United States or Niue ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτός ο επιτηρητής δεν έζησε πολύ καιρόν και αποθαίνοντας, ο βασιλέας με έκλεξεν εις τον τόπον του διά βεζύρη επειδή με αγαπούσε και αυτός κατά πολλά· και με όλον που επλήρωνα όλα τα χρέη, που το βάρος ενός βεζύρη έχει, μου έμνεισκεν ακόμη κάποια στιγμή διά να σπουδάζω.

Πρό τινων ημερών, όλοι οι Μωαμεθανοί κάτοικοι ενός χωρίου της Πεδιάδος εισήλθαν εις την πόλιν, ακολούθουντες ένα καλόγηρον Αγιορείτην και ψάλλοντες το «Χριστός Ανέστη». Ούτω μετέβησαν εις την Μητρόπολιν και παρουσιασθέντες προς τον Μητροπολίτην του εδήλωσαν ότι απεφάσισαν να επιστρέψουν εις την χριστιανικήν θρησκείαν, ήτις ήτο των πατέρων αυτών η πίστις.

ΘΩΜΑΣ ΔΙΑΦΟΥΑΡΟΥΣ Με την εξής διάκρισιν, δεσποινίς. Εις ό,τι δεν αφορά την κατάκτησίν του, συναινώ· εις ό,τι όμως την αφορά αρνούμαι. Ο κύριος είναι φρεσκοβγαλμένο φιντάνι του σχολείου και δε χαρίζει κάστανα. Γιατί επιμένεις ν' αρνήσαι τη δόξα να γίνης γυναίκα ενός κοντζάμ ντοτόρου; ΜΠΕΛΙΝΑ Θάχη, φαίνεται, καμμιάν άλλη συμπάθεια.

Ότε, περί το τέλος του δράματος, μανθάνει την προσέγγισιν του εχθρικού στρατού και την εν αυτώ παρουσίαν ενός των υιών του Δώγκαν, εννοεί ότι επέρχεται η ώρα του απολογισμού: Επέρασ' η νεότης· εγύρισετο μάραμα ο δρόμος της ζωής μου κτλ. Μετά τον φόνον του Δώγκαν ο Μάκβεθ αναγορεύεται βασιλεύς, αλλά δεν θεωρεί εαυτόν ασφαλή, ενόσω ο Βάγκος ζη.

Κοίταξε τα ρημαγμένο μέρος γύρω της κ' ενώ η ματιά της γέμισε συμπόνεση, είπε: — Δυστυχισμένοι άνθρωποι! Η δική της απογοήτεψη άλλαξε πάλι σε συμπόνεση για τη δυστυχία άλλων ανθρώπων, τη δυστυχία που μαρτυρούσε αυτός ο ρημαγμένος τόπος. Ξανακάθησε χάμω και ρίξαμε τα μάτια γύρω στο μικρό λόφο εκεί στην άκρη του δάσους, που μας έφερνε στην ανάμνηση την ξένοιαστη γαλήνη ενός ολάκερου καλοκαιριού.

Να, παραδείγματος χάριν, μία γυναίκα, που ομιλεί σε κανένα για την ευγένειάν της και για το κτήμα της, ούτως ώστε κάθε ξένος δεν δύναται παρά να σκέπτεται· αυτή είναι μία τρελλή που φαντάζεται, ο Θεός ξεύρει τι, για την ολίγην ευγένεια και για την φήμην του κτήματός της. — Αλλ' ακόμη χειρότερα αυτή δα η γυναίκα είναι απ' εδώ από την γειτονιά κόρη ενός γραφέως. — Ιδές, δεν δύναμαι να εννοήσω πώς το ανθρώπινον γένος, τόσην ολίγην φρόνησιν έχει ώστε να ατιμάζεται τόσον ταπεινά.

Γιατί τάχα να πρέπη ο καλλιτέχνης να ενοχλήται από τη διαπεραστική φωνή της κριτικής; Γιατί εκείνοι που δεν μπορούν να δημιουργούν ν' αναλαμβάνουν να εκτιμούνε την δημιουργικήν εργασία; Τι μπορεί να ξέρουν τούτοι για κείνη; Αν η εργασία ενός ανθρώπου εύκολα εννοείται, κάθε εξήγηση είναι περιττή... ΓΙΛΒΕΡΤΟΣ. — Κι αν είναι ακατανόητη, κάθε εξήγηση είναι κακή. ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Δεν είπα αυτό.

Έπρεπε δε και επί των ημερών ενός ηγεμόνος τόσον μεγάλου και συγχρόνως τόσον αγαθού και χρηστού να γεννηθή εις το κράτος του μία τοιαύτη σπανία γυνή και να προστεθή εις την άλλην ευτυχίαν του ο έρως αυτής• διότι δεν είνε μικρόν ευτύχημα η γυνή εις την οποίαν θα εταίριαζεν εκείνο το οποίον είπεν ο Όμηρος, ότι δύναται ν' αμιλλάται προς την Αφροδίτην κατά το κάλλος και την Αθηνάν κατά τα έργα.

Εν τούτοις εφοβούμην να προχωρήσω κατά έν βήμα, εκ φόβου μήπως προσκρούσω εις τους τοίχους ενός τάφου. Ο ιδρώς ανέβλυζε σαν μαργαριτάρι από όλους μου τους πόρους και εσωριάζετο εις το μέτωπόν μου κατά μεγάλας παγωμένος σταγόνας.

Εν ώ δε οι πλειότεροι των μετ' αυτού δειλιάσαντες έφυγον κατ' ολίγον, αυτός με μόνον είκοσιν Έλληνας αντεμάχετο, έως ου διέβησαν οι φεύγοντες και διέφυγον τον κίνδυνον· και τότε τελευταίον έφυγε και αυτός με όλους τους συν αυτώ εκτός ενός, τον οποίον ήρπασαν ζώντα τινές των ιππέων του εχθρού . Ο Καραϊσκάκης ακολουθών τελευταίος τους φεύγοντας, επροσπάθει να τους εμψυχώση να σταθώσι, μάλιστα αφ' ού έφθασαν εις τόπον, όπου δεν ήτον κίνδυνος από το ιππικόν αλλ' οι Έλληνες έφευγον χωρίς να τον ακούσωσιν.