Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Δίκαιε Ουρανέ, εφώναξεν ο Κατής, ημπορώ να στεφανωθώ ένα τέρας της φύσεως παρόμοιον; Εις τον ίδιον καιρόν ο βαφιάς προβλέποντάς την έκστασιν του Κατή, έφθασεν εκεί.
Με αυτούς τους συλλογισμούς το πονετικό κορίτσι έφθασεν έως τον μισόν δρόμον χωρίς διόλου να κουρασθή. Είδε τότε τον ήλιον υψηλά και ενόησεν ότι ήτο μεσημέρι· εκάθισεν εις την σκιάν, κάτω από ένα δένδρον διά να φάγη το πτωχικόν της γεύμα· ολίγαις μόνον εληαίς και ψωμί είχε βάλει η μητέρα της εις το καλαθάκι της. Αυτό μόνον είχαν οι πτωχοί άνθρωποι εις το σπίτι!
Μέχρις αυτού του τόπου λέγουσιν ότι έφθασεν ο στρατός· πέραν δε, εκτός των Αμμωνίων και εκείνων όσοι ήκουσαν τους Αμμωνίους, κανείς άλλος δεν δύναται να είπη τι περί αυτών, διότι ούτε επέστρεψαν οπίσω.
Αλλ' ο κρατήρ ούτος δεν έφθασεν εις τας Σάρδεις, και το πράγμα εξηγείται διττώς.
Όταν ο Αινιάν έφθασεν εις Σάλωνα, ο Οδυσσεύς και ο Καραϊσκάκης έχοντες μεγαλειτέραν ισχύν εις το στρατόπεδον και θέλοντες να εκδικηθώσι διά τα εις Ναύπλιον διατρέξαντα, διήγειραν και πολλούς άλλους εναντίον του, ώστε απεφάσισαν όλοι ομού διά να μη τον δεχθώσιν.
Εις τοιαύτην κατάστασιν ήτον το στρατόπεδον όταν έφθασεν εις τον Πειραιά και ο Κόχραν διωρισμένος από την Εθνικήν Συνέλευσιν Ναύαρχος. Έφερε δε μεθ' εαυτού διάφορα πολεμικά πλοία, εν οις και το δίκροτον η «Ελλάς». Ο Καραϊσκάκης συνωδευμένος από τους σημαντικωτέρους των αξιωματικών του στρατοπέδου επήγεν εις συνέντευξιν αυτού.
Την ημέραν λοιπόν εκείνην, της εβδομάδος των Βαΐων, έφθασεν η Φραγκογιαννού λίαν πρωί εις την κορυφήν του υψηλού πετρώδους λόφου, του αντικρύζοντος εκ δυσμών την πολίχνην, και οπόθεν μελαγχολικό πίπτει το βλέμμα επί του μικρού κοιμητηρίου, απλουμένου κάτω, επί υψηλής θαλασσοπλήκτου λωρίδας γης, με τα λευκά μνήματα, και ευθύς φεύγει ζητούν φαιδρότητα και ζωήν εις τα γαλανά κύματα, εις τον ευρύν τριπλούν λιμένα, και εις τα χλοερά, χαρίεντα νησίδια, τα φράττοντα τούτον εξ ανατολών και μεσημβρίας.
Αρπάζει αμέσως το όπλον του από τον τοίχον και τρέχει δρομαίος, όσον το εσυγχώρουν οι γεροντικοί πόδες του. Ότε επί τέλους έφθασεν υπό το πεύκον και εστάθη άνω του συμπλέγματος εκείνου, ευρέθη εις αμηχανίαν.
Ως τόσον έφθασε και ο διωρισμένος καιρός να πληρώση τον όρκον του· όθεν αποχαιρετώντας τους συγγενείς και οικιακούς του εν μέσω κλαυθμών και οδυρμών ανεχώρησε διά το θανατηφόρον ταξείδι. Όταν έφθασεν εις τον διωρισμένον τόπον, εκάθισε σιμά εις την βρύσιν με λύπην μεγάλην και αναστεναγμόν θανάτου, προσμένων το Τελώνιον.
Κατηρώντο τον Καίσαρα, κατηρώντο τους ευνοουμένους πατρικίους. Όταν την νύκτα ο πρώτος επισιτισμός έφθασεν, ο όχλος κατηδάφισε την κυρίαν πύλην του Εμπορίου και διήρπασε τα τρόφιμα. Εις το φως της πυρκαϊάς εμάχοντο διά τους άρτους, των οποίων μεγάλη ποσότης κατεπατήθη υπό τους πόδας· το άλευρον των σχισθέντων σάκκων κατελεύκανε το έδαφος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν