United States or Kuwait ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κ' η στερνή του, λέει, η βίζιτα είταν παράδεισος μέσα σε κείνο το «μπουντουάρ». Εχτές, λέει, είχε άλλο κυνήγι και δεν μπορούσε να πάη, και του ήρθε ένα γράμμαόλο φωτιά και θυμός. Κ' είναι έτοιμος, λέει, και να το δείξη το γράμμα του πλαγινού του, αν δεν το πιστεύη.

Ήμουν ακόμη άρρωστος και με φοβερή εξάντληση. Έβγαινα λίγο, αλλά και δεν πήγαινα μακριά 'πό το σπίτι μας. Μια μέρα στο μέρος 'κείνο συνάντησε μια γειτονοπούλα μας, ένα πολύ νέο κορίτσι, και το ρώτησε για μένα. — Το ίδιο είνε, είπε το κορίτσι. Κάθα μέρα τόνε τινάσει και δεν απόμεινε ο εμισός. Ανέγνωρο γίνηκε το κακορρίζικο απού την αδυναμία. — Κείντα λένε πως έχει; — Χτικιό 'κουσα πως έχει.

« Ομέρ-Βριώνης λύσσαξε, » Σαν κύταξε το αίμα » Πνιγμένον το Δερβίση του. » Προστάζειτο πλευρό του » Το σαλπιγκτή και γύρω του » Μαζόνει το στρατό του. » Και μεςτο νάνι έρριψε » Ειρωνικό ένα βλέμμα, » « Και λέγει: — 'Κείνο βλέπετε » Το μονωμένο χάνι; . . . » Πλιθάρι μην αφήσετε. » Απάνω σε πλιθάρι. » Κι' αφ' όσους είναι μέσα του » Μη μείνη ούτε ποδάρι. — » Αυτά προστάζει.

Μου φαίνεται πως θα σ' αγαπούσα περσότερο, αν μπορούσα να συλλογίζουμαι πως κανείς άλλος από μένα δεν είχε κάποιο δικαίωμα σ' εσέ και πως κανείς άλλος δε σε γνώρισε καλά ποιος είσαι. »Να που σου είπα τόσα πολλά και κείνο, που με παρακάλεσες να σου πω, δε σου το είπα.

Αλήθεια; είπε. Με συγκίνησε τόσο το πως η γυναίκα μου πίστευε πως είχα λησμονήσει ή είμουνα στο δρόμο να λησμονήσω, ώστε ο πόνος μου ξέσπασε και δεν άκουγα και δεν έβλεπα άλλο τίποτε παρά εκείνο που αιστανόμουνα ο ίδιος και κείνο που με βασάνιζε. Της διηγήθηκα πόσο άχαρο μου φαίνεται τώρα το σπίτι μας, από τότε που έλειψε ο Σβεν.

Ησύχασε τώραάκουσε Τουανέττα· αν τον ξανακάνης τον άντρα μου να θυμώση, θα σε διώξω. Έλα, δώσε μου τώρα το πανωφόρι του με τη γούνα και μερικά προσκέφαλα, να τον βάλω να καθήση καλά. Από τίποτ' άλλο δε συναχώνεται κανείς τόσο εύκολα όσο από τ' αυτιά. ΑΡΓΓΑΝ Πόσο με υποχρεώνεις, αγάπη μου, με τις περιποιήσεις που μου κάνεις! Ας βάλωμε αυτό για στήριγμα και κείνο το άλλο πλευρό· έτσι.

Άμα είδαν το στρατηγό τους πεσμένο, τους πιάνει τους Πέρσους φοβερός πανικός. Τέλος δεν είχε η σφαγή Έπεσαν ως πέντε χιλιάδες σε κείνο το μέρος μονάχα. Είταν τώρα όλος ο στρατός στο ποδάρι, κ' έτρεχαν, οι Πέρσοι ομπρός, οι άλλοι πίσωθέ τους. Αφίνανε σημαίες, έρριχταν ασπίδες και δρόμο οι Πέρσοι. Δεν τους ακολούθησε όμως ο Βελισάριος και πολύ, παρά γύρισε στη Δάρα.

Κι' απάνω κάτω του ναού το στολισμόν μου βάνουν· 380 Χαλνόντας τα στεφάνια μου, συντρίβοντας καντήλια Για ολίγο λάδι οπού ρουφάν, ή λαιμαργάν τα φτίλια. Μον κείνο που μου πίκρανε παράνω την καρδιά μου, Είν το χρυσόυφαντο πανί, το πλούσιο φόρεμά μου. Το φόρεμα μου το καλό, το πολυζηλεμένο, 385 Που το είχα με τα χέρια μου στον αργαλιό υφασμένο. Κι' ως να το σόσω υπόφερα και σκάνιασαις και λύπαις.

ΙΩΝ Ώ Κηφισέ πατέρα, με το κεφάλι ταύρου, πώς γέννησες ετούτη τη φοβερή οχιά, το φείδι με τα μάτια που τέτοιες φλόγες βγάζουν, και όλα τα τολμάει αυτή, όπου δεν έχει απ'της Γοργόνας το αίμα λιγώτερο φαρμάκι που γήρευε με κείνο για να σκοτώση, εμέ! Είχα καλή την τύχη, πριν στην Αθήνα φθάσω χαμένος να μην πάω από τη μητρυιά!

ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ Καλή σας νύκτα. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Χαίρε, τίμιε στρατιώτη· ποιος σ' άλλαξε; ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ Την θέσιν μου ο Βερνάρδος έχει. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Ε! φίλε Βερνάρδε! ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Λέγε, — ο Οράτιος είν' εκεί; ΟΡΑΤΙΟΣ Κάπως εκείνος . ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Καλώς ήλθες, Οράτιε, και συ, Μάρκελλέ μου. ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ Λοιπόν κείνο το πράγμα εφάνη απόψε πάλι; ΒΕΡΝΑΡΔΟΣ Τίποτ' εγώ δεν είδα.