United States or Sweden ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σκύψε με τρόπον, ώστε το πρόσωπόν σου να μη φράττη την οπήν. Στάσου δύο σπιθαμάς μακράν της θύρας. Αντίκρυσε το πρόσωπόν σου εις το κλείθρον. Η άγνωστος εξετέλεσε τας οδηγίας ταύτας της Βεάτης. Αλλ' αύτη σχεδόν δεν διέκρινε την μορφήν της. — Ο λύχνος σου είνε κινητός; ηρώτησεν η Βεάτη. — Κινητός. — Λάβε τον εις την χείρα και έλα να ιδώ το πρόσωπόν σου. Η ξένη υπήκουσε και εις τούτο.

Και ετοιμάζεται να φέρη το ξυράφιον επί την παρειάν αυτού, ότε ηχεί και πάλιν ο κώδων της ανοιγομένης θύρας, — Συ είσαι Θοδωρή; φωνεί ο Παρδαλός, προβάλλων ολίγον την σαπωνόφυρτον αυτού μορφήν διά της θύρας. — Όχι, αφέντη! απαντά κάτωθεν η φωνή της υπηρετρίας, είνε ένας κύριος, . . . θέλει κάτι να σας ειπή. — Ας περάση μίαν άλλην ώραν. Έχω εργασίαν,

Επιστρέφουσιν όπως δώσωσι λόγον των πράξεών των, και εισδύουσι μέχρι της θύρας της αιθούσης, όπου εν μέσω φωτοχυσίας και πομπής, οι άρχοντες συμποσιάζουσι μετά του βασιλέως. Ο Μάκβεθ, άμα ιδών αυτούς, απομακρύνεται εν βία των συνδαιτυμόνων του, όπως πληροφορηθή τα γενόμενα·Γεμάτον αίμα είναι το πρόσωπόν σου, άνθρωπε!...

Άμα εισελθών, εστράφη προς εκατέραν των παραστάδων της θύρας, όπως ίδη μη είνε τις κεκρυμμένος όπισθεν των θυρωμάτων, είτα εχαιρέτισεν έπιπλόν τι εκλαβών αυτό εν τη ταραχή του ως έμψυχον ον. Μετά τούτο εχαιρέτισεν εμέ και τελευταίον έκαμε πολλάς προσκυνήσεις ενώπιον του αρχηγού. Έτρεμε δε τα γόνατα, και μετέφερεν αδιαλείπτως τον σκούφον ον εκράτει από της μιας εις την ετέραν χείρα.

Ούτω δε δειλώς ιστιοδρομούσα διά του πελάγους των ονείρων, δεν ήκουσεν η Μαριώ ανοιγομένην και κλειομένην την αυλόθυραν, ούτε την μετ' ολίγον ημιανοιχθείσαν ηρέμα θύραν του οικίσκου, ούτ' εννόησε του κυρ Δημήτρην, όστις προκύψας διά της θύρας την κεφαλήν, ηρώτησε σιγαλή τη φωνή, πριν εισέλθη·Κοιμήθηκαν τα παιδιά; — Ου! μ' ετρόμαξες, καϋμένε! εφώνησεν η ανανήψασα αίφνης σύζυγός του.

Το παραπέτασμα της θύρας ηνοίχθη αποτόμως και εφάνησαν ο απελεύθερος του αυτοκράτορος Φάων και όπισθεν αυτού ο ύπατος Λικίνιος. Ο Νέρων συνωφρυώθη. — Τι συμβαίνει; ηρώτησεν ανυπομονών. — Συγγνώμην, θείε αυτοκράτωρ, είπεν ο Φάων με ασθμαίνουσαν φωνήν. Η Ρώμη καίεται. Το μεγαλείτερον μέρος της πόλεως ευρίσκεται εντός των φλογών. Όλοι οι παρεστώτες έγιναν κάτωχροι και ηγέρθησαν αποτόμως.

Αλλά, καθώς κρίνομεν ημείς, ούτε εκείνοι παρενόμησαν ούτε ημείς. Πολίται όντες, ως σεις, και πλειότερα έχοντες να χάσουν ήνοιξαν τας θύρας και εισήγαγον ημάς φιλικώς, και όχι εχθρικώς, εις την πόλιν των. Ήθελαν και οι μεταξύ σας πλέον κακοί να μη γίνουν χειρότεροι, και οι καλλίτεροι να τιμηθούν κατ' αξίαν.

Και είνε δυνατόν, εξηκολούθησε, να ονομασθή μία κοινωνία πολιτισμένη, απλώς και μόνον διότι έχει γαλλικόν θέατρον, ή διότι συγκροτεί χορούς εις τα ξενοδοχεία, ή διότι παίζει Croquet και Rally Papers, ή διότι απέκτησεν ιπποδρόμια και λεμβοδρομίας, ενώ υπάρχουν μεταξύ αυτής άνθρωποι, και είνε οι περισσότεροι δυστυχώς, οι οποίοι καίουν τα δάση διά ν' αποκτήσουν χόρτον τα πρόβατά των, και λατομούσι την Πνύκα διά να κτίσωσιν αχυρώνας; οι οποίοι αποσπώσι τους τρυφερούς κλάδους των δενδρυλλίων της οδού διά να μαστίσωσι τους όνους των και ρίπτουσι τα καθάρματα των οικιών αυτών προ της θύρας των διά να ευωχώνται οι ανέστιοι σκύλοι της γειτονίας; οι οποίοι αποκαθηλούσι τα καθίσματα των πλατειών, και χύνουσιν από τα παράθυρα τα ρυπαρά των ύδατα επί της ράχεως των διαβατών, και σχίζουσι με τα μαχαίριά των τα καθίσματα των αμαξών του σιδηροδρόμου; Ή μη τυχόν είνε δείγμα πολιτισμού το να ραπίζωσι τους ανθρώπους οι φρουροί της δημοσίας ασφαλείας, ή το να εισέρχωνται έφιπποι αξιωματικοί εις τα ύπαιθρα καφενεία, ή το να θηρεύωνται κατά τον χρόνον της επωάσεως τα πτηνά, διά το Μ ο υ σ ε ί ο ν δήθεν και δυνάμει επισήμου αδείας της αρχής, ή το να καίωνται το Πάσχα αι Αθήναι από τα σ μ π ά ρ α των α ν τ ά μ ι δ ω ν;

Είτα το κλειδόνει πάλιν ως καλός οικοκύρης, καταβαίνει εις την οδόν όθεν ήλθε, και εισέρχεται εις την οικίαν του διά της αυλείου θύρας, αφού θορυβωδώς εσήμανε τον κώδωνα, και δρομαίως προσήλθε να του ανοίξη ο υπηρέτης του με τον λευκόν λαιμοδέτην. Ο Περδίκης είνε εντελώς ατάραχος· τα γόνατά του μόνον τρέμουν ολίγον. — Καλέ Γιάγκο, αλήθεια; — Κερδήσαμε, παπάκη;

Πιθανώτατον φαίνεται, ότι αφορμήν έδωκε πρώτην εις το Κ ό φ' το γηραιός τις εφημεριδοπώλης, αγαπών υπερβολικά τα πνευματώδη ποτά, και σταματών συχνά πυκνά προς της θύρας των οινοπωλείον, ίνα δροσίζη τον κουραζόμενον λάρυγγά του δι' αλλεπαλλήλων ρακοποτίων.