United States or Martinique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όμορφη πιστικιά, δος μου το αθάνατο νερό απ' τα χειλάκια σου. Η όμορφη βοσκόπουλα, που κάθε μέρα καρτερούσε το νιο τον κυνηγό και κάθε μέρα τον απόδιωχνε με την κάκια της αγάπης, σηκώθηκε απάνω μ' έναν όμορφο θυμό και ξαναείπε: — Αλλοίμονο σ' εσένα, κυνηγέ. Εγώ έχω αδέρφια και ξαδέρφια κι' αν σε ιδούν σιμά μου, το αίμα σου θα τρέξη ποτάμι στο πράσινο το χορταράκι.

Εκεί να ο γέρος με σκοπό τα μάτια ναν τ' ανοίξει 305 ζυγώνει, κι' έτσι σε σοφό σοφά μιλούσε λόγια «Ναι εσένα, γιε μου Αντίλοχε, και νιο έτσι πούσαι, ο Δίας σ' αγάπησε κι' ο Ποσειδός, και σούμαθαν καθ' είδος αλογοσύνες· έτσι εσύ δε θες και τόση ορμήνια.

Ήτον καλοκαίρι, θερτής μήνας, που 'νε μια χαρά να κοιμάται κανένας όξω. Αλλά πού να βρω ύπνο 'γω. Όχι γιατ' είχα κοντά μου προσάναμμα. Ο Θεός μάρτυράς μου. Η δασκάλα κοιμώνταν πολύ μακριά, στην άκρη άκρη, πίσω από το νιο τ' αντρόγυνο. Αλλά γιατ' όταν έτσι τυχαίνει να ξενυχτίζω στην οξοχή, η όψη, η θέα της ξυπνάει κάποιο αίσθημα κρυφό κι άγνωρο μέσα μου, που δε μπορώ να το λαρώσω.

Όσο να μας προφτάκουν οι πισινοί με το μουλάρι, ανέβηκα κάμποσον δρόμο πεζός εγώ στο πλάι της. Είχε τραβήξει πολύ μπροστά και το νιο τ' αντρόγυνο. Στο διάστημ' αυτό βρεθήκαμε οι δυο μας ολομόναχοι και συμφιλιωμένοι μέσα στο λόγγο. Χίλια γλυκά λόγια μώρχονταν στο νου για να της 'πω. Αλλ' όλα πνίγονταν ξαφνικά μες το λάρυγγά μου, που τον εστένευε δεν ξέρω κ' εγώ ποια δύναμη αόρατη κι αυστηρή.