United States or Uganda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις τον τόπον που ήμουν έβλεπα με ελευθερίαν όλες τες κυράδες και τα κορίτσια, ωμιλούσα με αυτές, και συχνά ευρισκόμουν εις τες συναναστροφές τους, και έκανα ότι ημπορούσα διά να με βλέπουν με καλό μάτι· όλες έλαβαν καλήν υπόληψιν εις εμένα, και με ετιμούσαν και με ευλαβούνταν μα διά να με αγαπήση καμμιά δεν ευρίσκονταν.

Δεν ημπόρεσα όμως διά πολλές ώρες να κλείσω μάτι· η θυγατέρα του Μουφάκ εσύγχυζε μεγάλως τες αίσθησές μου· η χαριεστάτη εικόνα της μου ήτον καρφωμένη εις τον νουν μου, και ούτως έπασχα όλες εκείνες τες ώρες χωρίς ανάπαυσιν· μα τέλος πάντων άρχισα να αποκοιμηθώ ολίγον, και ο ύπνος μου δεν εστάθη πολλά μακρύς, επειδή και εστάθηκα υποχρεωμένος διά να εξυπνήσω ευθύς από μίαν μεγάλην σύγχυσιν που ηκούετο εις τον τάφον.

Κι' αληθινά, σε τρεις μέραις, ήρθε το καράβι. Το θυμάσαι, μήνες είνε από τότε. Η Αρχόντω, μετά μικράν σκέψιν είπε: — Πας να την φωνάξης; — Ποια, την Χ., του καπετάν Λυμπέρη; Τέτοιαν ώρα, έρχεται; — Τι ώρα είνε; Η κόττες τώρα κάτιασαν. — Πώς να πάω, μάνα; φοβάμαι. -Βγαίνω στο παραθύρι και σ' αγναντεύω· σε φυλάω με το μάτι· τρεις πόρτες παραπέρα είνε. — Ας πάω.

Γνωρίζοντας πως η καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία μαγεύεται πάντα από την ωραιότητα του κοστουμιού βάζει συνεχώς στα έργα του μάσκες και χορούς απλώς χάριν της ευχαριστήσεως που κάνουν στο μάτι· κ' έχομε ακόμα τις σκηνικές οδηγίες του για τις τρεις μεγάλες λιτανείες στο έργο του &Ερρίκος Η'&, οδηγίες που τις χαρακτηρίζει η πιο ασυνήθιστη επεξεργασία της λεπτομέρειας, ως στα κολλάρα του S. S. και τα μαργαριτάρια 'πάνω στα μαλλιά της Anne Boleyn.

Και από Μπομπόλων καύκαλα στολίζουν τα κεφάλια Δεμένα οχ το πηγούνι τους για πλιότερην ασφάλια. 350 Από τα βούρλα τα στεγνά, αυτά τα παλληκάρια, Βεργιά μακριά και σουβλερά δανείζουνται κοντάρια, Και σαν απαρματόθηκαν σιμαζωχτοί πηγαίνουν· Της όχταις πιάνουν της ψηλαίς· το μάλωμ' αναμένουν. Καλνάν αγνάντια τον οχτρό με θυμομένο μάτι· 355 Σιούν τα κοντάρια φοβεροί, και από καρδιά γιομάτοι.

Πώς δεν το ξέρω! απήντησεν εν πεποιθήσει ο αγρότης· το ξέρω βέβαια· μα δεν είνε να ζυγώση άνθρωπος εκεί κοντά· θα τον ρουφήξη χωρίς άλλο το μάτι· κι' από μακρυά ακόμα, ειμπορεί να τον τραβήξη, αν δεν φυλαχτή. Εμείς το ξέρουμε, κι' όταν ψάχνουμε για χέλια μες το βούρκο, φυλαγόμαστε και δεν σιμώνουμε καθόλου σ' εκείνο το μέρος. Ο πραγματευτής εταπείνωσεν άπελπις την κεφαλήν.

Στο αίμα βουτημένος όπως ήταν, μαγριεμένο ανάβλεμμα, με μαλλιά αναφουφουλιασμένα αναπήδησ' ορθός. Εγούρλωσε το φοβερό του μάτι· εδάγκασε στα δόντια ματωμένο το μαχαίρι του. Ρίχτηκαν, σαν τα κοράκια στο κάρμα, οι άλλοι τόρα οι μακελάρηδες με τα κοντά μαχαίρια τα πλατιά. Ο ένας τράβαε το πόδι· άλλος τα κέρατα έσερνε· τρίτος να το ξεκοιλιάση επάλεβε, τα κοιλόμπουχά του να χύση.