Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Έτσι λέγοντας επήρε από το χέρι τον βασιλέα Βεδρεδίν, και τους άλλους, και τους έκαμε να περάσουν από δύο οντάδες, και τους έφερεν έως την πόρταν του τρίτου, εις την οποίαν τους είπε να σταθούν με επιμέλειαν και να θεωρήσουν.
Αυτή μου λέγει· και πώς ήλθες εδώ; εγώ έχω είκοσι χρόνους που δεν είδα άλλον άνθρωπον εκτός σου· και λέγοντάς ταύτα ανεστέναξεν εκ βάθους καρδίας. Τότε εγώ της διηγήθην όλα μου τα συμβάντα, και πώς κατήντησα εκεί, ομοίως και το γένος μου.
Αν έχουν τέτοια γνώμη, εμείς πάλε γιατί να τους τη σηκώσουμε; Τι μας πειράζει; Η ιστορία δεν αλλάζει για το χατίρι κανενός όσο κι αν πη κανείς που θα γίνη ένα πράμα, αν οι ιστορικοί νόμοι δεν το συχωρνούν, ποτές δε θα γίνη σαν που το θέλει η ιδέα μας. Πρέπει κανείς να το συλλογιστή καλά, για να βγάλη προφητεία, και με φαίνεται που βγαίνει προφήτης, λέγοντας που η αρχαία θα γυρίση πίσω.
Και έτσι λέγοντας έκαμε να κράξη τους ευνούχους της· οι οποίοι ερχόμενοι με επήραν ως άρμα πύρινον, και με εφυλάκωσαν εις ένα κατώγι, έως να έλθη η ημέρα. Και σαν εξημέρωσεν, έδωσαν είδησιν του βασιλέως διά εμένα· έπειτα με επαράστησαν έμπροσθέν του.
Έτρεχε σχεδόν ένας μήνας, που απερνούσα διά προφήτης, και ετραβούσα μίαν ζωήν πολλά ευτυχισμένην οπόταν έφθασεν ένας Αμπασατόρος από όνομα ενός βασιλέως σημαντικού, γυρεύοντας του Βαχμάν την θυγατέρα του εις γυναίκα του, του οποίου ο Βαχμάν απεκρίθη λέγοντας, πως του κακοφαίνεται που δεν ημπορούσε να τον υπακούση, με το να την υπάνδρευσε με τον Μωάμεθ.
Οι λόγοι ούτοι μ' ευχαρίστησαν και, αφού εχαιρέτισα τον μάγον, ανέβηκα συρόμενος μετά κόπου εις το χάσμα και, χωρίς να εννοήσω πώς, ευρέθηκα εις την Λειβαδιάν. ΤΥΧΙΑΔΗΣ. Δύνασαι, Φιλοκλή, να μου πης τι είνε εκείνο το οποίον κάνει πολλούς ν' αγαπούν το ψεύδος, ούτως ώστε και αυτοί ν' αρέσκωνται να μη λέγουν τίποτε αληθές και να προσέχουν προ πάντων εις τους λέγοντας τοιαύτα;
Α, ετούτο είνε πολύ να σε υπομένωμεν, αποκρίθηκαν όλοι, σαν δεν θέλεις με το καλόν, ο Κατής θέλει κάμει δικαιοσύνην· και έτσι λέγοντας ευθύς τον έκραξαν εις τον Κατήν.
Και λέγοντας αυτά, άνοιξε μια κασσέλα, έβγαλε τρία ψωμιά και του τα έδωσε, λέγοντάς του: — Σε συμβουλεύω αυτά τα τρία ψωμιά να τα φυλάξης στο δρόμο που θα πας, και να τα πας σπίτι σου απείραχτα. Εκεί, άμα φτάσης με το καλό, κόψε και φάτα με την γυναίκα σου.
Να είχα κι' άλλα παιδιά, δε θα χόλιαζα τόσο, θα παρηγοριώμουν, αλλά τώχω έν' μοναχό! Να είταν μαύρη ώρα, που τ' ανάγκαζα να μπη στα γράμματα!... Λέγοντας αυτά τα πικραμένα τα λόγια η πονεμένη μάννα, έβγαλε το μαντήλι της από μέσα από το ζωνάρι της και σφούγγισε τα καταδακρυσμένα τα μάτια της, που είχαν μι' αδιάκοπη κοκκινάδα μέσα, από τ' ανέλλειπα μητρικά δάκρυα.
Αυτοί όντες δέκα τον αριθμόν, ο καθένας επήρεν από ένα, ευχαριστώντάς με, και λέγοντάς μου ότι η τιμή του ενός εις καθένα ήτο αρκετή διά να τους κάμη υπέρπλουτους και αυτούς και τους κληρονόμους των.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν