμνήσω; εγώ εις ξένον αίσθημα την λαύραν μου να βγάλω; ω! ποιο καλά 'στην λύραν μου χορδήν να μην αφήσω, παρά αυτόν τον πρόστυχον αντεραστήν να ψάλλω. Κι' η οικονόμος έτρεχε να με παρακαλή για τον πιστόν Ρωμαίον της δυο στίχους να της κάμω, ως ότου μ' εμαλάκωσαν οι λόγοι της πολύ, και τέλος απεφάσισα την χήραν να συνδράμω.

Αλλά το πολύτιμον αυτού αίμα εξέρρευσε βαθμηδόν, φωτίσαν τις οίδε πόσας αγρυπνίας και πόσην εργασίαν, πόσας χαράς ή αγωνίας και πόσα όργια ή πένθη, το δε πρόστυχον αυτό κέλυφος, κενόν και περιφρονηθέν, αφού ερρίφθη από γωνίας εις γωνίαν του μαγειρείου και εδέχθη εις τους κόλπους αυτού παν κάθαρμα και πάντα φορυτόν, κατήντησεν επί τέλους το τακτικόν δοχείον των σαριδίων του μαγειρείου και των αποτραπεζίων αυτού λειψάνων.

Οι Θράκες ώρμησαν εντός της Μυκαλησσού, ελήστευσαν τας οικίας και τα ιερά και εφόνευσαν τους κατοίκους, μηδέ του γήρατος μηδέ της νεαράς ηλικίας φεισθέντες· έσφαξαν παν το προστυχόν, παίδας, γυναίκας, υποζύγια και παν ό,τι έβλεπαν έμψυχον, διότι το γένος των Θρακών, όμοιον με τους μάλλον βαρβάρους, άμα δεν έχη να φοβηθή τι, είναι φονικώτατον.

Σύφλογο η δίνη η προερχομένη εκ της συναντήσεως φλογών πρώην κεχωρισμένων. Συνήθης κατάρα· » Να σε πάρη το σύφλογο.» Μ' επήρε το σύφλογο»! Μας δέρν' η ανεμοριπή. σ. 225 Ανεμοριπή ορμή ανέμου παρασύροντος παν το προστυχόν, και τούτο προς δήλωσιν καταστροφής. » Μας επήρε η ανεμοριπή. »

Αριστερόθεν εκράτει μανδήλιον, εγκυμονούν τις οίδε τίνα και ποία έκτακτα τραγήματα, και επί του μανδηλίου έσφιγγε διά του αντίχειρος χάρτινον πρόστυχον προσωπείον είκοσι λεπτών. — Έλα, Μαριώ, να ζης! ξεφόρτωσέ με! εφώνησεν εισερχόμενος. Αλλά πού να προφθάση η Μαριώ!