United States or Jordan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατ' άλλους ο Καλαφάτης ωνομάσθη ούτω μετ' είρωνος ευφημισμού, ως καλαφατίζων τάχα τα πλοία τα οποία θα εξέπιπτον σιμά εις την δικαιοδοσίαν τουοιονεί, εις το «Καρινάγιο» του. Όλον το παλαιόν χωρίον ήτον ερείπιον, απλωμένον επί των νώτων του γίγαντος, του με τους πόδας θαλασσωμένους βράχου. Μέρος αυτού είχε κατεδαφίσει ο χρόνος, μέρος οι άνθρωποι.

Η ώθησις είνε το παν· δόσε τοιαύτην και ενίκησες και τον κόσμον και την φύσιν. Η θετικωτέρα εκδήλωσις της σοφίας του Θεού, δεν είνε ούτε ο έρως, ούτε η φιλία, ούτε η μνημοσύνη· είνε η λήθη. Προτίμα ν' αγωνίζεσαι ισοβίως διά να φθάσης την Αρετήν, παρά να την καταβιβάζης, και ιππεύων επί των νώτων της, να την μεταχειρίζεσαι ως υποζύγιον κατά τας ορέξεις και τας ανάγκας σου.

Παρά την πύλην ίστατο ο γέρων φύλαξ με τας χείρας επί των νώτων. ― Πώς τόσον αργά έξω; μας ηρώτησε. Διά πού; ― Πηγαίνομεν εις την εκκλησίαν, απεκρίθη ο πατήρ μου. Δεν ήτο ούτε ημέρα ούτε ώρα εσπερινού. Δεν ετόλμησα να είπω λέξιν προς τον πατέρα μου, αλλ' ήμην βέβαιος, ότι ο γέρων Οθωμανός ενόησεν ότι φεύγομεν και ότι θα τρέξη να μας καταδώση.

Αλλά μόλις ανέβη και εκάθησεν επί των νώτων του, ο Ζευς ώρμησεν εις την θάλασσαν φέρων αυτήν και ήρχισε να κολυμβά• αυτή δε καταπλαγείσα, διά μεν της αριστεράς εκρατήθη από το κέρατον διά να μη ολισθήση και πέση, διά δε της άλλης εκράτει τον πέπλον της, τον οποίον εφούσκωνεν ο άνεμος.

Ακολούθως έμαθα ότι δεν μας εξαπέστειλεν εις την κοιλάδα χάριν της δίψης μου, αλλά προς αντιπερισπασμόν κατά του εχθρού, διά να αποσπάσωμεν την προσοχήν του από το σώμα, το ερχόμενον να τους προσβάλη εκ των νώτων. Το ταινιοφόρον πτηνόν ήτο το συμφωνηθέν σημείον της προσεγγίσεως του σώματος εκείνου.

Ο άνθρωπος εκείνος επέστρεψε το ξίφος εις τον κολεόν και εξηκολούθησε να προχωρή προς το καταφύγιον της Αϊμάς. Αλλ' ο Σκούντας ερρίφθη εκ των όπισθεν και έκρουσεν αυτόν κατά των νώτων. Πάλη τρομερά συνήφθη τότε μεταξύ των τριών ενόπλων και του Σκούντα και Μάχτου. Ο Σκούντας δεν ήτο άοπλος.

Μόλις εσκέφθην ούτω, αισθάνομαι αίφνης πληγάς και πόνους εις τα νώτα, και στρέφομαι περιδεής προς τα οπίσω. Τεραστία μεταμόρφωσις! Όλοι ήσαν άγγελοι, εφ' όσον ήσαν ενώπιόν μου· όπισθεν μου εγίνοντο όλοι διάβολοι και με εκτύπων εκ των νώτων. Το στήθος μου, Διδάσκαλε, ουδεμίαν πληγήν φέρει. Αλλ' ερώτησε την ράχιν μου και θα σου είπη το διατί.

Το πλοίον είχε γίνει άφαντον. Την επαύριον είχε γίνει ευδία. Δεν υπήρχε πλέον η μικρά φουσκοθαλασσιά κ' ελαφρά πνοή, ομοία με τον πείσμονα γρυσμόν του μετά κόπου κατασιγασθέντος εξηγριωμένου σκύλου. Όλοι εσυλλυπούντο τον νεαρόν καπετάν-Μήτρον, και όλοι έκαμνον, όπως συνηθίζουν οι ναυτικοί, ή κατά πρόσωπον ή όπισθεν των νώτων, τας αμειλίκτους εκ των υστέρων επικρίσεις των.