United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι άπειρα είνε όσα θα διαψεύδουν αυτόν τον αρρενωπόν ιματισμόν• το βάδισμα, το βλέμμα, η φωνή, ο λιγυσμένος τράχηλος, το ψιμμύθιον, η μαστίχη και το κοκκινάδι, με τα οποία σεις στολίζεσθε, και εν γένει, κατά την παροιμίαν, ευκολώτερον δύνασαι να κρύψης πέντε ελέφαντας εις την μασχάλην σου παρά ένα φαυλόβιον του είδους σου.

Ο Οφφικιάλος του Βασιλέως του λέγει· αγαπημένε μου νέε, σε ορκίζω εις τον Προφήτην, να μου διηγήσης τα συμβεβηκότα που σου ηκολούθησαν, και δεν το ζητώ διά περιέργειάν μου να τα μάθω, μα γροικώ μίαν κλίσιν υπερβολικήν προς εσάς, διά να σας βοηθήσω αν είναι τρόπος, και ελπίζω πως δεν θέλεις μετανοήσει που μου τα εξεμυστηρεύθης· μίλησε λοιπόν με ελευθερίαν και μη μου κρύψης τίποτε, διατί κατάλαμβάνω ότι είσαι ευγενικός νέος, και επιθυμώ διά να σε βοηθήσω.

Και έγιναν τα πάντα διά μιας εξαφνικά! — Εσύ, Εδμόνδε, είσαι; Τι νέα έχεις; Τίποτε, αυθέντα, δεν γνωρίζω. ΓΛΟΣΤ. Τι κρύπτεις αυτό το γράμμα με τόσην βίαν; ΕΔΜ. Δεν ηξεύρω τίποτε νέον, αυθέντα μου. ΓΛΟΣΤ. Τι χαρτί εδιάβαζες; ΕΔΜ. Τίποτε, αυθέντα μου. ΓΛΟΣΤ. Τίποτε; Τι εχρειάζετο λοιπόν τόση βία να μου το κρύψης; Το τίποτε δεν έχει ανάγκην από τόσον κρύψιμον. Φέρε να ιδώ. Δος το.

Εάν λοιπόν ημπορής να μας αποδείξης καθαρώτερα ότι η ικανότης είναι πράγμα το οποίον δύναται να διδαχθή, μη καταδεχθής να μας το κρύψης, αλλά δείξε το εις ημάς. Πρωταγόρας Αλλά, Σωκράτη, είπε, δεν θα σας το κρύψω· αλλά τι από τα δύο θέλετε; θέλετε ως γέρων εις νέους να σας το αποδείξω διηγούμενος ένα μύθον , ή θέλετε να το πραγματευθώ με λογικάς αποδείξεις;

Αλλά δεν επιτρέπεται να λέγωνται αυτά προς όλους και να φανερόνωνται τα απόρρητα, μήπως και κανείς με καταγγείλη επί ασεβεία προς τον Ραδάμανθυν. ΦΙΛ. Σε παρακαλώ, Μένιππε, μη μου τα κρύψης• είμαι φίλος σου και γνωρίζω να κρατώ μυστικά, εκτός δε τούτου είμαι και μεμυημένος εις τα μυστήρια. ΜΕΝ. Μου απαιτείς δύσκολον πράγμα και επικίνδυνον, αλλά τέλος πάντων προς χάριν σου θα το αποτολμήσω.

Ο υιός εκείνου, τ' όνομα Θεοκλύμενος, τότ' ήλθε εις τον Τηλέμαχο κοντά• κ’ εύρισκε αυτόντην ώρα οπ' εύχονταν κ' εσπόνδιζε σιμάτο μαύρο πλοίο• κ' ευθύς τον επροσφώνησε με λόγια πτερωμένα• «Ω φίλε, αφού 'δω σ' εύρηκατην ώρα της θυσίας, 260 καλόδεκτη προς τον θεόν να γείν' η προσφορά σου• και την ζωή σου να χαρής και των συντρόφων όλων, 'ς το ερώτημά μου απάντησε και τίποτε μη κρύψης. ποιος είσαι; ποιο το γένος σου; πού η πόλις και οι γονείς σου

Απάντησε ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας• 280 «Ξεύρω, εννοώ• και, ό,τ' είπες συ μόνος του βάζει ο νους μου. αλλά συ πήγαιν' έμπροσθεν και οπίσω εγώ θα μείνω• και από κτυπιαίς αμάθητος και απ' ακοντιαίς δεν είμαι. βαστά η καρδιά μου, ότι κακά πολλά την βασανίσανταις μάχαις καιτα πέλαγα• και αυτό μ' εκείν' ας έλθη. 285 αλλά την λύσσα της κοιλιάς δεν δύνασαι να κρύψης, 'που των θνητών κακά πολλά δίδ' η καταραμένη• για κείνην αρματόνονται και στερεά καράβια, και για να βλάψουν τους εχθρούς διασχίζουν τα πελάγη.

Άδικα προσπαθείς να μου το κρύψης. ΜΙΣΤΡΑΣΤι διάβολο! Τα παλιόπαιδα! Επήραν τόσο θάρρος... ΦΛΕΡΗΣΜην ανησυχής. Δεν είμαι πια ο ίδιος άνθρωπος. Καλά έκαμαν. Πολύ καλά έκαμαν. Σε βεβαιόνω. ΜΙΣΤΡΑΣΑστειεύεσαι, Τάσσο; Άφισέ με να επέμβω εγώ. Δεν κάνει να ταραχθής εσύ. ΦΛΕΡΗΣΔεν είναι καμμιά ανάγκη να επέμβης. Τώρα βλέπω τη χαμένη ζωή μου. Τώρα βλέπω τι κακό μου κάμανε οι άλλοι, Κύτταξέ με!

Καθώς του ήλθεν η ιδέα να φύγη κ' έτρεξε ν' ανοίξη την κλαβανήν, επειδή ενόησε πλέον ότι οι χωροφύλακες ανέβαινον εις το πάτωμα, μη έχων καιρόν να επανέλθη προς το μέρος της θύρας, διά να κύψη και αναλάβη την μάχαιραν, έτοιμος να πηδήση κάτω, εφώναξε προς την αδελφήν του·Το «χαμπέρ», μωρή! . . . Κύτταξε να κρύψης κείνο το «χαμπέρι»!

Απάντησε η κελλάρισσαεκείνην, η Ευρυνόμη• «Τέκνον, ωμίλησες ορθά και λάθος δεν ευρίσκω• 170 άμε του τέκνου σου να ειπής τον λόγον, μην τον κρύψης, αφού λούσης το σώμα σου, την όψι σου αφού χρίσης, όχι μ' αυτό το πρόσωποτα δάκρυα μαραμμένο• πήγαινε, και ατελεύτητα να κλαίης δεν συμφέρει, τώρα 'π' ο υιός σου ανδρώθηκε, 'που των θεών ευχόσουν 175 τόσο θερμά να τον ιδής τα γένεια να φυτρώση».