United States or Luxembourg ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΣΕΒΑΣΤ. Και μ' όλον τούτο ήθελε να είναι ο βασιλέας. ΑΝΤΩΝ. Το τέλος της πολιτείας του ξαστοχάει την αρχή.

ΣΕΒΑΣΤ. Η Κλάριβελ. Τα ερχόμενα είναι δουλειά δική σου και δική μου. ΣΕΒΑΣΤ. Τι λογής πράμμα είν' αυτό; πώς είπες; είναι βέβαιο ότι η θυγατέρα του αδελφού μου είναι βασίλισσα του Τουνεζιού, ότι είναι και διάδοχος εις την βασιλεία της Νεάπολης· σ' αυτούς τους τόπους ανάμεσα είναι κάμποσο διάστημα.

Τίμιε άνθρωπε, εμίλησες σωστά, γιατί κάποιοι από σας αυτού είναι χειρότεροι από δαίμονες. Πριν ιδής το τέλος μην επαινάς. ΦΡΑΓΚ. Πόσο παράξενα έγιναν άφαντοι! ΣΕΒΑΣΤ. Δεν μας πειράζει, αφού άφησαν οπίσω τα φαγητά τους· γιατί έχουμ' όρεξη. Σ' αρέσει να δοκιμάσης απ' αυτά, που είν' εδώ; ΑΛΟΝΖ. Όσο για με, δεν θέλω. ΓΟΝΖ. Μα την αλήθεια, δεν πρέπει να φοβάσαι.

ΣΕΒΑΣΤ. Μόν' επήγε χαμένη. ΓΟΝΖ. Εγεννηθήκατε άνδρες τολμηρόκαρδοι· σεις θα εμετατοπίζετε το φεγγάρι από τη σφαίρα του, αν ετύχαινε για πέντε βδομάδες να μην αλλάξη. Μπαίνει ο ΑΡΙΕΛ αόρατος, τραγουδώντας με σεμνόν ήχο. ΣΕΒΑΣΤ. Βέβαια, κ' έπειτα θα εκυνηγούσαμε νυκτερίδες. ΑΝΤΩΝ. Έλα, κύριέ μου, μη θυμώνης.

ΑΝΤΩΝ. Έλα· άλλο δεν έχω να ειπώ. ΓΟΝΖ. Ελέγαμε, Κύριε, πως τα φορέματά μας φαίνονται τώρα καινούρια, σαν τον καιρό που ευρισκόμασθε στο Τούνεζι, στο γάμο της θυγατέρας σου, που τώρα είναι βασίλισσα. ΑΝΤΩΝ. Κ' η αξιολογώτερη απ' όσες ποτέ επήγαν εκεί! ΣΕΒΑΣΤ. Παρακαλώ, από τον καιρό της χήρας Διδώς. ΑΝΤΩΝ. Ναι, της χήρας Διδώς. Η χήρα Διδώ!

ΠΡΟΣΠ. Προβατείτε, ακολουθάτε·πάψε να μιλής γι' αυτόν. Έν' άλλο μέρος του νησιού. Μπαίνουν, ο ΑΛΟΝΤΖΟΣ, ο ΣΕΒΑΣΤΙΑΝΟΣ, ο ΑΝΤΩΝΙΟΣ, ο ΓΟΝΖΑΛΟΣ, ο ΑΔΡΙΑΝΟΣ, ο ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΣ, και άλλοι. ΑΛΟΝΖ. Πάψε παρακαλώ σε. ΣΕΒΑΣΤ. Του αρέσει η παρηγοριά ωσάν το κρύο ζουμί. ΑΝΤΩΝ. Ο ιατρός μας δεν χάνει τόσο εύκολα την ελπίδα. ΣΕΒΑΣΤ. Τήραξε, ολοένα σηκώνει τωρολόι του μυαλού του· σ' ολίγο βαρεί. ΓΟΝΖ. Κύριε, —

ΑΝΤΩΝ. Είμαι σοβαρώτερος παρ' ό,τι συνηθώ· πρέπει να γένης και συ το ίδιο, και κάνοντάς το, τριπλασιάζεσαι. ΣΕΒΑΣΤ. Ας είναι· είμαι ατάραχος ωσάν νερό στεκάμενο. ΑΝΤΩΝ. Εγώ θέλει σε μάθω να τρέχης. ΣΕΒΑΣΤ. Τρέχα συ· μία προγονική οκνηρία μ' έμαθε να φυλάω τα ρηχά. ΑΝΤΩΝ. Ω! να ήξερες πόσο λατρεύεις την ιδέα εκεί που την αναπαίζεις! πόσο, γδύνοντάς την, πλέον σφικτά την περιλαμβάνεις!

ΣΕΒΑΣΤ. Θυμούμαι που εσύ έβγαλες τον αδελφό σου τον Πρόσπερο. ΑΝΤΩΝ. Αλήθεια· και ιδές, πόσο μου αρμόζουν αυτά τα φορέματα! πολύ καλύτερα παρά πρώτα. Οι δούλοι του αδελφού μου ήταν τότε συντρόφοι μου, τώρα με προσκυνούνε. ΣΕΒΑΣΤ. Πλην η συνείδησή σου

Δεν λείπουν άνθρωποι άξιοι να κυβερνήσουν τη Νεάπολη έτσι, όπως τούτος που κοιμάται· ευρίσκονται αυλικοί, που ξέρουν πολλές και άτοπες ομιλίες όσες ετούτος ο Γονζάλος. εγώ ο ίδιος μπορώ να περισσολογώ άλλο τόσο. Ω! να είχες και συ το στοχασμό μου! τι ύπνος ετούτος για το μεγαλείο σου! Μ' εννοείς; ΣΕΒΑΣΤ. Μου φαίνεται, σ' εννοώ. ΑΝΤΩΝ. Κ' η καρδιά σου καλοδέχεται τη χρυσή σου τύχη;

ΠΛΩΡ. Κάτω το μεγάλο κατάρτι· σφικτά. Κάτω· παρακάτω μαζώξτε όλα τα πανιά, αφήστε μοναχά το μεγάλο. Πανούκλα στα φωνατά τους! τόσο δεν βροντάει ο καιρός, ούτε αυτό μας το έργο. Πάλι πίσω; τι κάνετ' εδώ; θα τ' αφήσουμε γι' απελπισμένο; και θα πνιγούμε; σας αρέσει να βουλήσουμε; ΣΕΒΑΣΤ. Φάουσα στο λάρυγγά σου. άπονο σκυλί, φωνάρα και βλάσφημε! ΠΛΩΡ. Δουλεύτε σεις, κάνε.