Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Πλην μ' απολαύσεις κι' αγαθά προς ταύτα παραπλήσια υπήρχον κι' άλλοι προ πολλού Παράδεισοι κι' Ηλύσια, μα παν κι' αυτοί 'στόν διάβολο με Κρόνους και με Δίας και τους θεούς των σήμερα φρουρεί ο Καββαδίας. Και πηλαλείς εδώ κι' εκεί να εύρης ποιος σ' αρέσει ωσάν σκυλί που του κρεμούν οπίσω καραβάνα, αλλ' αν απ' όλους δεν 'βρεθή κανείς να σε χωρέση, υπάρχει άλλος ανοικτός... του Βούδδα η Νιρβάνα.

Πάρε και ταις δύο καλλίτεραίς μου όρνιθες, εξηκολούθησεν ο παππούς· αλλ' επειδή ηξεύρω, ότι λυπείσαι, όταν κρεμούν τα ζώα από τα πόδια, της έβαλα μέσα εις αυτό το μεγάλο καλάθι· θα ταξειδεύσουν εις το γαϊδουράκι επάνω αναπαυτικά σαν αριστοκρατικαίς κυρίαις! Να ιδούμε μόνον πώς θα δεχθή το πρώτο του φορτίον εις την ράχιν το ζωηρό γαϊδουράκι.

Λαθύρια, βρακανίδαις. σ. 147. Λαθύρια όσπριον εκ των ευτελεστέρων. Βρακανίδα , αγριολάχανον περιφρονούμενον ως και η βρούβα . Κρεμούν τον Πατριάρχη, σ. 148. Παρηκολούθησα πιστώς τας ακριβεστέρας πληροφορίας περιγράφων το μαρτύριον του αειμνήστου εθνομάρτυρος Γρηγορίου. «Όπου αγαπάΣυχναπαντά

Από το πολύ σκοτάδι, κι' από τον βαρυσυννεφιασμένον καιρό δεν είταν δυνατό να καταλάβη αυτή η γυναίκα, αν το ζώο, που καβαλίκευε εκείνος, πώρχονταν από πίσω της, είταν μουλάρι ή άλογο, αλλά το γνώριζε, ότι σωστά είταν μουλάρι, γιατί καμμιά φορά ποδάρι αλογινό δεν είχε πατήση στο Μικρό-Χωριό, κι' εξόν απ' αυτό, μόνο στο λαιμό των μουλαριών συνηθίζουν να κρεμούν κυπρί, μικρό κουδουνάκι από μπρούζο, που κάνει «τριγκ... τριγκ... τριγκ... »

Η Ρεσπίνα ηρώτησεν έναν, διά ποίαν αιτίαν τον έφερναν να τον κρεμάσουν και εκείνος της είπε, με το να είχε χρέος και δεν το επλήρωνεν· επειδή και η συνήθεια της πολιτείας ήτον, να κρεμούν εκείνους, που δεν πληρώνουν τα χρέη τους.

Δία πατέρα, και Αθηνά, και Απόλλων', αχ! ομοίως 235 να 'βλεπα εδώτο σπίτι μας αμέσως τους μνηστήραις ταις κεφαλαίς τους να κρεμούν, πεσμένοι άλλοιτο δώμα, άλλοιτο γύρο της αυλής, κοντά να ξεψυχήσουν, ως τώρ' ο Ίρος κάθεται κειτης αυλής την θύρα, την κεφαλήν του σείοντας, ως κάμνει ο μεθυσμένος• 240 και ορθόςτα πόδια να σταθή δεν δύναται ή να γύρητην έρμη κατοικιά του, κοντά να ξεψυχήση».

— Κ' εμείς, πατέρα μου, οι φτωχοί, θάμεθα πεθαμμένοι;... — Θα να χτιστή με κόκκαλα το μακρυνό γεφύρι. Μην ήσαι, Διάκε, αχόρταγος. Κύτταξ' εκεί ποιος άλλος Με το κορμί τα θέμελα θα να στοιχειώση τώρα. Θανάση μου! Γονάτισε ... κρεμούν τον Πατριάρχη. Εγονατίσανε βουβοί. Κ' ευθύςτην έρμη χώρα Έβρεξε φως από ψηλά και τήνε πλημμυρίζει.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν