Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Αριστερά λόφοι κοιλάδες, και δάση γραφικώς εναλλάσσονται εις το βλέμμα. Αντικρύ ο γυμνός και άγριον μεγαλείον αποπνέων βράχος του Κάστρου, με τα δύο προ αυτού πετρώδη νησίδια, και πέραν πέλαγος αχανές, φωσφορίζον εις τας πρώτας ακτίνας του υποφώσκοντος ηλίου.

Επί των ερειπίων τούτων ως επί λόφου υψούται ο Στρατών, απέναντι δ' αυτού το Σεράγιον, εντός του οποίου ευρίσκονται τα δικαστήρια και το διοικητήριον. Έφευγ' εκείνη και κοντά Εγώ την 'κολουθάω. Περνάμε λόγκους και βουνά, Περάσαμε λαγκάδια, Ποτάμια, λίμναις, θάλασσαις. Περάσαμε λειβάδια, Και 'φθάσαμετο αχανές, Και 'φθάσαμε 'ςτό Χάο ,

Όλον το αχανές κράτος του Ιουστινιανού και ιδίως αι εκ της αρχαιότητος διά τα αρχιτεκτονικά των μνημεία περίφημοι Ελληνικαί πόλεις έδωκαν το απαιτούμενον υλικόν, ιδίως το των κιόνων, οι οποίοι εκομίσθησαν εκ των αρχαίων μνημείων.

Τι όνειρον! Γλυκύ, δροσερόν όνειρον. Η πλατεία μπούμα, αγρυπνούσα με παρεφύλαττεν ως δροσερός άγγελος καθ' όλην την νύκτα. Αλλ' εκοιμήθην επί στρώματος εξ ανθέων; Εκοιμήθην επί του αφρού; Εκοιμήθην επί νεφέλης κούφης; Ελαφρά; Μαλακά; Εναέριος; Επί πτίλων περιστερών; Επί πετάλων ρόδων; Επί ερίων χρυσών; Κλίνη μυστηριώδης. Βυθίζουσα εις το αχανές. Ανάγουσα εις κόσμους μεταρσίους.

Από της ημέρας εκείνης η Ιερουσαλήμ και τα πέριξ αυτής, κατέστη μέγα και αχανές νεκροταφείον, Ακελδαμά, αίματος αγρός, αγρός κεραμέως εις ταφήν τοις ξένοις. Καθώς το στίγμα του Κάιν, το οποίον προσεκολλάτο εις τον φονέα, η ενοχή του αίματος εκείνου εφάνη προσκολληθείσα εις αυτούς, ως πάντοτε θα γίνεται, μέχρις ου το Αυτό Αίμα την εξαλείψη.

Τότε ο κολυμβητής ευρέθη εν αμηχάνω θέσει. Το πλοίον είχε γείνει άφαντον έμπροσθέν του, και η γη είχεν ομοίως εξαφανισθή όπισθεν. Εστράφη και δεν είδε πλέον την ακτήν αφ' ης είχεν αναχωρήσει. Αχανές πέλαγος εξετείνετο εμπρός και οπίσω και πέριξ και εγγύς και πόρρω και πανταχού. Ησθάνθη ότι αι δυνάμεις του εξέλειπον κατ' ολίγον και ήρχισε να βυθίζηται.

Ο Βινίκιος ανεπήδησεν από της έδρας του και εκάλεσε τον οικονόμον. — Φέρε εδώ όλους τους δούλους· ανεξαιρέτως όλους αυτοστιγμεί. — Είναι μνηστή σου; είπεν έκπληκτος ο Πετρώνιος. Πριν συνέλθη εκ της εκπλήξεώς του, το αχανές μέλαθρον εγέμισεν από δούλους.

Από του ενός μέρους της μαύρης φάραγγος υψούτο κρημνώδες βουνόν, όπου παραπλανηθείσαι από την ημέραν αίγες τίνες, εκύλιον ήδη ογκώδεις λίθους, οίτινες εν ταραχώδει ορυμαγδώ κατέπιπτον προς το αχανές ρεύμα, προξενούντες φρίκην και εις τον πλέον ατρόμητον νυκτοπεριπατητήν.

Καθώς απλώθη η νύκτα, εφεγγοβόλησεν από άστρα το αχανές στερέωμα, και ο αήρ ο ευώδης θα ήτον ικανός να βαλσαμώση και αυτά της γυναικός ταύτης τα «πάθια». Το κογχυλοειδές άντρον ήτο μόνον ως τρία μπόια άνω από το κύμα, αλλ' ο βράχος έως κάτω ήτο τόσον κάθετος, ώστε αδύνατον ήτο «βροτός ανήρ» ν' ανέλθη ή να κατέλθη.

Η καλύβη δι' αυτούς έλαμψεν εκ θαυμασίας αίγλης· ήκουσαν θείας μελωδίας· οι βράχοι του σπηλαίου ηνοίχθησαν υπεράνω των κεφαλών των· εξ ουρανού κατήλθον προς αυτούς πτερυγισμοί αγγέλων. Και εκεί υψηλά, εις το αχανές, είδον ένα σταυρόν και δύο διατρήτους χείρας ευλογούσας. Έξω, αντήχει ο θόρυβος απηλπισμένων κραυγών και καταρρεουσών οικιών εν μέσω των φλογών.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν