United States or Cook Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανοίγω το παράθυρόν μου, και βλέπω σχεδόν αίθριον τον ουρανόν. Φαντάσου, αν αύριον είνε ωραία ημέρα! Ας χαίρουν τα Κούλουμα και το Φάληρον. Εν Αθήναις, τη 9 Μαρτίου 1880.

ΠΕΤ. Ακόμη το θυμάσαι εκείνο το όνειρον και διατηρείς εις την μνήμην σου μάταια πράγματα και, ως ο ποιητής λέγει, καταδιώκεις με την φαντασίαν σου μίαν ευτυχίαν που ήτο καπνός και διελύθη; ΜΙΚ. Ούτε θα λησμονήσω ποτέ, κυρ κόκορα, τα πράγματα που είδα• τόση πολλή γλύκα μου αφήκε εις τα μάτια το όνειρο, ώστε μόλις δύναμαι ν' ανοίγω τα βλέφαρα μου που κολλούν από το μέλι.

ΜΟΝΤΕΚΗΣ Κακοαναθρεμμένε, απ' τον πατέρα σου εμπρός ‘ς τον τάφον καταιβαίνεις; ΠΡΙΓΚΗΨ Ησύχασε, και πρόσμεινε να καθαρίσω πρώτα το σκότος τούτο το πυκνόν, να μάθω την αιτίαν, την κεφαλήν, και την πηγήν αυτής της παραζάλης. Τότε θα γίνω αρχηγός πρώτος εγώ των θρήνων, κι' ανοίγω εις την λύπην σας τον δρόμον του θανάτου· αλλ' έως τότ’ υπομονή. — Οι ένοχοι πού είναι;

Να φέρω εδώ μέσα κυρίαν, να μου αναποδογυρίση τα πάντα, να με αναγκάζη να εξέρχωμαι όταν θέλω να μένω, και να μένω όταν θέλω να εξέλθω, να ακούω την φλυαρίαν της όταν επιθυμώ σιωπήν, να ανοίγω το παράθυρον ενώ κρυώνω, διότι εκείνη ζεσταίνεται, ή να το κλείω ενώ ζεσταίνομαι διά να μη κρυώση! Και ταύτα λέγων έκλεισε το παράθυρον.

Δεν είνε λοιπόν αχάριστος και ένοχος κατά τους νόμους περί κακώσεως, αυτός ο οποίος την νόμιμον σύζυγόν του, παρά της οποίας τόσα έλαβε και εξ αιτίας της οποίας έγεινεν ένδοξος, τόσον ατίμως εγκατέλειψε και επεθύμησε νέους έρωτας, και αυτά εις εποχήν καθ' ήν μόνον εμέ θαυμάζουν όλοι και καυχώνται ότι με έχουν προστάτιδα; Αλλ' εγώ, ενώ τόσοι με επιζητούν και κτυπούν την θύραν μου και με καλούν μεγαλοφώνως με το όνομά μου, αντέχω εις τον πειρασμόν και ούτε ανοίγω ούτε θέλω να δίδω προσοχήν εις τους λόγους των διότι βλέπω ότι δεν φέρουν τίποτε περισσότερον από τον κενόν θόρυβον της φωνής.

Ατελεύτητον σου ανοίγω βιβλίον, — εις το οποίον την πρώτην λέξιν εχάραξεν ο θεός, τας ακολούθους χαράσσει ο άνθρωπος και την τελευταίαν ο διάβολος θα χαράξη! Απέραντον θ' αναπετάσω εικόνα, εις την οποίαν έκαστος προσθέτει μίαν γραμμήν, και αφαιρεί προγενεστέραν. Καλλιτέχνημα του θεού· τερατούργημα του ανθρώπου.

Επρόσθεσε αυτά εις το γράμμα της Καρολίνας: «Για τελευταία φορά, για τελευταία φορά ανοίγω αυτά τα μάτια. Αχ! δεν θα δουν πια τον ήλιο. Θολερή, συννεφιασμένη ημέρα τον κρατεί σκεπασμένο και ο ουρανός είναι σκοτεινός. Έτσι έχε πένθος, φύσις· το παιδί σου, ο φίλος σου, ο εραστής σου πλησιάζει στο τέλος του. Ω Καρολίνα!

Τον Όμηρον, τον Πλάτωνα, τον Δάντε και τον Βιργίλιον, τους οποίους θαυμάζω και σέβομαι, ως ιερά πράγματα, και διά τούτο ποτέ δεν τους ανοίγω, και εκτός αυτών τον Κάτουλλον, τον Αριόστον, τον Μπάιρων και τους άλλους μικροτέρους, των οποίων την συναναστροφήν προτιμώ από τας ομιλίας των φίλων μου Αγρινιωτών, οίτινες διά τούτο με ωνόμασαν μισάνθρωπον.

Άλλοτε μ' εθεώρουν και μάντιν και ιατρόν και το παν δι' αυτούς ήμουν εγώ, ήσαν δε πλήρεις του Διός πάσαι αι οδοί και πάσαι αι αγοραί. Και τότε η Δωδώνη και η Πίσσα ήσαν λαμπραί και περίφημοι εις όλον τον κόσμον και τόσος ήτον ο καπνός των θυσιών, ώστε ούτε τα μάτια μου ν' ανοίγω δεν με άφηνεν.

Εγώ διά περιέργειάν μου το ανοίγω, και μέσα εις αυτό βλέπω ένα δακτυλίδι μιας εξαισίας ωραιότητος, και ένα κουτάκι χρυσό, εις το οποίον ήτο κλεισμένη μια εικόνα γυναικός.