United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και στο στρατό σαν έφτασε, γυρίζει ομπρός και στέκει, κι' ολούθες τήραζε να δει το γίγα αν θάβρισκε Αία. 115 Και να σε λίγο τον θωράει ζερβά ζερβά της μάχης που γιάρδιωνε έλεγε έσκουζε στους άντρες να βαρούνε, και πάει κοντά του στέκεται και του μιλάει διο λόγια 119 «Αία μου, ομπρός! Τον Πάτροκλο μας σκότωσαν!

Τότε ο Αινείας τον θωράει που λιάνιζε τους λόχους, και τρέχει μέσα απ' τη σφαγή και των σπαθιών τους χτύπους, τον παινεμένο Πάνταρο πούθε να βρει ζητώντας.

Μα τέλος πια σα διάβηκαν παλούκια και χαντάκι τρεχάτοι, κι' έπεφαν πολλοί απ' Αχαιών κοντάρια, στάθηκαν τότες κι' έμεναν εκεί κοντά στ' αμάξια χλωμοί του φόβου, τρέμοντας· και στην κορφή της Ίδας ξύπνησε ο Δίας άξαφνα απ' το πλεβρό της Ήρας. 5 Κι' όρθιος πηδάει, και στέκοντας θωράει τα διο τ' ασκέρια, τους Τρώες πούχαν νικηθεί, και πίσω τους Αργίτες που τους βαρούσαν κι' έτρεχε ο Ποσειδός μαζύ τους.

Τι μπορούσε, άξιε Σεβαστιανέ; — Ω! τι μπορούσε! — φθάνει·και όμως, θαρρώ, στο πρόσωπό σου βλέπω το τι έπρεπε νάσαι· η ευκαιρία σου μιλεί· η δυνατή φαντασία μου θωράει μία κορώνα, η οποία κατεβαίνει απάνου στην κεφαλή σου. ΣΕΒΑΣΤ. Τι; είσαι έξυπνος; ΑΝΤΩΝ. Δεν μ' ακούς που μιλώ; ΣΕΒΑΣΤ. Σ' ακούω· και βέβαια είναι μια αποκοιμημένη ομιλία, και συ μιλείς εις τον ύπνο σου.

Και δεν τους είδε πριν κανείς, θες άντρας θες γυναίκα, παρά η Κασσάντρα η όμορφη σα χρυσωπή Αφροδίτη στην άκρη ανέβη και θωράει το γέρο της πατέρα 700 όρθιο με τον καλόφωνο μέσα στ' αμάξι κράχτη, και το νεκρό 'δε πούφερναν τα διο μουλάρια πίσω στο στρώμα απάνου πλαγιαστό.

Και σε λιγάκι τον θωράει ζερβά ζερβά της μάχης που γιάρδωνε έλεγε έσκουζε στους άντρες να βαρούνε, και πήγε στάθηκε κοντά και τούπε αφτά τα λόγια «Αντίλοχε, έλα γλήγορα, θεόσπαρτε, να μάθεις 685 πικρή είδηση που έτσι αχποτές ας μη μας είχε τύχει! Τώρα το βλέπεις μόνος σου, το ξέρεις πως ο Δίας εμάς μας βρέχει συφορές και πως νικούν οι Τρώες.

Ήσυχοι οι άλλοι βάδιζαν παλικαριά γιομάτοι, οι Δαναοί, μ' απόφαση στη μάχη να βοηθιούνται. Κι' όπως ο νότος καταχνιά στα ραχοβούνια απλώνει, 10 καταραμένη απ' τους βοσκούς, καλή για νυχτοκλέφτη, κι' όσονε δρόμο πάει πετριά τόσο θωράει το μάτι· έτσι ενώ βάδιζαν πυκνή σηκώνουνταν η σκόνη κάτου απ' τα πόδια, και γοργά διαβαίνανε τον κάμπο.

Μα άξαφνα ο Κόνας τον θωράει ο παινεμένος άντρας, τ' Αντήνορα ο πρωτότοκος, κι' απ' τη βαθιά του λύπη τα μάτια του συγνέφιασαν που πήγε ο αδερφός του. 250 Και πλάγια εφτύς με τ' όπλο του, κλεφτά απ' τον Αγαμέμνο, στέκει, και μια μεσόχερα πιο κάτου απ' τον αγκώνα του μπήγει, πούβγε αντίπερα τ' όπλου η χαλκένια η μύτη.

Όσο θωράει ολόμπροστα το βασιλιά Αγαμέμνο π' όλο με τ' όπλο του χοιμάει και λόχους π' αλωνίζει, τόσο ας ποδίζει, κράζοντας στα παλικάρια, πίσω να περιορίζουν τους οχτρούς όσο μπορούνε πάντα· 190 μα από κοντάρι αν χτυπηθεί ή φάει καμιά σαΐτα και μπει στ' αμάξι, τότες πια θαν του χαρίσω νίκη να σφάζει, κι' ως στα γλήγορα να κυνηγάει καράβια, όσο να σκοτεινιάσει η γης και βασιλέψει ο ήλιος