Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Ο Βινίκιος, διά τον οποίον δεν υπήρχεν αγαθόν, ειμή, ό,τι ηδύνατο να του αποδώση την Λίγειαν, ωργίσθη εναντίον τινών εκ των συμβουλών τούτων. Εξαίρων την αγνότητα και την αποχήν από των σαρκικών επιθυμιών ο γέρων δεν κατεδίκαζε τον έρωτά του; Δεν παρώξυνε την Λίγειαν εναντίον του; Ο θυμός κατέλαβε τον τριβούνον. «Τι το κακόν υπάρχει εις τούτο; διενοήθη. Αυτή λοιπόν είνε η διδασκαλία η άγνωστος

Νομοθέτησαν με τη συγκατάθεση του έθνους κανείς κάτοικος να μη βγη στο μέλλον από το μικρό μας βασίλειο· κι' αυτό διατήρησε την αγνότητά μας και την ευτυχία μας. Οι Ισπανοί έχουνε μια συγχισμένη ιδέα για τον τόπο μας, τον ωνόμασαν Ελδοράδο, κ' ένας Άγγλος ονομαζόμενος ιππότης Ράλαϊχ κατώρθωσε να πλησιάση ως εδώ προ εκατό χρόνια.

Αυτή η αγάπη, αυτή η πίστις, αυτό το πάθος δεν είναι λοιπόν ποιητική εύρεσις. Αυτή ζη, είναι εις την μεγίστην της αγνότητα εις την τάξη των ανθρώπων, τους οποίους ονομάζομεν αμορφώτους, τους οποίους ονομάζομεν βαρβάρους. Εμείς οι μορφωμένοισε τίποτα μορφωμένοι! Ανάγνωσε την ιστορίαν με ευλάβειαν, σε παρακαλώ.

Πόσοι, και χωρίς να έχουν προηγούμενα φαλαγγιτικά, έδραμον εκεί, και πόσοι διά του αίματός των εμαρτύρησαν την αγνότητα του ενθουσιασμού των! Οπωσδήποτε, ομολογώ ότι μ' επηρέασεν η συναίσθησις ότι ήμην αξιωματικός. Εφανταζόμην ότι ηδυνάμην, ως τοιούτος, να φανώ χρησιμώτερος.

Άλλα όταν ήρθε η νύχτα, η Βραγγίνα για να κρύψη την ντροπή της Βασίλισσας και για να ν' τη σώση από το θάνατο, επήρε τη θέσι της Ιζόλδης, στο γαμήλιο κρεβάτι. Για να τιμωρηθή που δε φύλαξε καλά το μαγεμένο ποτό, και από αγάπη για τη φίλη και κυρία της, εθυσίασε, η πιστή, την αγνότητα του κορμιού της. Το σκοτάδι της νύχτας έκρυψε από το Βασιληά την πανουργία της και την ντροπή της.

Η μορφή ήτις μου εφαίνετο παρεστώσα εκεί, η φέρουσα την αγνότητα εις τα όμματα τα κάτω νεύοντα, και τον γλυκασμόν περί τα χείλη τα αβρά και μελιχρά, μου εφάνη ότι αντήλλασσε νεύματα με την εικόνα της Αγίας. Μου εφάνη ότι τα χείλη της εψιθύριζον ικεσίαν, και το βλέμμα της εικόνος ένευε συγκατάθεσιν . . . Ύπνος τότε με κατέλαβεν, εις το στασείδιον όπου εκαθήμην.

Ώ! Ποία καρδία ερώσα δεν συνησθάνθη την ανάγκην να διαχύση την πλήμμυράν της εις στήθη φιλικά και συμπαθή; Αναχαιτίζει την εξομολόγησιν το σέβας προς την αγνότητα του αισθήματος, — ο αγαπών προκρίνει να τηρήση ως μυστικόν εν παραβύστω το μυστήριον του έρωτός του, ή να αποκαλύψη τον θησαυρόν του εις οφθαλμούς, οι οποίοι ίσως δεν τον εκτιμήσουν, — διστάζει και αναβάλλει, — αλλά το εκχειλίζον πάθος επί τέλους θα φανερωθή!

Και τα δύο τούτα αισθήματα από το βάθος, όπου συνυπάρχουν, ξεχωρίζονται παραλλήλως εκφραζόμενα εις την ομιλίαν του προς την Οφηλίαν, όπως αυτός την βλέπει πότε ως ένα μέλος σαπημένου κοινωνικού σώματος, πότε ως μίαν εξαίρεσιν, ένα πλάσμα αδιάφθαρτον, το οποίον, αν και αγνόν όσον ο πάγος, και όσον το χιόνι καθαρόν, δεν θα ξεφύγη την συκοφαντίαν , εις έναν κόσμον όπου η Αρετή εκατάντησε μύθος· εξομολογείται εις αυτήν ως εις αγίαν όλας τας ανθρωπίνους αδυναμίας του, τας μεγαλοποιεί, διότι κυριευόμενος από την απελπιστικήν ιδέαν την οποίαν εσχημάτισε περί της ανθρωπότητος, αμφιβάλλει και περί του εαυτού του και πείθεται ότι δεν θα είχεν άδικον η Οφηλία εάν δεν επίστευσεν εις την αγνότητα της αγάπης του· διά να την αποσπάση οριστικώς από αυτόν και από τον κόσμον αναιρεί με αναγκαίαν σκληρότητα το πραγματικόν προς αυτήν αίσθημά του και επιμόνως την παρακινεί να προφθάση να σωθή από τους κινδύνους του κόσμου.

Λοιπόν περί του Νέστορος του σοφωτάτου των Αχαιών ο Όμηρος λέγει ότι έζησεν επί τρεις γενεάς και συγχρόνως μας τον παρουσιάζει τέλεια εξησκημένον κατά τε την ψυχήν και το σώμα. Περί δε του μάντεως Τειρεσίου η τραγωδία μας λέγει ότι έζησε μέχρις έξ γενεών. Και είνε πιθανόν ότι άνθρωπος ως ο Τειρεσίας, αφιερωμένος εις τους θεούς και ζων με αγνότητα βίου, έγινε τόσον μακρόβιος.

Αλήθεια θα ήτο να τρελλαίνεται κανείς! Και η Κυρά Ρήνη εφρικία από κεφαλής μέχρι ποδών, σκεπτομένη ταύτα ενώ το αίμα ανήρχετο πλημμυρίζον διά του τραχήλου εις το πρόσωπον, απειλούν να πηδήση άφθονον από των οφθαλμών. Εφ' όσον εσκέπτετο την αγνότητα του Γιάννου τοσούτον αι επιθυμίαι της ακράτητοι εξεγείροντο και ήθελε πάση θυσία να τον απολαύση. — Δεν θα μου γλυτώσης, εψιθύρισε.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν